Οι δικαστές και οι εισαγγελείς, μετά την ολοκλήρωση της ετήσιας τακτικής Γενική Συνέλευση, σε ψήφισμά τους διαπιστώνουν ότι «οι παθογένειες που χαρακτηρίζουν το σύστημα απονομής της Δικαιοσύνης στη χώρα μας, παρά το σοβαρό, υπεύθυνο και τεκμηριωμένο λόγο που αρθρώνουν οι δικαστικές Ενώσεις, δεν εξαλείφονται, αλλά αντίθετα διογκώνονται, λόγω της απραξίας και αδιαφορίας των κυβερνώντων (έλλειψη υποδομών, μη κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων σε δικαστές, εισαγγελείς και γραμματείς, αποσπασματική και πρόχειρη νομοθέτηση, φωτογραφική πολλές φορές νομοθέτηση κ.λπ.)».

Ακόμη, διαπιστώνουν «καθυστέρηση υλοποίησης της δέσμευσης του υπουργού Δικαιοσύνης περί κατάργησης των αντισυνταγματικών και μειωτικών για το κύρος της δικαστικής τους ιδιότητας, διατάξεων του νόμου 4055/2012, που αφορούν το Κεφάλαιο περί Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κανονισμοί Δικαστηρίων, περικοπή μισθού κ.λπ.)».

Επίσης, διαπιστώνουν ότι «οι τροποποιούμενες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, για τις οποίες είχαν εκφραστεί έντονες αντιρρήσεις των δικαστικών λειτουργών, δεν διαπνέονται από τις αρχές και τις αξίες του Κράτους Δικαίου και ότι θα προκαλέσουν μεγάλη δυσλειτουργία στα δικαστήρια της χώρας».

Σημειώνεται ότι ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας τίθεται σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2016.

Παράλληλα, καλούν την Πολιτεία να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την εύρυθμη και ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης, ώστε να ανταποκρίνεται στις δίκαιες προσδοκίες του ελληνικού λαού και την προσωπική ασφάλεια των Δικαστικών Λειτουργών και των δικαστικών υποδομών και εγκαταστάσεων, ώστε υπό συνθήκες πλήρους ασφάλειας και ελευθερίας, να επιτελούν το λειτούργημά τους.

Τέλος, οι Έλληνες δικαστές και εισαγγελείς δηλώνουν προς κάθε κατεύθυνση, ότι «θα εξακολουθήσουν να ασκούν με ανεξαρτησία, σθένος και υψηλό αίσθημα ευθύνης τα καθήκοντά τους, ως εγγυητές της συνταγματικής νομιμότητας και προς το συμφέρον των Ελλήνων πολιτών».