Τα τρωτά σημεία του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων επισημαίνει η Έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής που δημοσιοποιήθηκε σήμερα, εστιάζοντας στο ότι η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας με κριτήριο τη συνολική αξία της περιουσίας είναι αρτιότερη συνταγματικά από ότι η αυτοτελής επιβολή φόρου ανά ακίνητο.
Οι συντάκτες της έκθεσης παρατηρούν πως η επιβολή φόρου ακίνητης περιουσίας με κριτήριο τη συνολική αξία της περιουσίας του υποκειμένου στον φόρο, αντί της αυτοτελούς επιβολής φόρου ανά ακίνητο, βρίσκεται εγγύτερα στο πνεύμα του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος, λαμβανομένου υπόψη ότι η φοροδοτική ικανότητα κρίνεται εν τέλει στο επίπεδο του υποκειμένου σε φόρο, και δεν εξαντλείται στο επίπεδο του αντικειμένου του φόρου.
Οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν ότι ο τρόπος υπολογισμού του κύριου φόρου, δηλαδή με συντελεστή φόρου εκπεφρασμένο σε ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο κτίσματος ή γηπέδου, αντί με αναλογικό συντελεστή (ή κλίμακα συντελεστών) επί της αξίας του ακινήτου, έχει κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας , ότι δεν παραβιάζει τις αρχές της καθολικότητας και ισότητας του φόρου.
Ως προς την παράλληλη επιβολή δύο φόρων επί του ίδιου αντικειμένου, αλλά με διαφορετική βάση υπολογισμού, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής παρατηρεί ότι η ως άνω διπλή φορολόγηση δεν «φαίνεται» να παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές, διότι το Σύνταγμα δεν απαγορεύει καταρχήν τη διπλή φορολόγηση.