Είπε λοιπόν ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της Γαρυφαλλιάς ότι ήταν η κακιά στιγμή που σκότωσε τη νέα γυναίκα. Και όμως, όπως προκύπτει από την ιατροδικαστική έκθεση, την είχε κακοποιήσει με ξυλοδαρμό και βαριές κακώσεις, μέχρι που την έριξε ζωντανή από τα βράχια στη θάλασσα, όπου βρήκε τον πνιγμό της. Το αντίστοιχο θυμόμαστε να ακούμε και να ξανα-ακούμε κατά τη δίκη για το φόνο της Ελένης Τοπαλούδη.
Γράφει η Σίσσυ Βωβού*
Σύμφωνα με τα (μέχρι τώρα) ευρήματα της ιατροδικαστικής εξέτασης που δημοσιοποιήθηκαν, το άψυχο κορμί της Γαρυφαλλιάς έφερε μώλωπα από γροθιά στο δεξί μάτι, είχε γδαρσίματα στη δεξιά πλευρά, αλλά και στην πλάτη, καθώς και ένα τραύμα 4-5 εκατοστών στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού της. Ένα τραύμα, το οποίο χρήζει περαιτέρω έρευνας. Επίσης, από τα χτυπήματα στα βράχια άνοιξαν οι βρεγματικές ραφές του κρανίου. Όλα τα χτυπήματα, αλλά και το σύρσιμο στα βράχια έγιναν, ενώ η Γαρυφαλλιά βρισκόταν εν ζωή, σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση. Στον λάρυγγα και στα πνευμόνια βρέθηκε άφθονη ποσότητα θαλασσινού νερού, ενώ έφερε σημάδια χτυπημάτων και στο δεξιό μαστό. Για να λειτουργεί η αναπνοή της, να εισπνεύσει θαλασσινό νερό και να πνιγεί, είπαν στη δίκη της Τοπαλούδη, σημαίνει ότι η Ελένη ήταν ζωντανή όταν γκρεμίστηκε στη θάλασσα. Το ίδιο, προφανώς, ισχύει και για την Γαρυφαλλιά.
Είναι σημαντικό ότι τελευταία συζητούνται πολύ οι φόνοι γυναικών και μάλιστα ότι έχει αρχίσει να γίνεται αποδεκτός ο όρος γυναικοκτονία, και να αντιμετωπίζεται από πολλές πλευρές θετικά το αίτημα των γυναικείων οργανώσεων για την εισαγωγή του όρου στο νόμο. Γιατί γυναικοκτονία, λοιπόν, η γυναίκα δεν είναι άνθρωπος για να ονομάσουμε το φόνο της ανθρωποκτονία;
Ναι, η γυναίκα είναι άνθρωπος, όταν φονεύεται όμως επειδή είναι γυναίκα, υπάρχουν επιβαρυντικές περιστάσεις στο φόνο αυτόν, επομένως ο όρος που προτείνουμε δεν είναι παιχνίδι λέξεων, είναι ανάλυση αυτών των πράξεων ώστε η κοινωνία, οι αρχές και η Δικαιοσύνη να αντιμετωπίζουν ουσιαστικά τους λόγους αυτών των φόνων, συνήθως μια κορύφωση βίας λόγω φύλου ή ενδοοικογενειακής βίας.
«Την Ελένη την σκότωσαν επειδή ήταν γυναίκα», είπε η Κούλα Αμουρτίδου, για το φόνο της κόρης της Ελένης Τοπαλούδη. Δεν ήταν φεμινίστρια η κ. Αμουρτίδου, έγινε όμως, μέσα από την τραγική μοίρα της κόρης της και φυσικά της οικογένειάς της.
Συζητούνται οι γυναικοκτονίες, ή κάποιες από αυτές, κυρίως όταν η οικογένεια εμπλέκεται δυναμικά στον αγώνα για την ανάδειξη της κοινωνικής σημασίας του φόνου των παιδιών της. Στην περίπτωση της Καρολάιν Κράουτς, ο κύριος λόγος της μεγάλης δημοσιότητας ήταν η προσπάθεια του καθ’ ομολογίαν φονιά της να αποπροσανατολίσει τις έρευνες και να παραπλανήσει τις αρχές που ερευνούσαν. Πολύ περισσότερο, συζητούνται όταν το φεμινιστικό κίνημα κινητοποιείται και καταγγέλλει τον πατριαρχικό χαρακτήρα της βίας και των κακουργημάτων.
Στην υπόθεση της Μακρυνίτσας, ο σύζυγος-δράστης διπλού εγκλήματος, της γυναίκας του και του αδελφού της, τον Απρίλιο, η δημόσια ανάλυση του θέματος ήταν λιγότερη, παρ’ ότι υπήρχαν δύο νεκροί, η Κωσταντίνα Τσάπα και ο αδελφός της που πήγε να την σώσει, Γιώργος Τσάπας. Ο δράστης είχε σοβαρή ψυχική νόσο για την οποία είχε διαταχθεί από εισαγγελέα ο ακούσιος εγκλεισμός του σε κατάλληλο ίδρυμα. Αλλά η εισαγγελική εντολή δεν είχε εφαρμοστεί, οι υπηρεσίες δεν ήξεραν η μια τι κάνει η άλλη, με αποτέλεσμα, αυτός ο “καλός μπαμπάς” που πήγε τάχα να δει το δίχρονο παιδί του, να σκοτώσει τη μητέρα του παιδιού και τον αδελφό της.
Δεν άρχισαν ξαφνικά οι γυναικοκτονίες, όπως δείχνουν όλες οι έρευνες. Στην Ελλάδα τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε καταγράψει 11 γυναικοκτονίες το χρόνο. Φέτος, τους τελευταίους 8 μήνες, έχουμε καταγράψει 8 γυναικοκτονίες συν τον αδελφό Τσάπα, που μας κάνει 9 νεκρές στα χέρια της ανδρικής κυριαρχίας προς τις συγκεκριμένες γυναίκες.
Και είναι πραγματικά αποκρουστικό όταν οι φονιάδες γυναικοκτόνοι ή αυτοί που έχουν κάνει το κακούργημα του βιασμού, όχι μόνο λένε “η κακιά στιγμή”, “χάλασε η φάση” και άλλα παρόμοια, αλλά όλοι μηδενός εξαιρουμένου ζητούν να αντιμετωπισθούν επιεικώς γιατί έχουν ψυχικά προβλήματα.
Σε όσα δικαστήρια κακουργηματικών υποθέσεων έχουμε παρευρεθεί ως κίνημα για την αλληλεγγύη στις επιβιώσασες ή στα θύματα, για την τιμωρία των κακουργηματικών πράξεων, ο ισχυρισμός των δικηγόρων υπεράσπισης είναι ότι ο πελάτης τους είναι ψυχικά ασθενής, συχνά φέρνουν και χαρτιά (πλαστά σε πολλές περιπτώσεις, όπως για τον φόνο της Τοπαλούδη), για να επιτύχουν μικρότερες ποινές. Και μεγάλο μέρος της κοινωνίας πιστεύει ότι για να κάνει κάποιος τέτοιες πράξεις δεν μπορεί, θα είναι ψυχικά διαταραγμένος ή τρελός. Έτσι μάλιστα εργαλειοποιούν το θέμα της ψυχικής ασθένειας, η οποία είναι γεγονός ότι πλήττει πολλούς ανθρώπους, αποδίδοντας την εγκληματικότητα σ’ αυτήν, και στιγματίζοντας τους ψυχικά ασθενείς.
Έτσι, αποφεύγεται η ενασχόληση με την αιτία της βίας, που είναι η πατριαρχική κυριαρχία των ανδρών επί των γυναικών, κι έτσι επίσης αποφεύγεται η ανάγκη ανάλυσης των σχέσεων, των συνθηκών, και κοινωνικής παρέμβασης για να σταματήσουν οι πράξεις βίας κατά των γυναικών σε κάθε τους βαθμό και φυσικά να προχωρήσουμε στον δύσβατο δρόμο της ισότητας των φύλων.
Οι ευθύνες της πολιτείας είναι επίσης μεγάλες, όταν οι δομές αρωγής προς τις γυναίκες που είναι θύματα βίας λειτουργούν με το σταγονόμετρο, εμποδίζοντας ή αποτρέποντας πολλές γυναίκες να προσφύγουν σ’ αυτές. Ενώ συχνά υπάρχει συγκάλυψη, όταν εμπλέκονται αστυνομικοί, όπως έγινε στην περίπτωση της Ηλιούπολης.
Το χειρότερο, τελευταία αναφέρεται από κάποιες οργανώσεις ανδρών που έχουν κουραστεί να ακούνε για την ισότητα, ότι αυξάνεται η ενδοοικογενειακή βία απ’ όλες τις πλευρές, ανεξαρτήτως φύλου, και μάλιστα αυξάνεται η βία κατά των ανδρών. Οπότε, τι τις θέλουμε τις δομές στήριξης των γυναικών απέναντι στη βία;
Καταλήγουμε με το σύνθημα ΚΑΜΙΑ ΛΙΓΟΤΕΡΗ, και ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΛΕΙΨΗ κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών.
*Η Σίσσυ Βωβού είναι φεμινίστρια, Μέλος του Σωματείου Γυναικείων Δικαιωμάτων ΤΟ ΜΩΒ, συγγραφέας του βιβλίου «Πατριαρχική Δικαιοσύνη και Φεμινιστικές Αντιστάσεις»