Η Apple Inc ανακοίνωσε χθες ότι χαλαρώνουν οι πιέσεις που δέχτηκε από την έλλειψη εξαρτημάτων και ότι η ζήτηση για iPhones αυξάνεται, παρά το γεγονός ότι οι καταναλωτές περιορίζουν άλλες δαπάνες τους. Έτσι, η εταιρία ξεπέρασε τις προσδοκίες της Wall Street προβλέποντας ταχύτερη αύξηση των πωλήσεών της για το επόμενο χρονικό διάστημα.
Η τιμή των μετοχών της Apple αυξήθηκε κατά 3,5% μετά την ανακοίνωση της θετικής πρόβλεψης.
Παρά το γεγονός ότι οι δείκτες των μακροοικονομικών δεδομένων σε ολόκληρο τον κόσμο έχουν αρνητικό πρόσημο, ο οικονομικός διευθυντής της Apple Λούκα Μαέστρι δήλωσε στο Reuters ότι δεν υπήρξε μείωση της ζήτησης για τηλεφωνικές συσκευές iPhone, που αποτελούν και τη μεγαλύτερη πηγή εσόδων της εταιρίας.
Οι πωλήσεις των έξυπνων κινητών της Apple στο τρίτο τρίμηνο του οικονομικού έτους αυξήθηκαν κατά 3% στα 40,7 δισεκατομμύρια δολάρια, με την Γουόλ Στριτ να έχει προετοιμαστεί για μία μείωση 3%. Από την άλλη μεριά, οι συνολικές πωλήσεις έξυπνων κινητών σε παγκόσμιο επίπεδο μειώθηκαν κατά 9% στη διάρκεια του οικονομικού τριμήνου που μόλις έληξε, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία (Canalys).
Η πιστή και εύπορη βάση πελατών της Apple βοήθησε την εταιρία να ξεπεράσει τις αναταράξεις από τις μειώσεις στις δαπάνες των καταναλωτών καλύτερα σε σύγκριση με άλλες εταιρίες του ίδιου κλάδου στο παρελθόν, ενώ τα αυξημένα αποτελέσματα τριμήνου της εταιρίας αφήνουν να εννοηθεί ότι θα καταγραφεί μία παρόμοια εξέλιξη.
Ο Ρουνάρ Μπτζόρβντε, αναλυτής της Canalys Research ανακοίνωσε «η Apple σε αυτή τη διάσταση έχει μία καίρια δυναμική που θα της επιτρέψει να υποστεί τις λιγότερες συνέπειες σε σύγκριση με πολλούς από τους ανταγωνιστές της».
Ωστόσο, η εταιρία άφησε να εννοηθεί ότι παρακολουθεί άμεσα τις εξελίξεις με προσοχή.
Η αρνητική πορεία της οικονομίας πλήττει τις διαφημιστικές πωλήσεις, τις πωλήσεις τεχνολογικών γκάτζετ, αλλά και των οικιακών συσκευών, όπως δήλωσε σε μία συνέντευξή του ο Μαέστρι, χαρακτηρίζοντας τις παραπάνω κατηγορίες υπηρεσιών και προϊόντων ως «σημεία αδυναμίας» αναφορικά με την υποχώρηση της καταναλωτικής ζήτησης.
«Ευτυχώς, έχουμε μία ευρεία γκάμα προϊόντων. Έτσι, γνωρίζουμε ότι θα είμαστε ικανοί να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση», πρόσθεσε ο ίδιος.
Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι διαφημιστικές δραστηριότητες της Apple, που περιλαμβάνουν και την πώληση διαφημίσεων μαζί με ειδήσεις , σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα έρευνας στο κατάστημα των τεχνολογικών εφαρμογών για την κινητή τηλεφωνία, είναι ευαίσθητες σε περικοπές των στρατηγικών προώθησης προϊόντων, όπως έκαναν οι ανταγωνιστές της, Snap Inc και Meta Platforms Inc.
Οι ελλείψεις σε εξαρτήματα και ανταλλακτικά συσκευών θα συνεχίσουν να αποτελούν εμπόδια για τις πωλήσεις των συσκευών Mac και iPad δήλωσε ο Μαέστρι, παρά το γεγονός ότι οι επιπτώσεις μειώνονται. Οι αναφερόμενες ελλείψεις είχαν οικονομικό κόστος 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Apple στο τρίμηνο που έληξε στις 25 Ιουνίου, με το κόστος αυτό να είναι μικρότερο των εκτιμήσεων. Ο Μαέστρι δήλωσε ότι η εταιρία αναμένει πως οι επιπτώσεις θα μειωθούν ακόμη περισσότερο, κατά το οικονομικό τρίμηνο που διανύουμε.
Ωστόσο, η Apple βρίσκεται αντιμέτωπη με τον κίνδυνο να βρεθεί στον ίδιο δρόμο με τους ανταγωνιστές της, αναφορικά με τη συσσώρευση συσκευών τάμπλετ και προσωπικών υπολογιστών που δεν πωλούνται και παραμένουν στις αποθήκες, στην περίπτωση κατά την οποία περισσότεροι καταναλωτές από το επίπεδο των προβλέψεων, αποφασίσουν να μην κάνουν τις αγορές τους, εξαιτίας της ανοδικής πορείας του πληθωρισμού, αλλά και των επιτοκίων.
«Αναφορικά με το ενδεχόμενο να κάνεις δοκιμές για τη ζήτηση, δεν μπορείς πραγματικά να το κάνεις εκτός και αν έχεις την απαραίτητη εφοδιαστική αλυσίδα,» δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Apple Τιμ Κουκ απευθυνόμενος σε αναλυτές την Πέμπτη. «Απέχουμε ουσιαστικά από το τελευταίο τρίμηνο, ενώ έχουμε μία εκτίμηση για την πορεία της ζήτησης. Αλλά είναι εκτίμηση».
Επικαλούμενη την οικονομική αστάθεια, η Apple έκανε γνωστό ότι δεν παρέχει ειδικές οδηγίες για την πορεία των εσόδων της, αλλά ανακοίνωσε ότι οι πωλήσεις σε σύγκριση με το επίπεδό τους πριν από έναν χρόνο, θα πρέπει να αυξηθούν γρηγορότερα στο τρίμηνο που διανύουμε, έναντι της αύξησης του 2% που κατέγραψαν στο τρίμηνο που μόλις έληξε.