Μια σειρά από «παραδοσιακούς» εμπορικούς δρόμους της Αθήνας και του Πειραιά αγωνίζονται να επιπλεύσουν στην τρικυμία που έχει προκαλέσει η οικονομική κρίση στην αγορά. Οδός Φορμίωνος, οδός Φιλολάου, οδός Σωτήρος Διός στον Πειραιά, η Χρεμωνίδου στο Παγκράτι, Σιβιτανίδου και Αραπάκη στην Καλλιθέα, Βεΐκου στο Κουκάκι, μικροί, μεγάλοι ή… μεγαλύτεροι δρόμοι της πόλης, κλασικές αγορές των συνοικιών, βιώνουν σήμερα μια μεταβατική περίοδο που κανείς δεν ξέρει πού θα καταλήξει. «Δεν μιλάμε για πτώση 20 ή 30%. Μιλάμε για πτώση της τάξης του 60% στην καλύτερη περίπτωση», λέει στην «Καθημερινή» ιδιοκτήτρια καταστήματος ρούχων εισαγωγής στο Παγκράτι.
«Όσο και να μειώσουμε τις παραγγελίες μας, δεν μπορούμε να υπολογίσουμε εάν θα καταφέρουμε να βγάλουμε τη σεζόν. Η περιοχή έχει αλλάξει ραγδαία. Οι παλιοί κάτοικοι έχουν αποχωρήσει, την αγορά πια συντηρούν οι αλλοδαποί. Το ρούχο, το παπούτσι, το αξεσουάρ ο κόσμος θα το αφήσει τελευταίο. Ακόμα και δώρα, κάνει τρόφιμα, είδη πρώτης ανάγκης. Σε μαγαζιά όπως τα δικά μας, ζητούν έκπτωση στην έκπτωση, την οποία φυσικά κάνουμε. Τα “σκοτώνουμε” τα πράγματά μας για να επιβιώσουμε».
Και πώς να είναι διαφορετικά, όταν η υπ’ αριθμόν ένα αγορά της Αθήνας, αυτή του Κέντρου, βιώνει σήμερα πρωτόγνωρη κρίση. Σύμφωνα με στοιχεία του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, τα κλειστά καταστήματα της οδού Σταδίου φτάνουν το 30% του συνόλου, στην Πανεπιστημίου το 20%, στην Ερμού το 15%, ενώ στην οδό Πατησίων λουκέτο έχει μπει στο 15% των μαγαζιών.
Σύμφωνα με έρευνα, από τις 324.000 εμπορικές επιχειρήσεις που λειτουργούσαν στις αρχές του 2009 σε εμπορικούς δρόμους της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και των άλλων μεγάλων πόλεων της Ελλάδος, επιβίωσαν τον Αύγουστο του 2011 οι 255.000 και έκλεισαν οι 68.000 (περίπου ένα στα τέσσερα καταστήματα δηλαδή), παρασύροντας στην ανεργία πάνω από 100.000 εργαζόμενους. Και η κατάσταση βαίνει επιδεινούμενη. Σύμφωνα με την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, έως τον Αύγουστο του 2012, λουκέτο θα έχουν βάλει ακόμα 53.000 καταστήματα, εκτινάσσοντας τον αριθμό των κλειστών επιχειρήσεων για τη διετία 2010-2012 στις 122.000.