Μείωση κατά 27% εμφανίζει η κατανάλωση του ψωμιού, τα τελευταία ένα, δύο χρόνια στη χώρα μας. Ωστόσο η μείωση αυτή δεν οφείλεται στην κρίση, αλλά στην αλλαγή των διατροφικών συνηθειών, λόγω δίαιτας ή λόγω υγείας, ενώ επίσης η τιμή του ψωμιού δεν θεωρείται σημαντικός λόγος μείωσης της κατανάλωσης, καθώς μόνο 1 στους 10 καταναλωτές θεωρεί σημαντικό λόγο μείωσης της κατανάλωσης για λόγους οικονομίας.
Αυτά προκύπτουν από έρευνα, σε δείγμα 810 καταναλωτών και 207 αρτοποιών, τις πρώτες μέρες Απριλίου του 2011, από την εταιρεία Marc ΑΕ για λογαριασμό της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος. Η Ομοσπονδία, όπως ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου ο πρόεδρός της κ. Μ. Μούσιος «χτυπάει το καμπανάκι» στο υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, προκειμένου να υπάρξει διάλογος για τα κριτήρια που πρέπει να τεθούν στο πλαίσιο της απελευθέρωσης του επαγγέλματος, που επιδιώκει η κυβέρνηση, «ώστε να μην φτάσουμε στο σημείο, από τον επόμενο μήνα, να αγοράζουμε ψωμί από κομμωτήρια, βενζινάδικα ή από άλλα καταστήματα, χωρίς να τηρούνται οι ελάχιστες προϋποθέσεις προστασίας της υγείας του καταναλωτή».
Ο κ. Μούσιος ανέφερε ότι στο νομοσχέδιο για την απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων υπάρχει ρύθμιση που καταργεί όλους τους περιορισμούς και αυτό θα πρέπει να το δει με πολύ προσοχή η κυβέρνηση προκειμένου να υπάρχει προεδρικό διάταγμα που να θέτει ορισμένα όρια. Για το θέμα έχει ζητήσει ο κλάδος συνάντηση με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης.
Επίσης, ο πρόεδρος της ομοσπονδίας ανέφερε ότι αν και έχει γίνει αύξηση 20% στην τιμή των αλεύρων εν τούτοις οι αρτοποιοί δεν έχουν αυξήσει τις τιμές τους και δεν θα το κάνουν και στο μέλλον, όμως αγωνιούν για μια ενδεχόμενη νέα αύξηση στην τιμή των αλεύρων από το Σεπτέμβριο καθώς η τιμή του πετρελαίου και η τιμή των αλεύρων (αλλά και η τιμή των τιμολογίων της ΔΕΗ) ήταν οι παράγοντες που επηρέασαν περισσότερο το κόστος του ψωμιού.
Οι προβλέψεις για το επόμενο εξάμηνο δεν είναι αισιόδοξες και συνάδουν με το γενικότερο κλίμα της αγοράς, όπου το 67% των αρτοποιών περιμένει περαιτέρω μείωση του τζίρου του, το 20% σταθεροποίηση, το 4% ελπίζει σε αύξηση και το 9% αδυνατεί να προβλέψει.