Απεβίωσε ο πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νίκος Ρόζος.
Ο Νίκος Ρόζος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1948 (77 ετών) ήταν πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία, απ’ όπου έλαβε μεταπτυχιακούς τίτλους στο Δημόσιο Δίκαιο και στην Ιστορία του Δικαίου και των Κοινωνικών Θεσμών.
Στο ΣτΕ διορίστηκε, κατόπιν διαγωνισμού, ως εισηγητής στις 3-8-1978, προήχθη στο βαθμό του παρέδρου στις 14.9.1983, στο βαθμό του Συμβούλου Επικρατείας την 1.9.1996 και τον Αύγουστο του 2013 προήχθη στο βαθμό του αντιπροέδρου του ΣτΕ.
Διετέλεσε επί σειρά ετών μέλος του Ε΄ Τμήματος του ΣτΕ, ενώ συμμετείχε σε πολλές ημερίδες και συνέδρια που αφορούσαν περιβαλλοντικά θέματα. Μεγάλος είναι και ο αριθμός της αρθρογραφίας του σε νομικά περιοδικά, όπως και των σχολίων επί δικαστικών αποφάσεων.
Δίδαξε στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και στην Εθνική Σχολή Δικαστών. Διετέλεσε πρόεδρος των νομοπαρασκευαστικών επιτροπών για την κωδικοποίησης της πολεοδομικής νομοθεσίας και του νόμου για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Μενδώνη: Άνθρωπος με οξυμμένη αίσθηση του δικαίου
Πληροφορούμενη την απώλεια του Νίκου Ρόζου, η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Με ιδιαίτερη θλίψη πληροφορήθηκα την απώλεια του Νίκου Ρόζου, ενός εξέχοντος δικαστικού λειτουργού, που λάμπρυνε τους θεσμούς.
Ο Νίκος Ρόζος δεν ήταν μόνον δεινός νομικός, αλλά και άνθρωπος με ευρύτατη καλλιέργεια. Στη μακρά σταδιοδρομία του στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο απολύτως δίκαια έφθασε μέχρι τη θέση του Αντιπροέδρου, υπήρξε ανυποχώρητος υπερασπιστής και του γράμματος και του πνεύματος του Νόμου. Άνθρωπος με οξυμμένη αίσθηση του δικαίου, υψηλή αντίληψη του δημοσίου συμφέροντος και ακλόνητες δημοκρατικές πεποιθήσεις, υπηρέτησε τόσο την επιστήμη και την δικαστική πράξη, πλάθοντας για τους συλλειτουργούς του ένα παράδειγμα άξιο κάθε μίμησης.
Προσωπικά, είχα την σπάνια τύχη να συνεργαστώ μαζί του ήδη από την πρώτη μου θητεία ως Γενικής Γραμματέως του Υπουργείου Πολιτισμού, όταν είχε καθοριστική, πραγματικά αναντικατάστατη συμβολή στην κατάρτιση του αρχαιολογικού νόμου, που αποτελεί πρότυπο παγκοσμίως. Και να τον έχω πολύτιμο συνεργάτη, ως άμισθο σύμβουλο, ως Υπουργός, κατά την προηγούμενη κυβερνητική θητεία. Οι γνώσεις του, οι συμβουλές του, η βαθιά πείρα και συγκρότησή του, τα οποία μοιραζόταν εντελώς αφειδώλευτα, ήταν εξαιρετικά πολύτιμες.
Στην οικογένειά του και τους φίλους του απευθύνω ειλικρινέστατα συλλυπητήρια».