Η Wall Street και τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αποχαιρέτησαν το 2023 με διψήφια άνοδο αλλά οι προβλέψεις των διαχειριστών κεφαλαίων που έγιναν στις αρχές του 2023, απέτυχαν παταγωδώς. O Nasdaq εκτοξεύτηκε κατά 43,42%, στην καλύτερη χρονιά του από το 2020, γράφοντας τη δεύτερη επίδοση παγκοσμίως μετά τον ρωσικό δείκτη MOEX. Ο S&P 500 έκλεισε με άνοδο 24,23% και ο Dow κέρδισε 13,70%.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 έκλεισε το 2023 σε απόσταση βολής από το ιστορικό υψηλό του με κέρδη 12,64%.
Ο γερμανικός δείκτης DAX σημείωσε ετήσια κέρδη 20,31%, ο γαλλικός CAC 40 ενισχύθηκε κατά 16,5%, ο βρετανικός FTSE 100 έκλεισε τη χρονιά 3,78% υψηλότερα.
Όσο και αν είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς την πορεία των αγορών, χρήσιμο είναι να αναφέρουμε τις εκτιμήσεις των αναλυτών ενόψει του νέου έτους.
Η νέα χρονιά έχει πλέον ενσωματωμένη την προσδοκία μείωσης των επιτοκίων από το δεύτερο εξάμηνο, παρακολουθώντας τις μειώσεις στο μέτωπο του πληθωρισμού. Η αποκλιμάκωση των ενεργειακών τιμών βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση και έχει βελτιώσει την επενδυτική ορατότητα, σημειώνει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οι Κεντρικές Τράπεζες ωστόσο, δεν δεσμεύονται από τις εκτιμήσεις των αγορών και θα παραμείνουν προσηλωμένες στην αυστηρή παρακολούθηση των μεταβολών του πληθωρισμού.
Εκτιμάται πάντως ότι κατά το 1ο εξάμηνο του 2024 θα διατηρήσουν τα παρεμβατικά τους επιτόκια στα τρέχοντα επίπεδα, αφού το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Υπάρχουν όμως δύο μεγάλοι κίνδυνοι. Ο ένας είναι οι γεωπολιτικές εξελίξεις, καθώς μεγαλώνει ο κίνδυνος μιας περιφερειακής ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή.
H σύγκρουση στη Μέση Ανατολή θα διατηρήσει υψηλά τη μεταβλητότητα στις αγορές ενώ ο κίνδυνος κλιμάκωσης δεν έχει εξαφανιστεί.
Μια άλλη αβεβαιότητα η οποία θα έρθει στο προσκήνιο, είναι οι εκλογές που θα διεξαχθούν σε ευαίσθητες γεωγραφικές Ζώνες, αλλά και σημαντικές Οικονομίες (Ευρώπη, ΗΠΑ, Ρωσία, Ινδία, κλπ), οι οποίες είναι πιθανόν θα προκαλέσουν ανατροπές των υφιστάμενων ισορροπιών.
Οι δύο αυτοί παράμετροι θα είναι και οι βασικοί φορείς μεταβλητότητας για τις Αγορές, στην διάρκεια της επόμενης χρονιάς.
Μία ακόμη αβεβαιότητα συνδέεται με τους ρυθμούς ανάπτυξης. Σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση της Fed, η αμερικανική οικονομία αναμένεται να σημειώσει αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% το 2024. Για την ευρωπαϊκή οικονομία, η εκτίμηση της ΕΚΤ είναι ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό μόλις 0,8%, ενώ το ΔΝΤ εκτιμά ότι η παγκόσμια οικονομία θα μεγεθυνθεί με ρυθμό 3%.
H UBS δηλώνει ότι είναι υπερβολική η αισιοδοξία για το 2024, εκτιμώντας ότι οι επενδυτές υποβαθμίζουν τους κινδύνους.
Κατά γενική εκτίμηση, η άνοδος που καταγράφουν τα περισσότερα περιουσιακά στοιχεία το τελευταίο διάστημα, εντάθηκε εν μέσω ελπίδων για επιθετική νομισματική χαλάρωση από τις κορυφαίες κεντρικές τράπεζες το 2024. Αλλά όπως εξηγεί η UBS, η ανθεκτικότητα των οικονομικών δεδομένων των ΗΠΑ ενισχύει το σενάριο οι αγορές να απογοητευτούν από την ταχύτητα των μειώσεων των επιτοκίων της FED.
H UBS, τονίζει ότι η προεκλογική περίοδος των ΗΠΑ, ενόψει των εκλογών τον Νοέμβριο, μπορεί επίσης να οδηγήσει σε χειρότερες συνθήκες της αγοράς, ιδιαίτερα στο πλαίσιο μιας ολοένα και πιο πολωμένης πολιτικής διαδικασίας στις ΗΠΑ.
Αντιθέτως αισιόδοξη για την πορεία των μετοχών το 2024, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, εμφανίζεται η Deutsche Bank τονίζοντας πως οι αποτιμήσεις είναι ακόμα πολύ χαμηλές. Ακόμη και σε περίπτωση ήπιας ύφεσης, προβλέπει ράλι άνω του 12% στην ευρωπαϊκή αγορά και 11%-20% στην αμερικάνικη. Όπως μάλιστα επισημαίνει, οι αποτιμήσεις των ευρωπαϊκών μετοχών είναι στα επίπεδα που βρισκόντουσαν στα βάθη της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Τα Ευρωπαϊκά Χρηματιστήρια
Η Citi παρουσιάζεται ιδιαίτερα αισιόδοξη για την πορεία των ευρωπαϊκών αγορών. Σε επίπεδο ρεκόρ θα κινηθεί ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 το 2024, καθώς η κορύφωση των επιτοκίων και τα καλύτερα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα κερδοφορίας των εταιρειών θα στηρίξουν τις μετοχές, όπως εκτιμά η Citigroup. Το discount των ευρωπαϊκών μετοχών έναντι των μετοχών των ΗΠΑ είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια 30 χρόνια και είναι πλέον υπερβολικό. Η αμερικάνικη τράπεζα επισημαίνει πως οι ευρωπαϊκές μετοχές κινούνται συνήθως υψηλότερα στους 12 μήνες μετά το ξεκίνημα των κύκλων χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής και του τέλους των μειώσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ και της Fed, ενώ συστήνει στους επενδυτές να μην κυνηγήσουν τα ράλι το επόμενο έτος και να αγοράσουν στις “βουτιές” της αγοράς.
Όπως σημειώνει η αμερικάνικη τράπεζα, οι ευρωπαϊκές μετοχές έχουν καταγράψει μείωση κατά 30% στις αποτιμήσεις τους από τα τέλη του 2021 και σήμερα διαπραγματεύονται κοντά στο μεγαλύτερο discount σε όρους P/E έναντι των μετοχών των ΗΠΑ τα τελευταία 30 χρόνια, το οποίο διαμορφώνεται στο 30% έναντι 15% που είναι ο ιστορικός μέσος όρος. Ένα discount έναντι των ΗΠΑ είναι λογικό όπως τονίζει, λόγω των διαφορετικών βαρών των κλάδων στις δύο αγορές, ωστόσο το σημερινό είναι υπερβολικό πλέον.
Η Deutsche Bank είναι ιδιαίτερα θετική για τις ευρωπαϊκές μετοχές και εκτιμά πως θα υπεραποδώσουν στο μακροπρόθεσμο διάστημα. Βλέπει άνοδο 10% το 2024.
Αντιθέτως η Bank of America βλέπει «βουτιά» 20% στις ευρωπαϊκές μετοχές το πρώτο εξάμηνο του 2024.
Η ανάλυση της BofA δείχνει ότι χρειάζονται περίπου 18 μήνες για να υλοποιηθεί ο πλήρης αντίκτυπος της νομισματικής σύσφιξης στον μακροοικονομικό κύκλο. Αυτό υποδηλώνει ότι αντί να αντιμετωπίζει βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης, η οικονομία πλησιάζει στο να αισθανθεί την πλήρη επίδραση των επιθετικών αυξήσεων επιτοκίων στις οποίες προχώρησαν οι κεντρικές τράπεζες τα τελευταία δύο χρόνια.
Τα Ομόλογα
Ασθενέστερη ανάπτυξη, χαμηλότερα επιτόκια, με τις αγορές ομολόγων να υπεραποδίδουν, αναμένουν μεταξύ άλλων οι επαγγελματίες των αγορών για το 2024, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα Νοεμβρίου της Bank of America στην οποία συμμετείχαν 265 διαχειριστές θεσμικών χαρτοφυλακίων με συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια 632 δισ. δολ.
Οι διαχειριστές μείωσαν τις θέσεις τους στα μετρητά και αύξησαν τις θέσεις τους στα ομόλογα στο τρίτο υψηλότερο επίπεδο τις τελευταίες δύο δεκαετίες μετά τον Μάρτιο του 2009 και τον Δεκέμβριο του 2008, τότε που η παγκόσμια οικονομία προσπαθούσε να βγει από την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση/ύφεση.
Ως ένα από τα καλύτερα επενδυτικά trends για το 2024 χαρακτηρίζονται τα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης από τους αναλυτές, τα οποία και φέτος έχουν προσφέρει εξαιρετικές αποδόσεις, ενώ η επιβράδυνση της οικονομίας και η πτώση του πληθωρισμού αναμένεται να φέρουν το 2024 μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, που θα δώσουν περαιτέρω ώθηση στα ομόλογα.
