Ένα τηλεφώνημα που έγινε χθες στην εκπομπή «Φως στο Τούνελ» από κλεμμένο κινητό μελετά η Αστυνομία. Κατά τη διάρκεια της εκπομπής δόθηκε μια πληροφορία για το δολοφόνο από άτομο που υποστήριζε ότι τον γνώριζε. Όπως αποδείχτηκε στην πορεία, το τηλεφώνημα έγινε στο «Τούνελ» από κλεμμένο κινητό και ενημερώθηκε άμεσα η Αστυνομία αναφέρει το anikolouli.gr. Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο που έχουν μέχρι τώρα οι Αρχές είναι πως το τελευταίο στίγμα του κινητού τηλεφώνου του θύματος, εξέπεμψε από την περιοχή της Ομόνοιας. Φαίνεται ότι ο δράστης απενεργοποίησε το κινητό της άτυχης κοπέλας δέκα λεπτά μετά την δολοφονία. Μαρτυρία που έφτασε στην εκπομπή από ευαίσθητο χώρο, θα αξιοποιηθεί κατάλληλα από τις Αρχές. Σύμφωνα με αυτήν, το απόγευμα της μοιραίας μέρας, πριν γίνει γνωστή η δολοφονία, άγνωστος άνδρας επικοινώνησε με εταιρεία κινητής τηλεφωνίας ζητώντας να μάθει πώς μπορεί να εντοπιστεί το στίγμα του κινητού του τηλεφώνου.
Η εικόνα του δράστη από την έρευνα του ιατροδικαστή
Τα ευρήματα του ιατροδικαστή Σωτήρη Μπουζιάνη που διενήργησε την νεκροτομή στη σορό της άτυχης κοπέλας, ξεκαθαρίζουν το τοπίο. Οι μαχαιριές από σουγιά που δέχτηκε η Δώρα Ζέμπερη τόσο πισώπλατα, όσο και στο θώρακα, δεν ήταν όλες βαθιές. Οκτώ με δέκα από τις δεκατέσσερις είχαν τρυπήσει τον πνεύμονα και την καρδιά. Το ακανόνιστο «Γ» που είχε στο δεξί της μάγουλο ήταν τυχαίο και δεν ερμηνεύεται σαν κάποιου είδους «υπογραφή» του δράστη. Δεν εντοπίστηκαν ιδιαίτερα ίχνη πάλης, μόνο στο κάτω βλέφαρο του θύματος χτύπημα από γροθιά. Απόπειρα βιασμού δεν υπήρξε αφού το τζιν παντελόνι της κοπέλας ήταν κουμπωμένο και φορούσε την μπλούζα της. Ίχνος του δράστη ή τρίχα του δεν βρέθηκε πάνω στη σορό. Το DNA που εντοπίστηκε στα νύχια του θύματος, εξετάζεται στα εργαστήρια της ΕΛ.ΑΣ. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή φαίνεται ότι η κοπέλα προσπάθησε να ξεφύγει ενώ δεχόταν τις μοιραίες μαχαιριές και πισώπλατα. Ο δολοφόνος είχε μένος και αυτό του έδωσε δύναμη στα χτυπήματα. Το ύψος του υπολογίζεται γύρω στο 1.75.
Τι αποκάλυψε η Δώρα σε φίλη της
Σημαντικά ήταν τα όσα αποκάλυψε φίλη της άτυχης εφοριακού στην Αγγελική Νικολούλη. Ανέφερε πως η Δώρα διορίστηκε στην εφορία πριν από πέντε περίπου χρόνια. Αρχικά ήταν στο μητρώο, μετά στο δικαστικό και τελευταία ελεγκτής. Ήταν προσεκτική στη δουλειά της και ιδιαίτερα αγαπητή στους συναδέλφους της. Είπε πως η Δώρα μέχρι τον Αύγουστο διατηρούσε σχέση με έναν αστυνομικό, στην οποία είχε επενδύσει πολλά. «Ήθελε να κάνει οικογένεια και έκανε σχέδια για τον γάμο της. Τον Αύγουστο όμως χώρισαν και δεν θα έλεγα με τον καλύτερο τρόπο. Η συμπεριφορά του την πόνεσε πολύ και αυτό την έριξε ψυχολογικά. Μια εβδομάδα πριν τη σκοτώσουν, δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από εκείνον. Την κάλεσε με απόκρυψη και της μίλησε τόσο άσχημα όσο δεν φαντάζεστε. Αυτό την τσάκισε κυριολεκτικά και δεν μπορούσε να συνέλθει. Της είχε κοστίσει και ο θάνατος του παιδικού