Σε μια περίοδο όπου η Καθολική Εκκλησία της Ισπανίας βρίσκεται στο επίκεντρο για σκάνδαλα παιδεραστίας και σεξουαλικής κακοποίησης, ήρθε μια ακόμη υπόθεση να ταράξει την κοινή γνώμη της χώρας. Παραδέχθηκε επισήμως πως περίπου 1.000 ακίνητα που εμφάνιζε ως ιδιοκτησία της από 1998 δεν της ανήκουν.
Ως αποτέλεσμα τώρα οι κυβερνητικές και οι τοπικές αρχές αναζητούν να βρουν σε ποιους ανήκουν. Πρόκειται για σπίτια, βίλες ακόμη και γκαράζ, που σε ορισμένες περιπτώσεις η Καθολική Εκκλησία εκμεταλλευόταν οικονομικά.
Ο Υπουργός Προεδρίας, Σχέσεων με τη Βασιλική Αυλή και Δημοκρατικής Μνήμης, Φέλιξ Μπολάνιος, παρέδωσε στην Ομοσπονδία Δήμων και Περιφερειών της Ισπανίας (FEMP) την λίστα με τα περίπου 1.000 ακίνητα τα οποία η Καθολική Εκκλησία παραδέχεται ότι δεν είναι δικά της. Για πρώτη φορά στην ιστορία της η Καθολική Εκκλησία παραδέχεται ότι τα ακίνητα αυτά έχουν καταγραφεί ως ιδιοκτησία της παρότι δεν της ανήκουν.
Μεταξύ των πιο εμβληματικών περιουσιακών στοιχείων που η εκκλησιαστική ιεραρχία έχει οικειοποιηθεί για λίγα μόλις ευρώ και που αποτελούν μνημεία της ανθρωπότητας, είναι το Τζαμί της Κόρδοβας το 2006, η Χιράλδα και ο Καθεδρικός Ναός της Σεβίλλης το 2010 και ο Καθεδρικός Ναός της Σαραγόσα. Αυτή η λίστα περιλαμβάνει επίσης τους Καθεδρικούς Ναούς του Βαγιαδολίδ, της Γρανάδας, της Χάκα και της Μάλαγα.
Τώρα, η Ομοσπονδία Δήμων και Περιφερειών της Ισπανίας αναλαμβάνει την υποχρέωση να συστήσει επιτροπές οι οποίες θα αναζητήσουν τους πραγματικούς δικαιούχους τους.
Ιστορικά το 1998, η δεξιά κυβέρνηση του Χοσέ Μαρία Αθνάρ με διάταγμά της διευκόλυνε την καταχώριση περιουσιακών στοιχείων από την Καθολική Εκκλησία μέσω μιας ειδικής διαδικασίας που απαιτούσε μόνο την πιστοποίηση της εκκλησίας. Μεταξύ 1998 και 2015, σύμφωνα με στοιχεία της κυβέρνησης, η Καθολική Εκκλησία κατέγραψε 34.961 περιουσιακά στοιχεία με αυτό το διάταγμα. Από αυτά περίπου 20.000 αποτελούν χώρους λατρείας.
Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, διάφορες οργανώσεις πολιτών ζητούσαν την επιστροφή των περιουσιακών στοιχείων που η Εκκλησία είχε ιδιοποιηθεί παράτυπα, και απαίτησαν να οδηγηθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο ο νόμος από τη δικτατορία του Φράνκο που επέτρεπε στους επισκόπους να καταχωρούν κτήματα και ακίνητα μόνο με τον λόγο τους, σαν να ήταν συμβολαιογράφοι.
Ο Υπουργός Προεδρίας υποσχέθηκε ότι θα συνεχίσει η διερεύνηση της νομικής θέσης στην οποία βρίσκονται τα σχεδόν 35.000 ακίνητα σε συνεργασία με την ισπανική Καθολική Εκκλησία.