Το μέσο κέρδος για τους επενδυτές φέτος φθάνει για τα ευρωπαϊκά ομόλογα στο 6,5%, έναντι 3,5% για τα αμερικανικά 10ετή και 2,4% για τα βρετανικά, βάσει στοιχείων που προέρχονται από τους δείκτες ICE BofA.
Τα ελληνικά ομόλογα
Τα ελληνικά ομόλογα υπεραπέδωσαν το 2023, καθώς οι αποδόσεις των 10ετών διαμορφώθηκαν στο τέλος του 2023 στο 3% από 4,6% στην αρχή, με τις τιμές να έχουν αυξηθεί κατά 10% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της απόκτησης επενδυτικής βαθμίδας για την ελληνική οικονομία το spread του 10ετούς, με το αντίστοιχο γερμανικό ομόλογο έχει συρρικνωθεί κοντά στις 100 μονάδες βάσης.
Από το 2024, τα ελληνικά ομόλογα θα εντάσσονται στη λίστα των μεγάλων διεθνών δεικτών, όπως του Bloomberg. Την Άνοιξη αναμένεται και η αξιολόγηση του οίκου Moody’s, ο οποίος βαθμολογεί τη χώρα μας μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.
Η Goldman Sachs εκτιμά πως και τα ελληνικά ομόλογα θα υπεραποδώσουν το 2024, απόρροια των μικρών εκδόσεων χρέους και της ισχυρότερης ανάπτυξης σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ενώ και η JP Morgan συστήνει long (ανοδική) θέση στα ελληνικά 10ετή ομόλογα.
Η UBS δηλώνει και αυτή bullish για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα και σύμφωνα με τους υπολογισμούς της UBS, τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούσαν να αποτελέσουν το 1% του Bloomberg Euro Aggregate Treasury Bond Index, με την ένταξή τους να αναμένεται τον Ιανουάριο.
Με την επενδυτική βαθμίδα και τα ελληνικά ομόλογα μπαίνουν στα ραντάρ διεθνών επενδυτικών κεφαλαίων που επενδύουν σε ομόλογα και διαχειρίζονταν περί τα 28 τρισ. δολάρια ΗΠΑ σε στοιχεία ενεργητικού.
Η επενδυτική βαθμίδα θα φέρει νέες εισροές στα ελληνικά ομόλογα, από τα index funds, οι οποίες εκτιμώνται από την BofA στα 16 δισ. ευρώ. Αυτό είναι ένα σημαντικό μέγεθος, δεδομένου ότι υπάρχουν μόνο 74 δισ. ευρώ ελληνικών ομολόγων σε κυκλοφορία, εκ των οποίων τα 35 δισ. ευρώ βρίσκονται στην ΕΚΤ.
Οι αγορές συναλλάγματος
Τη χειρότερη χρονιά του από την έναρξη της πανδημίας ήταν το 2023, το δολάριο. Το μεγαλύτερο μέρος της πτώσης του δολαρίου σημειώθηκε κατά το τέταρτο τρίμηνο, εν μέσω στοιχημάτων ότι η Fed θα χαλαρώσει τη νομισματική πολιτική της το 2024, καθώς η αμερικανική οικονομία επιβραδύνει. Οι προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων κάνουν το αμερικανικό νόμισμα λιγότερο ελκυστικό σε σχέση με τα νομίσματα άλλων χωρών, όπου οι κεντρικές τράπεζες αναμένεται να διατηρήσουν τα επιτόκια σε υψηλότερα επίπεδα για περισσότερο καιρό.
Σημαντική πτώση της ισοτιμίας του δολαρίου «βλέπουν» οι αναλυτές το 2024.Για πρώτη φορά από τον Σεπτέμβριο, τα hedge funds έχουν μεταβάλλει τις εκτιμήσεις τους προτείνοντας πλέον «πώληση» για το δολάριο.
Οι traders «βλέπουν» τώρα μειώσεις επιτοκίων τουλάχιστον κατά 150 μονάδες βάσης από τη Fed το 2024, με την πρώτη κίνηση να έρχεται από τον Μάρτιο κιόλας. Οι προσδοκίες για νομισματική χαλάρωση εντάθηκαν μετά την συνεδρίαση Δεκεμβρίου της Fed, με το κλίμα για το δολάριο να γίνεται όλο και πιο αρνητικό έκτοτε.
Οι μεγαλύτερες μετατοπίσεις παγκοσμίως αφορούν το γεν, με τα στοιχήματα για κέρδη του δολαρίου έναντι του ιαπωνικού νομίσματος να μειώνονται περισσότερο από 20%, και τη βρετανική λίρα, όπου τα στοιχήματα για πτώση του δολαρίου σχεδόν διπλασιάστηκαν.
