Το ολοένα και πιθανότερο σενάριο ενός «σκληρού» Brexit θα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στις εξαγωγές σαμπάνιας στη Βρετανία, φοβούνται οι παραγωγοί στην ομώνυμη γαλλική περιφέρεια.
Το 80% της ετήσιας παραγωγής σαμπάνιας περνά τα στενά της Μάγχης, τονίζει ο Σαρλ Φουρνί επικεφαλής του οίκου Veuve Fourny εδώ και 25 χρόνια: «Είμαστε μικροί παραγωγοί και υπάρχουν πολλοί βρετανοί φίλοι του κρασιού που εκτιμούν ιδιαίτερα αυτό που κάνουμε. Για το λόγο αυτό είναι μια σημαντική υπόθεση για μας».
Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής σαμπάνιας εξάγεται στην Μεγάλη Βρετανία. Το 2017 πέρασαν τη Μάγχη 27 εκατομμύρια φιάλες. Παρόλα αυτά πέρυσι οι εξαγωγές στη Βρετανία μειώθηκαν κατά 8%, γεγονός που αποδίδεται στην υποτίμηση της στερλίνας. Οι εξαγωγείς ανησυχούν μήπως μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ, οι Βρετανοί δεν θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να αγοράζουν τις ίδιες ποσότητες σαμπάνιας όπως σήμερα.
Θα συνεχίσει να σέβεται η Βρετανία τους κανόνες ΠΟΠ;
Τους γάλλους παραγωγούς ωστόσο απασχολεί και ένα άλλο εξαιρετικής κρισιμότητας ζήτημα. Μετά το Brexit το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένο να σέβεται τους ευρωπαϊκούς κανόνες Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ). Με άλλα λόγια οι βρετανοί παραγωγοί αφρώδους οίνου θα μπορούσαν, θεωρητικά τουλάχιστον, να ονομάσουν σαμπάνια το προϊόν τους, όπως γίνεται για παράδειγμα με το Camembert για το οποίο δεν υπάρχει προστατευόμενη ονομασία.
Ο επικεφαλής της Διεπαγγελματικής Επιτροπής Σαμπάνιας Τιμπό Λε Μαγιού, σύμφωνα με δημοσίευμα της deutsche welle, εξηγεί ότι «ο αφρώδης οίνος σαμπάνια φέρει το όνομα της περιοχής, ενός συγκεκριμένου τόπου παραγωγής. Υπάρχει δηλαδή μια άρρηκτη σύνδεση μεταξύ του τόπου προέλευσης και μιας σειράς αυστηρών κανόνων που διασφαλίζουν την ποιότητα αλλά και την ιδιαιτερότητα του προϊόντος σαμπάνια».
Η συμβολή της Γαλλίας όσον αφορά το ζήτημα σεβασμού ευρωπαϊκών κανόνων από το Ηνωμένο Βασίλειο μετά την αποχώρηση από την ΕΕ θεωρείται καθοριστική, έτσι ώστε να αποτραπεί μια αθέμιτη στρέβλωση του ανταγωνισμού από τους Βρετανούς, για παράδειγμα σε ζητήματα όπως τα δικαιώματα των εργαζομένων, τη μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα αλλά ακόμη και αναφορικά με τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις.