Μαύρο τουρμπάνι και ιερατικό ένδυμα, ο αγιατολάχ Ραϊσί υπήρξε ένας σκληροπυρηνικός ηγέτης που εγγυήθηκε από το 2021 ως πρόεδρος την επιστροφή του Ιράν στις σκοτεινότερες περιόδους καταστολής των δικαιωμάτων και των ελευθεριών στο εσωτερικό και επιθετικής εξωτερικής πολιτικής και αδιαλλαξίας στις σχέσεις της Τεχεράνης με τον έξω κόσμο.

Προστατευόμενος του επί 35 χρόνια ανώτατου ηγέτη του Ιράν, του αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, θεωρείτο φαβορί για να τον διαδεχθεί στο σημαντικότερο πόστο της Ισλαμικής Δημοκρατίας.

Ο αγιατολάχ Ραϊσί ήταν ένας από τους πυλώνες του συντηρητικού και υπερσυντηρητικού στρατοπέδου που έχουν θέσει υπό τον έλεγχό τους όλους τους μοχλούς της εξουσίας στο Ιράν από το 2020.

Εξελέγη στις 18 Ιουνίου 2021 εμφανιζόμενος ως προστάτης των μη προνομιούχων και ως πολέμιος της διαφθοράς. Νίκησε σε μία εκλογική μάχη ουσιαστικά χωρίς αντιπάλους και με ιστορικά χαμηλή συμμετοχή των Ιρανών στην ψηφοφορία.

Διαδέχθηκε τον μετριοπαθή Χασάν Ροχανί, ο οποίος τον είχε νικήσει στις προεδρικές εκλογές του 2017 και δεν είχε το δικαίωμα να είναι και πάλι υποψήφιος έπειτα από δύο διαδοχικές προεδρικές θητείες.

Ο αγιατολάχ Ραϊσί βγήκε ενισχυμένος από τις βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου, τις πρώτες εκλογές που διεξήχθησαν στο Ιράν μετά το πρωτοφανές κύμα διαμαρτυρίας που συγκλόνισε στο τέλος του 2022 τη χώρα μετά τον θάνατο της Μάχσα Αμινί. Ο ίδιος χαιρέτισε το εκλογικό αποτέλεσμα ως «νέα ιστορική ήττα των εχθρών του Ιράν», δηλαδή των δυτικών χωρών και των ιρανών αντιφρονούντων του εξωτερικού. Το κοινοβούλιο που θα συγκροτηθεί σε σώμα στις 27 Μαΐου θα τελεί υπό τον έλεγχο των συντηρητικών και των υπερσυντηρητικών του καθεστώτος της Τεχεράνης.

«Χασάπης της Τεχεράνης»

Γεννημένος τον Νοέμβριο 1960 στην ιερή σιιτική πόλη του Μασχάντ και σε οικογένεια ιερωμένων, ο Εμπραχίμ Ραϊσί συμμετείχε στις διαδηλώσεις κατά του Σάχη ως σπουδαστής ιερατικής σχολής στην ιερή πόλη Κομ. Ορίσθηκε στην ηλικία των 20 μόλις ετών γενικός εισαγγελέας του Καράζ αμέσως μετά την ισλαμική επανάσταση που έφερε στην ηγεσία τον αγιατολάχ Χομεϊνί το 1979. Διετέλεσε γενικός εισαγγελέας της Τεχεράνης από το 1989 έως το 1994 και αντιπρόεδρος της Δικαστικής Αρχής από το 2004 έως το 2014, οπότε και διορίσθηκε γενικός εισαγγελέας του Ιράν.

Το 2016, ο αγιατολάχ Χαμενεΐ τον τοποθέτησε επικεφαλής του πανίσχυρου φιλανθρωπικού ιδρύματος Astan-é Qods Razavi, που διαχειρίζεται το μαυσωλείο του ιμάμη Ρεζά στη Μασχάντ μαζί με τεράστια περιουσία σε βιομηχανίες και ακίνητη περιουσία. Τρία χρόνια μετά αναλαμβάνει την ηγεσία της Δικαστικής Αρχής της χώρας.

Ως γενικός εισαγγελέας της ιρανικής πρωτεύουσας, ο Εμπραχίμ Ραϊσί κέρδισε το προσωνύμιο «χασάπης της Τεχεράνης» συμμετέχοντας το 1988, με τον τερματισμό του πολέμου Ιράν-Ιράκ, στην Επιτροπή Θανάτου, το τετραμελές μυστικό δικαστήριο που συγκροτήθηκε για να ξαναδικάσει χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους, πολλοί από τους οποίους ήταν μέλη της οργάνωσης Μουτζαχεντίν-ε-Χαλκ. Χιλιάδες, έως δεκάδες χιλιάδες, πολιτικοί κρατούμενοι εκτελέστηκαν τότε.

Ο Ραϊσί ερωτήθηκε το 2021 για τις μαζικές εκτελέσεις και απάντησε: «Αν ένας δικαστής, ένας εισαγγελέας, έχει υπερασπισθεί την ασφάλεια του λαού, θα πρέπει να επαινείται… Είμαι υπερήφανος που υπερασπίσθηκα τα ανθρώπινα δικαιώματα από κάθε θέση που έχω καταλάβει μέχρι σήμερα».

Το 2009, μετά τις αμφιβόλου αποτελέσματος προεδρικές εκλογές του 2009, που πυροδότησαν πολύμηνο κύμα διαμαρτυρίας, ο Ραϊσί υποστήριξε ως ανώτατος δικαστικός αξιωματούχος του καθεστώτος τη βάναυση καταστολή και τις μαζικές φυλακίσεις.

Το 2019, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ επέβαλε εναντίον του κυρώσεις για τον ρόλο του στην εσωτερική εκστρατεία καταστολής.

Πρώτο του μέλημα μετά την ανάληψη της ιρανικής προεδρίας το 2021, η αποξήλωση της παρακαταθήκης του μετριοπαθούς προέδρου Ροχανί, της διεθνούς συμφωνίας του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης την οποία το Ιράν υπέγραψε με αντάλλαγμα τη χαλάρωση των δυτικών κυρώσεων. Υπό τον Ραϊσί, η Τεχεράνη ξεκίνησε τον εμπλουτισμό του ουρανίου κοντά σε επίπεδα που επιτρέπουν την παραγωγή πυρηνικού όπλου και αρνήθηκε τις διεθνείς επιθεωρήσεις.

Ο αγιατολάχ Ραϊσί υποστήριξε την επιβολή του σκληρότερου καθεστώτος τήρησης και επιβολής των ισλαμικών κανόνων στην ενδυμασία των γυναικών και στο τέλος του 2022 υποστήριξε τη βάναυση καταστολή του κινήματος διαμαρτυρίας που πυροδότησε ο θάνατος κατά την κράτηση της Μάχσα Αμινί, η οποία είχε συλληφθεί για παραβίαση του ισλαμικού ενδυματολογικού κώδικα.

Ο αγιατολάχ Ραϊσί έβαλε τη σφραγίδα του στην πολιτική της σύλληψης δυτικών ή διπλής υπηκοότητας πολιτών ως ομήρων από την Τεχεράνη και την απελευθέρωσή τους με ανταλλάγματα.

Τους τελευταίους μήνες, υποστήριξε με κάθε τρόπο την παλαιστινιακή ισλαμιστική οργάνωση Χαμάς στον πόλεμο με τον αιώνιο εχθρό της Τεχεράνης, το Ισραήλ, και δικαιολόγησε την ιρανική επίθεση της 13ης Απριλίου με drones και πυραύλους κατά του Ισραήλ.

Η αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία τον Μάρτιο 2023 ήταν μία μεμονωμένη ανάπαυλα στην κατά τα άλλα επιθετική εξωτερική πολιτική του Ραϊσί, που εκδηλώθηκε με την τροφοδοσία με όπλα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, καθώς και ενεργή υποστήριξη και εξοπλισμό φιλοϊρανικών παικτών στη Μέση Ανατολή, όπως οι Χούθι της Υεμένης και η Χεζμπολάχ του Λιβάνου.

Πηγή: ΑΠΕ