Ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν θα σήμαινε απαραιτήτως το τέλος του κοινού νομίσματος, διότι η Γερμανία θα κάνει τα πάντα για την διάσωσή του, υποστηρίζει ο πρόεδρος του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης «Fitch», Πολ Τέιλορ, σε συνέντευξη που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel».
«Εάν επανεισαγόταν το γερμανικό μάρκο, θα γινόταν αυτομάτως η ανατίμησή του σε σχέση με τα άλλα νομίσματα, γεγονός το οποίο θα επηρέαζε την εξαγωγική δραστηριότητα της γερμανικής βιομηχανίας, της ατμομηχανής, δηλαδή, της οικονομίας της χώρας», εκτιμά ο κ. Τέιλορ και προβλέπει ότι η Γερμανία δεν θα επέτρεπε κάτι τέτοιο, ακόμη και εάν την Ευρωζώνη εγκατέλειπαν περισσότερες χώρες.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Πρόεδρος της Fitch δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στην Ζώνη του ευρώ και επισημαίνει ότι «εάν ήταν ενιαίο κράτος, θα το βαθμολογούσαμε με ΑΑΑ».
Σε ό,τι αφορά ωστόσο το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα και στην Γαλλία και την έντονη δυσαρέσκεια η οποία εκφράστηκε από τους ψηφοφόρους, ο κ. Τέιλορ σημειώνει ότι η ρητορική της δυσαρέσκειας δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε και αλλαγή πολιτικής.
«Ακόμη και ο κ. Ολάντ θα εξαρτάται από περιορισμούς», υπογραμμίζει και απορρίπτει το σκεπτικό της απομείωσης του χρέους των κρατών με δημοσιονομικό πρόβλημα. «Το ελληνικό κούρεμα είχε καταστροφικές συνέπειες. Κλονίστηκε η εμπιστοσύνη των επενδυτών στο βάθος της Ευρωζώνης. Τώρα διερωτώνται εάν θα ακολουθήσει η Ισπανία και πολλοί αποσύρουν τα χρήματά τους», τονίζει.
Ο κ. Τέιλορ θεωρεί άσκοπη και την δημιουργία ευρωπαϊκού μηχανισμού πιστοληπτικής αξιολόγησης, καθώς αμφισβητεί ότι κάτι τέτοιο θα εξασφάλιζε την απαραίτητη στήριξη.
Περιγράφει μάλιστα ως «πατριωτική προσέγγιση άσχετη με την πραγματικότητα των αξιολογήσεων» την άποψη που έχουν ορισμένοι ότι ένας ευρωπαϊκός οίκος θα αξιολογεί τα ευρωπαϊκά κράτη «φιλικότερα» και εξηγεί ότι οι κυβερνήσεις δεν επηρεάζουν τις αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης.