Στη φέτα και το ελαιόλαδο εντοπίζει αρθρογράφος των New York Times ένα από τα κλειδιά εξόδου της Ελλάδας από την κρίση, σημειώνοντας ότι η χώρα έχει μόνο το 28% της παγκόσμιας αγοράς φέτας και σχεδόν 4% της παγκόσμιας αγοράς ελαιολάδου.
Πώς συνέβη αυτό; Την τελευταία περίπου δεκαετία, εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία, τη Δανία και άλλες χώρες αψήφισαν τους κανονισμούς που επιτρέπουν την παραγωγή φέτας μόνο στην Ελλάδα και επένδυσαν σε έρευνα και εξοπλισμό που θα τους επέτρεπαν την παραγωγή του τυριού, δημιουργώντας μάλιστα προϊόντα από αυτό όπως τυρί που αλείφεται ή χωρίς λιπαρά.
Στην Ιταλία και την Ισπανία, οι μικρές εταιρείες παραγωγής ελαιολάδου συγχωνεύθηκαν με μεγάλες- παγκόσμια ανταγωνιστικές- πολυεθνικές, εκσυγχρονίζοντας την παραγωγή τους και σήμερα καλύπτουν περίπου το σύνολο της παγκόσμιας ζήτησης. Και οι Έλληνες, παρά τα πολυάριθμα πλεονεκτήματά τους, παραμένουν το λιγότερο κερδοφόρο κομμάτι της εφοδιαστικής αλυσίδας, εξάγοντας πρώτες ύλες με πολύ μικρά περιθώρια κέρδους.
Ο αρθρογράφος αναφέρει μεταξύ άλλων και την έκθεση της εταιρείας συμβούλων McKinsey, η οποία επισημαίνει αυτές τις προκλήσεις ως ευκαιρίες. Με επενδύσεις, νέες διοικήσεις και έλεγχο ποιότητας, οι κλάδοι του ελαιολάδου και της φέτας μπορούν να αυξήσουν σημαντικά την κερδοφορία τους, επισημαίνεται.