Οι αρχές της Κίνας συνέλαβαν ή προσήγαγαν ενώπιον της δικαιοσύνης για πολιτικούς λόγους πάνω από 2.300 πρόσωπα το 2013, με αδιαφανείς διαδικασίες στη συντριπτική πλειονότητα των υποθέσεων, κατήγγειλε σήμερα μια μη κυβερνητική οργάνωση.
Αυτοί οι 2.318 άνθρωποι διώχθηκαν διότι «έθεσαν σε κίνδυνο την ασφάλεια του κράτους», μια κατηγορία ιδιαίτερα γενική και αόριστη, η απαγγελία της οποίας δίνει τη δυνατότητα στις κινεζικές αρχές να καταστέλλουν τους διαφωνούντες, ιδίως μέλη ορισμένων εθνικών μειονοτήτων.
Σε μια ανακοίνωσή της, η ΜΚΟ Ίδρυμα Ντούι Χουά (σ.σ. «Διάλογος»), που εδρεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, εξηγεί ότι κατέληξε στον αριθμό αυτόν όταν ανέλυσε επίσημα στοιχεία των κινεζικών εισαγγελικών αρχών, η κεντρική διεύθυνση των οποίων βρίσκεται στο Πεκίνο.
Στην πλειονότητά τους τα πρόσωπα που αφορούν οι διώξεις αυτές έχουν πατρώνυμα που υποδεικνύουν ότι έχουν καταγωγή από το Θιβέτ ή από τη Σιντζιάνγκ, μια επαρχία με τεράστια έκταση, η οποία εν μέρει κατοικείται από τουρκόφωνους μουσουλμάνους, μέλη μιας πολυπληθούς μειονότητας, που καταγγέλλουν ότι υφίστανται διακρίσεις.
Σύμφωνα με το ίδιο Ίδρυμα το 2013, κατά το οποίο ο Σι Τζινπίνγκ ανέλαβε (τον Μάρτιο) τα καθήκοντα του προέδρου της Κίνας, καταγράφηκε μεγάλη αύξηση των διώξεων για πολιτικούς λόγους στη χώρα.
Σε επίπεδο δεκαετίας, ο απολογισμός αυτός είχε ξεπεραστεί μόνο το 2008, μια χρονιά που είχε σημαδευτεί από ένα βίαιο κίνημα αμφισβήτησης στις περιοχές των Θιβετανών της Κίνας.
Οι κινεζικές κομμουνιστικές αρχές επί των ημερών της προεδρίας του Σι Τζινπίνγκ κλιμάκωσαν μια εκστρατεία με στόχο να φιμωθούν όλοι όσοι προχωρούν δημόσια σε επικρίσεις του καθεστώτος
Η καταστολή αυτή στρέφεται ιδίως εναντίον ακτιβιστών για τα δικαιώματα εθνικών μειονοτήτων, αλλά και δικηγόρων, δημοσιογράφων, πανεπιστημιακών, ή προσώπων τα οποία προασπίζονται τα δικαιώματα των Κινέζων πολιτών. Πολλές φορές, η κράτησή τους γίνεται υπό καθεστώς απόλυτης μυστικότητας.