της φίλου με τον οποίο ήταν πολύ δεμένοι. Μου είπε πως μόνο αυτός την αγαπούσε και την καταλάβαινε και άρχισε να πηγαίνει όλο και πιο συχνά στο νεκροταφείο. Της έλεγα “κοριτσάκι μου, αραίωσέ το δεν έχει νόημα. Είναι ότι χειρότερο μπορείς να κάνεις στον εαυτό σου”. Την παρότρυνα να επισκεφτεί κάποιον ειδικό, έναν ψυχολόγο, για να την βοηθήσει σε αυτή τη δύσκολη φάση της ζωής της. Και μου υποσχέθηκε ότι θα το κάνει» είπε χαρακτηριστικά. Όπως ισχυρίστηκε στη δημοσιογράφο μια γνωστή της την έφερε σε επαφή με έναν χώρο κάπου στο Γαλάτσι, απ’ όπου θα μπορούσε να αντλήσει ενέργεια και διαύγεια πνεύματος. «Την ρώτησα λεπτομέρειες αλλά δεν μου είπε. Από τα μισόλογα της κατάλαβα ότι είχε ενταχθεί σε κάποιο group therapy. Από κοινό γνωστό μας έμαθα ότι ή είχε κάνει ή σκόπευε να κάνει υπνωτισμό. Όσες φορές κι αν τη ρώτησα δεν μου είπε ποιον συναντούσε εκεί ή αν είχε κάνει φιλίες μέσα σ’ αυτόν τον χώρο.» Το «Τούνελ» εντόπισε την υπεύθυνη του χώρου που η Δώρα είχε επισκεφθεί τέσσερις φορές. Ισχυρίστηκε πως δεν υπνώτισε την κοπέλα και πως ασχολείται με διαλογισμό και νευρογλωσσικό προγραμματισμό. Γνώριζε ότι η Δώρα είχε χωρίσει από μια σχέση αλλά το κυρίως πρόβλημά της ήταν το πένθος που ένιωθε για τον φίλο της. Πήγαινε πάντα μόνη της και δεν συμμετείχε σε κάποιο γκρουπ. Της συνέστησε να επισκεφτεί ψυχολόγο ή ψυχίατρο για να αντιμετωπίσει το πρόβλημά της. Το μεσημέρι της μοιραίας μέρας, η Δώρα έφυγε από το γραφείο της υπηρεσίας της μαζί με έναν συνάδελφο της και πήραν το ίδιο τρένο από τον ηλεκτρικό σταθμό του Πειραιά. Ήταν μαζί στη διαδρομή και κουβέντιαζαν χαλαρά, μέχρι που η Δώρα κατέβηκε μόνη στον σταθμό των Άνω Πατησίων για να πάει στο νεκροταφείο. Σύμφωνα με τη φίλη της, οι κάμερες της εφορίας που καλύπτουν τον εξωτερικό χώρο, δεν ερευνήθηκαν για την περίπτωση που την παρακολουθούσε κάποιος από πριν.
«Είδαν τη σφαγή της Δώρας και εξαφανίστηκαν…»
Η δημοσιογράφος στο χώρο του νεκροταφείου ακολούθησε την αιματοβαμμένη διαδρομή της. Η άτυχη κοπέλα σε μια ύστατη προσπάθεια έπεσε πάνω στην μαρμάρινη πλάκα ενός μνήματος που βάφτηκε κόκκινη. Την ώρα που ξεψυχούσε, ο δράστης είχε ήδη διαφύγει πηδώντας πιθανότατα τη μάντρα του νεκροταφείου. Η έρευνα της δημοσιογράφου αποκάλυψε πως σε κοντινό μνήμα βρισκόταν εκείνη την ώρα ένα ζευγάρι. Η γυναίκα εκμυστηρεύτηκε σοκαρισμένη σε μάρτυρα που μίλησε στην Αγγελική Νικολούλη, πως «τα είδε όλα». Το ζευγάρι που συνήθιζε να επισκέπτεται το νεκροταφείο κάθε μέρα, δεν εμφανίστηκε ξανά μετά το φονικό. Την ώρα της στυγερής δολοφονίας δεν υπήρχαν στο χώρο υπάλληλοι του τομέα καθαριότητας, καθώς τελειώνουν την εργασία τους στις δύο το μεσημέρι και αυτό ο δράστης πρέπει να το γνώριζε. Σύμφωνα με εργαζόμενο στο νεκροταφείο, ο πρώτος μάρτυρας που είδε τη Δώρα πεσμένη και αιμόφυρτη, βρισκόταν σε κοντινή απόσταση. «Αν το θύμα φώναζε αμέσως βοήθεια ίσως να ακουγόταν. Όμως ούρλιαζε και αυτό είναι το οξύμωρο. Στο χώρο του κοιμητηρίου πολλοί άνθρωποι εκφράζουν τον θρήνο τους με