Η Goldman βλέπει το γεν στα 142 ανά δολάριο σε έξι μήνες, σημαντικά ισχυρότερο από την προηγούμενη εκτίμησή της για 155. Ενισχύει επίσης τις προβλέψεις για το δολάριο Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας κατά τουλάχιστον 9% στον ίδιο ορίζοντα.
Το Πετρέλαιο
Με πτώση άνω του 10% ολοκλήρωσαν το 2023 οι τιμές του πετρελαίου, σε μια χρονιά όπου οι γεωπολιτικές ανησυχίες, οι περικοπές παραγωγής και τα μέτρα για τον περιορισμό του πληθωρισμού παγκοσμίως προκάλεσαν έντονες διακυμάνσεις στην αγορά του «μαύρου χρυσού».
Ωστόσο, οι traders εμφανίζονται αισιόδοξοι για τη νέα χρονιά, καθώς οι αναμενόμενες μειώσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες εκτιμάται ότι θα περιορίσουν το κόστος δανεισμού των καταναλωτών στις μεγάλες αγορές, βελτιώνοντας τη ζήτηση, ενώ και η εξασθένιση του δολαρίου καθιστά το πετρέλαιο λιγότερο ακριβό για τους κατόχους άλλων νομισμάτων, γεγονός που θα μπορούσε να τονώσει περαιτέρω τη ζήτηση το 2024.
Έρευνα του Reuters σε 30 οικονομολόγους και αναλυτές καταδεικνύει ότι το αργό Brent θα κινηθεί κατά μέσο όρο στα 84,43 δολάρια το βαρέλι το 2024, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των 80 δολαρίων περίπου φέτος και τα υψηλά άνω των 100 δολαρίων το 2022, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Πάντως, η Morgan Stanley αναθεώρησε πτωτικά τις προβλέψεις της για το αργό τύπου Brent κατά 9% στα 77 δολάρια το βαρέλι.
Αντίστοιχα και οι Goldman Sachs και UBS υποβάθμισαν το outlook, καθώς αναμένουν ότι η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο θα είναι επαρκής, κάτι που δεν θα επιτρέψει στις τιμές να ανακάμψουν.
Ο Χρυσός
O χρυσός στο 2023 έκλεισε στα 2.073 δολάρια η ουγγιά και ενισχύθηκε κατά περίπου 13%. Στις 4 Δεκεμβρίου, ο χρυσός σημείωσε ιστορικό ρεκόρ στα 2.135,40 δολάρια, ενώ τον Μάιο είχε βρεθεί σε αχαρτογράφητα νερά στον απόηχο της κρίσης των περιφερειακών τραπεζών των ΗΠΑ. Τον Οκτώβριο υποχώρησε στα 1.800 δολάρια, για να πάρει ώθηση στη συνέχεια από την ανασφάλεια που δημιούργησε ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς.
Η μείωση των επιτοκίων, η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, η αβεβαιότητα που θα δημιουργήσει το προεκλογικό κλίμα στις ΗΠΑ και οι αγορές χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες με πρωτεργάτρια την Κίνα δείχνουν άνοδο του χρυσού και το 2024.
Η JP Morgan βλέπει ράλι για τον χρυσό στα μέσα του 2024, με στόχο τα 2.300 δολάρια αναμένοντας πως θα έχουν ξεκινήσει οι μειώσεις των επιτοκίων μες στο πρώτο 6μηνο. Η UBS προβλέπει ρεκόρ στα 2.150 δολάρια μέχρι το τέλος του 2024, εάν η Fed προχωρήσεις στις μειώσεις των επιτοκίων.
Crypto
Οι «ταύροι» επανεμφανίζονται στα κρυπτονομίσματα. Η κατάρρευση κυρίευσε τις αγορές crypto στα τέλη του 2022 μετά από απώλειες 1,5 τρισ. δολαρίων. Δώδεκα μήνες αργότερα το Bitcoin επανήλθε με άνοδο άνω του 150% που πρόσθεσε περίπου 530 δισεκατομμύρια δολάρια στην κεφαλαιοποίησή του. Οι επενδυτές είναι ολοένα και περισσότερο πεπεισμένοι ότι η Fed ολοκληρώνει τις αυξήσεις των επιτοκίων, καθώς ο πληθωρισμός μειώνεται, στρέφοντας την εστίαση στον πιθανό βαθμό μείωσης του κόστους δανεισμού αναφοράς το επόμενο έτος. Το αλλαγμένο σκηνικό έχει τροφοδοτήσει ένα ράλι στις παγκόσμιες αγορές και έχει αναζωπυρώσει το κερδοσκοπικό ενδιαφέρον για τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία.