Αίτημα διεξαγωγής προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων «για την ακραία ακρίβεια, τα υπερκέρδη των ολιγοπωλίων και την άρνηση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε μέτρα προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας» κατέθεσε πριν από λίγα λεπτά ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία. Στη σχετική επιστολή που υπογράφει ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Σωκράτης Φάμελλος και απευθύνεται στον πρόεδρο της Βουλής Κώστα Τασούλα αναφέρεται ότι: «Η συνεχιζόμενη ακρίβεια σε σειρά βασικών αγαθών, όπως η ενέργεια και τα τρόφιμα, φέρνει σε απόγνωση τα νοικοκυριά, που σχεδόν κάθε εβδομάδα έρχονται αντιμέτωπα με νέες αυξήσεις στα ράφια των σουπερμάρκετ και στα πρατήρια καυσίμων, αλλά και κλάδους της οικονομίας όπως η αγροτική παραγωγή και ο δευτερογενής τομέας. Επιπλέον το τελευταίο διάστημα σημαντικές παραγωγικές μονάδες της χώρας βάζουν λουκέτο, ως απόρροια ιδίως της ενεργειακής κρίσης.

Η χώρα μας τα τελευταία 3 χρόνια κατακτά συχνά αρνητικές πρωτιές στο κόστος ενέργειας (ρεύματος και καυσίμων) κάτι που επαναλαμβάνεται και επιβεβαιώνεται το τελευταίο διάστημα στα πρατήρια της χώρας. Εντός του Μαρτίου, πριν από την πρόσφατη κρίση στη Μέση Ανατολή, η Ελλάδα καταγράφηκε ως η δεύτερη ακριβότερη χώρα στην Ευρωζώνη στη βενζίνη, ενώ ακόμα και χωρίς τους υψηλότατους φόρους η τιμή της αμόλυβδης υπήρξε μεγαλύτερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Μέχρι στιγμής οι κυβερνητικές εξαγγελίες αποδεικνύονται μόνο επικοινωνιακά πυροτεχνήματα εφόσον η χώρα μας από τον Οκτώβριο του 2023 επιδίδεται σε έναν πρωταθλητισμό στον πληθωρισμό τροφίμων, και η ίδια κατάσταση εξακολουθεί και τον Μάρτιο: δεύτερη με 5,4% μετά τη νησιωτική Μάλτα, ενώ σε επίπεδο ευρωζώνης οι αυξήσεις μέσα σε ένα χρόνο ήταν μόλις 1,7%.

Παράλληλα και ο γενικός πληθωρισμός σημειώνει άνοδο (3,4% το Μάρτιο έναντι 3,1% το Φεβρουάριο) σε αντίθετη πορεία από ότι συμβαίνει γενικά στην ευρωζώνη, όπου ο πληθωρισμός μειώνεται. Το ίδιο ισχύει και για το δομικό πληθωρισμό (εξαιρούνται τρόφιμα και ενέργεια), όπου ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε με ρυθμό 3,4% το Μάρτιο έναντι 3% του Φεβρουαρίου, ενώ στην ευρωζώνη υποχωρεί».

Και συνεχίζει: «Οι παραπάνω συγκρίσεις διαψεύδουν τόσο την αποτελεσματικότητα των ελέγχων που πραγματοποιούν οι φορείς της πολιτείας όσο και το αφήγημα περί εισαγόμενης ακρίβειας στο οποίο καταφεύγει η κυβέρνηση για να κρύψει τις ευθύνες της.

Ενώ νοικοκυριά και επιχειρήσεις ασφυκτιούν από τις ανατιμήσεις, ορισμένα ολιγοπώλια απολαμβάνουν, με κυβερνητική επιλογή, πρωτόγνωρη ασυλία στα υπερκέρδη που σώρευσαν το 2022 και 2023. Σημειώνεται ότι και σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (2023), τα επιχειρηματικά κέρδη για το 2023 «παραμένουν εντυπωσιακά υψηλότερα από το μέσο όρο της -προ της πανδημίας- τριετίας 2017-2019 (28,1%)».

Το 2022 υπήρξε έτος-ρεκόρ στα κέρδη για τις εισηγμένες εταιρείες που παρουσίασαν άλμα κερδών 303,6% και ρεκόρ 15-ετίας στις διανομές μερισμάτων, με το 80% των μερισμάτων να αφορά μόλις 7 εταιρείες. Στην κορυφή της λίστας κερδοφορίας για το 2022 φιγουράριζαν οι δύο μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι της χώρας, Motor Oil και HELLENiQ Energy (πρώην ΕΛΠΕ). Ανάλογη εικόνα, έστω και σχετικά μειωμένης κερδοφορίας, παρατηρείται και για το 2023, όπως απεικονίζει και το περιθώριο διύλισης, που για την HELLENiQ Energy ανέρχεται σε 17,40 $/βαρέλι, διπλάσιο από το μέσο ορό της τετραετίας 2018-21 (8,75 $/βαρέλι).

Σε εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 2022/1854, η κυβέρνηση υποχρεωτικά προχώρησε στη θεσμοθέτηση έκτακτης φορολόγησης των υπερκερδών από τη δραστηριότητα της διύλισης (Ν. 5007/2022, άρθρο 114) η οποία πέρα από το ότι ήταν η μικρότερη δυνατή -και συνδυάστηκε με άλλες φορολογικές ελαφρύνσεις- περιορίστηκε μόνο στο 2022, αγνοώντας ότι ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός δίνει δυνατότητα εφαρμογής και για το 2023!

Η παραδοχή του υφυπουργού Οικονομικών στη Βουλή (28.02.2024), ότι η κυβέρνηση δεν προτίθεται να φορολογήσει τα υπερκέρδη των διυλιστηρίων για το 2023 με την δικαιολογία ότι μόνο «το 2022 ήταν η αυξημένη τιμή στις βενζίνες που δημιούργησε αυτό το πρόβλημα», αποκάλυψε ότι επιλογή της κυβέρνησης είναι να σωρεύονται τα υπερκέρδη στα ταμεία και μερίσματα των δύο διυλιστηρίων, επιβαρύνοντας όλες τις υπόλοιπες οικονομικές-παραγωγικές λειτουργίες και τους καταναλωτές στη χώρα μας.

Αναίτιες καθυστερήσεις και κωλυσιεργία παρατηρείται και σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση υπερκερδών από την προμήθεια (λιανική) ρεύματος, τα οποία προέκυψαν το χρονικό διάστημα Αύγουστος 2022-Δεκέμβριος 2023, όταν με τη δήθεν κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, μεταφέρθηκε ένα υπέρογκο κόστος στους καταναλωτές. Μόνο για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2022 υπολογίζεται ότι προέκυψαν υπερκέρδη της τάξης του 1 δισ. ευρώ, τα οποία επιδοτήθηκαν και από τον κρατικό προϋπολογισμό!»

Προσθέτει δε πως: «Κατόπιν της αντιπολιτευτικής πίεσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ο τότε Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας υποχρεώθηκε να νομοθετήσει τη φορολόγηση των υπερκερδών το Νοέμβριο του 2022 (Ν. 4994/2022, άρθρο 40), όμως η Υπουργική Απόφαση υπολογισμού των υπερκερδών εκδόθηκε με καθυστέρηση ενός χρόνου και μέχρι σήμερα, από ότι έχει γίνει γνωστό, το κράτος δεν έχει εισπράξει ούτε ένα ευρώ από τα υπερκέρδη της προμήθειας ρεύματος..

Ενώ οι καταναλωτές (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) βιώνουν πρωτόγνωρη ακρίβεια, τα υπερκέρδη παραμένουν προκλητικά στα ταμεία και στους μετόχους των ενεργειακών εταιρειών.

Υπερκέρδη σωρεύονται και σε άλλους κλάδους, ιδίως στις τράπεζες, των οποίων τα υπερκέρδη δεν φορολογούνται, ενώ τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις έχουν ελάχιστη πρόσβαση σε δανεισμό, πληρώνουν σημαντικές προμήθειες, και το επίπεδο τραπεζικών υπηρεσιών, ιδίως στην περιφέρεια, μειώνεται διαρκώς.

Το θέμα της ακρίβειας είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι πολίτες στην καθημερινότητά τους, αλλά και οι επιχειρήσεις. Έναντι αυτού η πολιτική της κυβέρνησης, όχι απλά δεν φέρνει αποτελέσματα αλλά, προστατεύει τα υπερκέρδη των ολιγοπωλίων.

Για τα ανωτέρω θέματα εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχουμε υποβάλει δύο φορές ερώτηση προς τον κ. Πρωθυπουργό (15 Μαρτίου & 4 Απριλίου) χωρίς ωστόσο να εισαχθεί το θέμα προς συζήτηση παρά την πάροδο έξι (6) εβδομάδων (!), αποδεικνύοντας ότι η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός αδυνατούν να δώσουν επαρκείς απαντήσεις και προσπαθούν να αποφύγουν τη συζήτηση γιατί έχουν ξεκάθαρες ευθύνες για την ακραία ακρίβεια.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα ζητούμε να διενεργηθεί άμεσα προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή (άρθρο 143 ΚτΒ) με αντικείμενο την αντιμετώπιση της ακρίβειας και τη φορολόγηση υπερκερδών τα οποία σωρεύονται από ολιγοπώλια εις βάρος της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας».