Η γρίπη των πτηνών προκαλεί παγκόσμια ανησυχία στους επιστήμονες και εξετάζεται αν μπορεί να γίνει η νέα πανδημία, αφού εντοπίστηκε σε αγελάδες στην Αμερική, ενώ ίχνη του ιού H5N1 ανιχνεύθηκαν μέχρι και την Ανταρκτική.

Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν απότομη διασπορά του ιού μετά το 2020, που έγινε μέσω άγριων μεταναστευτικών πτηνών, και επίσης ότι εξαπλώθηκε σε άλλα ζώα, όπως φώκιες και αγελάδες, ενώ καταγράφηκαν χιλιάδες θάνατοι. Χαρακτηριστικά, μόνο το 2023 600.000 άγρια πτηνά στη Λατινική Αμερική έσβησαν από τη συγκεκριμένη νόσο, ενώ το 2024 ανιχνεύθηκε σε τέσσερις τοποθεσίες της Ανταρκτικής.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, η απότομη αύξηση των κρουσμάτων της γρίπης των πτηνών οφείλεται σε τρεις παράγοντες: πρώτον, οι παθογόνοι ιοί εξαπλώνονται γρήγορα στα πτηνά και δεύτερον ο άνθρωπος καταναλώνει πουλερικά σε τρομακτικό βαθμό, ώστε να υπάρχουν δισεκατομμύρια παγκοσμίως σε φάρμες εκτροφής. Τρίτον, η κλιματική αλλαγή σε συνδυασμό με τον ανθρώπινη δραστηριότητα που βλάπτει το κλίμα δημιουργούν τις συνθήκες για τη γρήγορη και ανεξέλεγκτη εξάπλωση του ιού.

Ακολουθεί χρονοδιάγραμμα, που δημιούργησε το BBC, για την εξάπλωση του H5N1:

1996: ανιχνεύεται σε πουλερικά στην Γκουανγκντόνγκ, Κίνα.

1997: οι πρώτοι θάνατοι ανθρώπων στο Χονγκ Κονγκ.

2005: Εξαπλώθηκε σε άγρια πτηνά με σημαντικό τρόπο. Εμφανίζονται νέα στελέχη.

2020: Στέλεχος που μπορεί να διατηρηθεί σε πληθυσμούς άγριων πτηνών όλο το χρόνο.

2020-22: Ενδημεί σε πληθυσμούς άγριων πτηνών.

2021: Φτάνει στη Βόρεια Αμερική.

2022: Εντοπίζεται στη Νότια Αμερική.

2024: Επιβεβαιώνεται στην Ανταρκτική.

Πόσο επικίνδυνη είναι η γρίπη για τον άνθρωπο

Σχετικά λίγοι άνθρωποι έχουν κολλήσει τον ιό μέχρι στιγμής, αλλά έχει υψηλό ποσοστό θνησιμότητας σε όσους τον έχουν κολλήσει: Πάνω από το 50% των ανθρώπων, που είναι γνωστό ότι έχουν μολυνθεί, έχουν πεθάνει.

Επίσης, έχει μεταπηδήσει πολλές φορές σε άλλα είδη, για να μολύνει διάφορα θηλαστικά, ωστόσο, δεν πιστεύεται ότι ο ιός έχει εξελιχθεί ή μεταλλαχθεί επαρκώς, ώστε να μεταπηδά εύκολα.

Χαρακτηριστικά, τα πρώτα ανθρώπινα κρούσματα αναφέρθηκαν στο Χονγκ Κονγκ το 1997 και η παγκόσμια εξάπλωση του ιού ήταν σχετικά αργή: Κατά τα πρώτα 13 χρόνια αναφέρθηκε ότι μολύνθηκαν μόνο 800 άτομα, με τους εργαζόμενους σε μονάδες εκτροφής πουλερικών να διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο.

Επιπλέον, η μετάδοση στον άνθρωπο γίνεται κατόπιν επαφής με άρρωστα πτηνά ή με τα περιττώματα, το σάλιο ή τα φτερά τους. Ωστόσο, ο ακριβής μηχανισμός με τον οποίο ο ιός μεταπηδάει από είδος σε είδος δεν είναι ακόμη γνωστός.

Οι ειδικοί, λοιπόν, θεωρούν ότι πραγματική απειλή θα υπάρξει, όταν θα μπορεί να μεταδοθεί ο ιός στον άνθρωπο μέσω θηλαστικών, γιατί δεν θα μπορεί να γίνει διαχείριση της εξάπλωσής του.

Ως μέτρα αντιμετώπισης προτείνουν μια σειρά από περιορισμούς σε μονάδες εκτροφής πουλερικών, στενή παρακολούθηση των άγριων πτηνών και μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής. Με αυτούς τους τρόπους θα γίνει πιο διαχειρίσιμη η κατάσταση, ενώ θα δοθεί η ευκαιρία σε άγριους πληθυσμούς πτηνών να αναπτύξουν ανοσία κατά του ιού, οπότε θα περιοριστεί η παγκόσμια διασπορά που εντάθηκε τις χρονιές που κλιμακώθηκε η κλιματική αλλαγή.