Πτωτική πορεία καταγράφει η εγχώρια κατανάλωση οίνου, την τελευταία πενταετία, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης 2,9%, όπως προκύπτει από την κλαδική μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Icap Group.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η εξέλιξη της παραγωγής οίνου διαχρονικά δεν ακολουθεί σταθερή πορεία. Την προηγούμενη πενταετία, (περίοδοι 2001-2002 έως και 2005-2006), η εγχώρια παραγωγή κινήθηκε γενικά ανοδικά, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 3,75%. Ωστόσο, την τελευταία πενταετία, (περίοδοι 2006-2007 έως 2010-2011) η παραγωγή κινήθηκε πτωτικά, με μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης -6,7%. Παράλληλα, τα αποθέματα οίνου κινήθηκαν πτωτικά, την τελευταία τριετία.
Σχετικά με την εξέλιξη της κατανάλωσης οίνου και τη διάρθρωση της αγοράς, στη μελέτη επισημαίνονται τα εξής: «Η εγχώρια κατανάλωση οίνου κινήθηκε, επίσης, πτωτικά, την τελευταία πενταετία, με μέσο ετήσιο ρυθμό μεταβολής -2,9%. Την περίοδο 2009/10, η κατανάλωση κατέγραψε πρόσκαιρη ανάκαμψη (15,5%), ωστόσο, την τελευταία περίοδο (2010/11), αναμένεται υποχώρηση, που ξεπερνά το 10%, βάσει προσωρινών στοιχείων.
Από το συνολικό μέγεθος της κατανάλωσης, τα εμφιαλωμένα κρασιά εκτιμάται ότι καλύπτουν ένα ποσοστό της τάξης του 35% στην παρούσα φάση. Όσον αφορά την κατηγοριοποίηση του οίνου, το μεγαλύτερο ποσοστό κατέχουν τα κρασιά, που ανήκουν στην κατηγορία «Χωρίς ένδειξη ΠΟΠ/ΠΓΕ» (63,7%), ενώ με βάση το χρώμα, τα λευκά κρασιά υπερτερούν με μερίδιο 68,3%, για το 2011.
Αναφορικά με τις εισαγωγές, τα κρασιά εγχώριας παραγωγής καλύπτουν την εγχώρια ζήτηση σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που διαμορφώνει σε χαμηλά επίπεδα το βαθμό εισαγωγικής διείσδυσης, ο οποίος κυμάνθηκε μεταξύ 4,5% και 5%, την τελευταία διετία. Από την άλλη πλευρά, παρατηρείται ανάκαμψη στις εξαγωγές οίνου, με το βαθμό εξαγωγικής επίδοσης να ανέρχεται στο 12,3% για την τελευταία οινική περίοδο (2010/2011)».
Στο πλαίσιο της μελέτης, πραγματοποιήθηκε και χρηματοοικονομική ανάλυση των παραγωγικών επιχειρήσεων οινοποιίας, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επιπλέον, συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός, βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 54 παραγωγικών επιχειρήσεων, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία ισολογισμών των χρήσεων 2009 και 2010.
Όπως προκύπτει από τα δεδομένα αυτά, οι συνολικές πωλήσεις των 54 επιχειρήσεων του δείγματος το 2010 μειώθηκαν κατά 8%, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, ενώ η αδυναμία των εταιρειών να συμπιέσουν το κόστος τους οδήγησε σε σημαντική μείωση του μικτού κέρδους κατά 10,8%. Οι αρνητικές αυτές εξελίξεις είχαν σαν αποτέλεσμα τη σοβαρή επιδείνωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων. Το καθαρό αποτέλεσμα (προ φόρου εισοδήματος) μετατράπηκε σε ζημιογόνο, το 2010. Τα κέρδη EBITDA μειώθηκαν, επίσης, κατά 19,4%, την ίδια περίοδο.