αυτόν τον τρόπο και όλοι νομίζουν ότι κάποιος ξεσπά για κάποιον αγαπημένο που έχασε. Δυστυχώς όλα δείχνουν πως η κοπέλα καθυστέρησε να ζητήσει βοήθεια και έδωσε χρόνο στον δράστη να φύγει», είπε χαρακτηριστικά στην Αγγελική Νικολούλη. Άλλη μάρτυρας περιέγραψε στη δημοσιογράφο όσα της διηγήθηκε μια φίλη της που βρισκόταν στον χώρο του κοιμητηρίου εκείνο το μοιραίο απόγευμα. «Άκουσε ένα δυνατό ουρλιαχτό που την τάραξε αλλά υπέθεσε πως κάποια μάνα έχασε το παιδί της. Επιτάχυνε το βήμα της και κατέβηκε προς τα κάτω. Αντίκρισε τον κοπέλα μέσα σε μια λίμνη αίματος πάνω σε ένα μνήμα και έναν νεαρό που είχε φτάσει πρώτος στο σημείο. Την ίδια ώρα είδε εκεί και ένα ακόμη άτομο, τον Νικόλα, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά χωρίς να μου δώσει περισσότερες λεπτομέρειες γι αυτόν. Ο ιερέας του νεκροταφείου δεν είχε ακόμα φανεί. Οι δύο άνδρες μιλούσαν στη Δώρα, αλλά εκείνη δεν απαντούσε». Όπως φάνηκε από την έρευνα της δημοσιογράφου ο δράστης πρέπει να βρισκόταν πίσω από το θύμα. Αυτός ο χώρος του κοιμητηρίου δεν έχει συνήθως κόσμο. Ενδεχομένως να τον επέλεξε για να κρυφτεί και να αιφνιδιάσει την άτυχη Δώρα με σκοπό να διαφύγει πάλι από εκεί χωρίς να γίνει αντιληπτός. Μια άλλη οικογένεια που επισκεπτόταν σχεδόν καθημερινά το κοιμητήριο και συναντούσε συχνά τη Δώρα, το μοιραίο απόγευμα έφυγε περίπου ένα τέταρτο πριν το συμβάν. Είχε προηγηθεί γύρω στις τρεις μια κηδεία και μέσα σε μισή ώρα ο χώρος του κοιμητηρίου είχε σχεδόν αδειάσει. Η πίσω πόρτα είχε παραμείνει από πριν ανοιχτή και ίσως ο δράστης να είχε εισέλθει στο νεκροταφείο από εκεί.
«Τον είδα να φεύγει πάνω στον πανικό…»
Φανερά αναστατωμένοι οι εργαζόμενοι στον χώρο του κοιμητηρίου, προθυμοποιήθηκαν να μιλήσουν στη δημοσιογράφο με την ελπίδα να δοθεί ένα τέλος στην απίστευτη αυτή ιστορία που σόκαρε την κοινή γνώμη. «Την ώρα του φόνου ο φύλακας ενημερώθηκε πως χτύπησε μια κοπέλα και χωρίς να ξέρει τι έχει συμβεί, έτρεξε γρήγορα εκεί που βρισκόταν το θύμα, δίχως να κλείσει την κεντρική είσοδο», ανέφερε ένας από τους επόπτες. Με το που ακούστηκε η είδηση του θανάτου, επικράτησε αναστάτωση. Την ώρα που οι περισσότεροι έτρεχαν πάνω – κάτω, ένας που έμεινε πίσω στο φυλάκιο της κεντρικής εισόδου, παρατήρησε δέκα λεπτά μετά το συμβάν, έναν άντρα που δεν είχε ξαναδεί μέχρι τότε, να βγαίνει από το νεκροταφείο. Είχε ύψος περίπου 1.75, ήταν γεροδεμένος ηλικίας 40 με 45 χρόνων με καστανά μαλλιά . Ήταν λίγο αξύριστος και φορούσε παλιά ρούχα δουλειάς αλλά όχι λερωμένα. Τζιν παντελόνι, πορτοκαλί μπλουζάκι, μπεζ γιλέκο και σκούρα μπλε πάνινα παπούτσια. Ο άνδρας αυτός φεύγοντας, ψέλλισε κάτι στα ελληνικά, που δεν κατάλαβε ο μάρτυρας. «Ο δράστης πρέπει να διέφυγε από την μάντρα της πίσω πλευράς, εκτός κι αν ήταν τόσο ψύχραιμος που βγήκε περπατώντας σαν να μην έτρεχε τίποτε», ανέφερε φύλακας του κοιμητηρίου στην Αγγελική Νικολούλη. Ο ίδιος δεν είδε κάποιον ή κάτι που να του κίνησε την περιέργεια. Όπως είπε, τη νύχτα μετά το συμβάν, αστυνομικοί παρέμειναν στο νεκροταφείο και συνέχιζαν τις έρευνες. Άλλος εργαζόμενος, είπε στην Αγγελική Νικολούλη :« Δεν θα’ πρεπε η κεντρική πύλη να έχει μια κάμερα ασφαλείας; Το έχουμε ζητήσει χιλιάδες φορές…» . Σε μεμονωμένα περιστατικά με παραβατικά άτομα που όμως αντιμετωπίστηκαν, αναφέρθηκε ο υπεύθυνος του κοιμητηρίου. «Όσο μπορούμε έχουμε υπό έλεγχο τους ανθρώπους αυτούς και προσπαθούμε να τους απομακρύνουμε με καλό τρόπο». Σύμφωνα με τον ίδιο, ο δράστης θα μπορούσε να έχει διαφύγει από παντού. «Έχει τύχει να κυνηγήσουμε περιθωριακό που πήδηξε την μάντρα κι έφυγε σαν γάτα!» τόνισε χαρακτηριστικά. Μαζί με την δημοσιογράφο κινήθηκαν κατά μήκος του μαντρότοιχου που συνορεύει με τις γραμμές του τρένου. Η ερευνήτρια διαπίστωσε ιδίοις όμμασι τα κοντινά σημεία δίπλα στα οστεοφυλάκια, απ’ όπου θα μπορούσε να διαφύγει ο δράστης σκαρφαλώνοντας με ευκολία τη χαμηλή μάντρα του κοιμητηρίου. Λίγο πιο κάτω υπάρχει ένα ακόμα σημείο με κατεστραμμένο προστατευτικό συρματόπλεγμα απ’ όπου επίσης μπορεί εύκολα να το σκάσει κάποιος. «Ίσως και να είχε κρυφτεί για κάποιες ώρες μέσα σε έναν οικογενειακό τάφο. Υπάρχουν πολλοί που είναι ανοιχτοί και άλλοι με υπόγεια. Στην αρχή οι αστυνομικές έρευνες είχαν περιοριστεί στο σημείο του συμβάντος. Κανείς δεν ξέρει..», τόνισε. Παρά τις έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής, δεν έχει βρεθεί το μαχαίρι που αφαίρεσε τη ζωή της Δώρας.
Ιερέας: Της έλεγα να μην έρχεται εδώ…
Ο παπά -Θόδωρος ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που αντίκρισαν δολοφονημένη την νεαρή εφοριακό. Όπως είπε στην Αγγελικη Νικολούλη, εκείνο το απόγευμα είχε φύγει ο κόσμος από μια κηδεία και επικρατούσε ηρεμία στον χώρο. Η Δώρα έφτασε μόνη της στο νεκροταφείο λίγο μετά τις τέσσερις και τον χαιρέτησε περνώντας μπροστά από το γραφείο του. Ο ιερέας την γνώριζε καθώς την είχε συμβουλέψει και στο παρελθόν για να αντιμετωπίσει τον πόνο που ένιωθε για τον χαμό του φίλου της. Στις πέντε και τέταρτο έφυγε από το γραφείο για να διαβάσει μιαν ευχή σε ένα μνήμα που βρισκόταν στην άλλη άκρη της μάντρας. Τότε είδε έναν νέο να φωνάζει βοήθεια, κατευθύνθηκε προς το σημείο και αντίκρισε την κοπέλα. «Όταν την είδα, είχε κλειστά τα μάτια, προσπαθούσε να πάρει αέρα και φούσκωνε στο στήθος, πλημμυρισμένη στο αίμα. Φώναξα , Θοδώρα, Θοδώρα, αλλά δεν είχε επαφή… Ο δολοφόνος θα την παράτησε και θα ‘φυγε. Το κορίτσι έβαλε όλη τη δύναμη του σηκώθηκε κι έτρεξε γύρω στα εβδομήντα πέντε μέτρα… Τα ρούχα της είχαν το πιο πολύ αίμα. Το μπουφάν της που δεν το φόραγε όταν έγινε το κακό, βρέθηκε στο μνήμα του φίλου της» είπε. Μέσα σε δέκα λεπτά έφθασαν στο σημείο άνδρες της Άμεσης Δράσης και κλιμάκιο του ΕΚΑΒ και περίμεναν τον ιατροδικαστή. «Όταν την γνώρισα της έλεγα να μην έρχεται τόσο συχνά γιατί αυτό δεν της έκανε καλό. Λίγο καιρό αργότερα μου είπε πως είχε επισκεφτεί έναν ειδικό που την είχε υποστηρίξει ψυχολογικά. Εύχομαι να βρεθεί ο δράστης, να πάψει ο κόσμος να φοβάται…», τόνισε ο παπα- Θόδωρος.