Η «Τόσκα», το οπερατικό αριστούργημα του Τζάκομο Πουτσίνι, σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού και σκηνοθεσία-σκηνικά-κοστούμια Νίκου Σ. Πετρόπουλου έρχεται από τις 26 Ιανουαρίου και για έξι μοναδικές παραστάσεις (26, 28, 31/1 και 4, 6, 9/2), στην Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, στο πλαίσιο του αφιερώματος της ΕΛΣ στον Στέφανο Λαζαρίδη.
Αυτή η παραγωγή πρωτοπαρουσιάστηκε το 2007, μετά από πρόσκληση του τότε καλλιτεχνικού διευθυντή της ΕΛΣ, Στέφανου Λαζαρίδη, στον Νίκο Σ. Πετρόπουλο, ο οποίος μετέφερε τη δράση του έργου στην περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Ρώμη.
Η παράσταση υπογραμμίζει τα στοιχεία της βίας και του σαδισμού, ενώ επιτρέπει στα ακραία συναισθήματα να εκφραστούν με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Η ασπρόμαυρη αισθητική της παραγωγής και οι υποβλητικοί φωτισμοί δίνουν στο θέαμα αέρα κινηματογραφικής ταινίας και ειδικότερα παραπέμπουν στις ταινίες του ιταλικού νεορεαλισμού, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Η μετατόπιση του ιστορικού πλαισίου δεν επηρεάζει το βασικό θέμα της όπερας, που αφορά τα συναισθήματα και τις επιθυμίες των τριών βασικών χαρακτήρων. Φιλοδοξεί, όμως, να φέρει στο νου εικόνες πολύ πιο οικείες σε όλους μας, από συνθήκες που οι παλιότεροι έχουν ζήσει και οι νεότεροι έχουν ακούσει από αφηγήσεις και δει μέσα από ντοκιμαντέρ και τον κινηματογράφο. Συνθήκες οριακές, που αποτελούν τη βάση για τις συγκρούσεις που πραγματεύεται η όπερα του Πουτσίνι» σημείωνε για την παραγωγή ο Στέφανος Λαζαρίδης.
Ο σκηνοθέτης Νίκος Σ. Πετρόπουλος αναφέρει: «Τον Φεβρουάριο του 1944, σε μία Ρώμη παρωδία ανοχύρωτης πόλης, γεμάτη πρόσφυγες, κατασκόπους, διπλούς πράκτορες, πληροφοριοδότες, συνεργάτες Γερμανών, δοσίλογους, βασανιστές, φυγάδες, μέσα στον πάταγο των συμμαχικών βομβαρδισμών, στη συνεχή μετακίνηση των γερμανικών στρατευμάτων και στο γενικό πανικό, η Τόσκα βρίσκει έναν ιδανικό ιστό για να μας οδηγήσει σε ένα ρεαλιστικό ιστορικό δράμα του 20ου αιώνα».
Η υπόθεση του έργου έχει ως εξής: Η Φλόρια Τόσκα, μία ντίβα της όπερας, είναι μία γυναίκα παράφορα ερωτευμένη, που ζηλεύει παθολογικά τον σύντροφό της. Ο βαρόνος Σκάρπια, ένας σκοτεινός άνδρας με απόλυτη εξουσία, ηδονίζεται από τον πόνο των θυμάτων του. Ανάμεσα στους δύο βρίσκεται ο εραστής και αγνός πατριώτης Μάριο Καβαραντόσσι, ο οποίος οδηγείται στον θάνατο, όχι για τις ιδέες του, αλλά επειδή κατέχει την Τόσκα, την οποία ποθεί ο Σκάρπια. Η μηχανή είναι καλά στημένη: Απ’ τις παγίδες του Σκάρπια δεν θα ξεφύγει κανείς.
Σε αυτό το οπερατικό θρίλερ, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα το 1900 στη Ρώμη, τα παράφορα πάθη υπογραμμίζονται από την άκρως υποβλητική μουσική του Τζάκομο Πουτσίνι. Από την Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1942, με τη 19χρονη Μαρία Κάλλας στον ομώνυμο ρόλο.
Η Τόσκα είναι το κατ’ εξοχήν έργο του κορυφαίου συνθέτη που ευθυγραμμίζεται στα ιδεώδη του βερισμού, του ιταλικού κινήματος του νατουραλισμού. Για τον Πουτσίνι ο ρεαλισμός έγκειται στην αγριότητα των καταστάσεων και των εντάσεων ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και αποδίδεται από τη μουσική με άμεσο τρόπο, χωρίς αφύσικες ωραιοποιήσεις. Η επιθυμία του συνθέτη ήταν το έργο να μη θυμίζει καθόλου όπερα. Για να το επιτύχει αυτό προχώρησε σε σοβαρές επεμβάσεις στο ποιητικό κείμενο με στόχο την ανάπτυξη μίας διαρκούς σκηνικής δράσης.
Η Τόσκα μιλά για τον έρωτα, τη ζήλεια, τη διεστραμμένη λαγνεία, την πίστη στη φιλία. Και παρά το γεγονός ότι ο θάνατος σφραγίζει το έργο, εντούτοις η ουσία της πλοκής τού έργου είναι ο αβίωτος διχασμός της ηρωίδας, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα εφιαλτικό δίλημμα.
Στον ρόλο του τίτλου, η σπουδαία υψίφωνος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Τσέλια Κοστέα, η οποία πρόσφατα τον ερμήνευσε με ιδιαίτερη επιτυχία σε Γαλλία (Τουλόν) και Γερμανία (Στουτγάρδη και Ντύσσελντορφ). Στον ρόλο του Σκάρπια κάνει το ντεμπούτο του ο διακεκριμένος Έλληνας βαρύτονος της ΕΛΣ, Δημήτρης Τηλιακός, ο οποίος μετά τη μεγάλη επιτυχία τής πολυβραβευμένης ηχογράφησης του Ντον Τζοβάννι με τον Θόδωρο Κουρετζή και ύστερα από τις ιδιαιτέρως επιτυχημένες εμφανίσεις σε Παρίσι, Μόσχα (Μπολσόι), Βαρκελώνη, Βρυξέλλες, Ζυρίχη, Περμ, Νέα Υόρκη κ.α., επιστρέφει στην ΕΛΣ.
Τον Μάριο Καβαραντόσσι θα ερμηνεύσει στην πρώτη διανομή ο διακεκριμένος Τσέχος τενόρος Πάβελ Τσέρνοχ, γνωστός στο κοινό της ΕΛΣ από την ερμηνεία τού ρόλου του πρίγκιπα στην όπερα Ρούσαλκα του Ντβόρζακ το 2009. Στη δεύτερη διανομή, τον Καβαραντόσσι ερμηνεύει ο διακεκριμένος τενόρος της ΕΛΣ Δημήτρης Πακσόγλου. Στον ρόλο του Αντζελόττι ο Τάσος Αποστόλου.
Την παραγωγή διευθύνει ο αρχιμουσικός της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Λουκάς Καρυτινός. Την ευθύνη της προετοιμασία της Χορωδίας της ΕΛΣ έχει ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος και της Παιδικής Χορωδίας της ΕΛΣ η Κωνσταντίνα Πιτσιάκου.