Το βράδυ της 2ας Νοεμβρίου 2020 σκόρπισε τον θάνατο και τον τρόμο στο κέντρο της Βιέννης. Ο δράστης της τρομοκρατικής επίθεσης με τέσσερις νεκρούς και 23 τραυματίες είχε πυροβολήσει 80 φορές με τα δύο πυροβόλα όπλα, ένα τουφέκι μάρκας Zastava και ένα πιστόλι Tokarev, που έφερε μαζί του.
Αυτό προκύπτει από τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας των αυστριακών αρχών ασφαλείας, που επικαλείται σήμερα η μεγάλης κυκλοφορίας αυστριακή εφημερίδα Kurier.
Σύμφωνα με την εφημερίδα – χωρίς ωστόσο οι ανακριτικές αρχές να επιβεβαιώνουν προς το παρόν τις λεπτομέρειες- το πιστόλι που έφερε ο δράστης, ο οποίος έπεσε τελικά νεκρός από τα πυρά των αστυνομικών, κατασκευάστηκε στην Πολωνία το 1950 και με αυτό πυροβόλησε δύο φορές, ενώ χρησιμοποίησε τουλάχιστον 78 φορές το τουφέκι, όπως διαπιστώνεται από τους κάλυκες που εντοπίστηκαν στα σημεία των επιθέσεων, και, επιπλέον, ο ίδιος έφερε μαζί του άλλα 194 φυσίγγια σε πλαστική σακούλα.
Στο μεταξύ, σε μία τελική της έκθεση, η Εξεταστική Επιτροπή για διαλεύκανση πιθανόν παραλείψεων από τις αρχές πριν από την τρομοκρατική επίθεση στη Βιέννη, επισημαίνει κυρίως παραλείψεις εκ μέρους της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος, με τον Αυστριακό υπουργό Εσωτερικών Καρλ Νέχαμερ να έχει ήδη ανακοινώσει μία γενική μεταρρύθμιση της Υπηρεσίας.
Η τρομοκρατική επίθεση με ισλαμιστικό υπόβαθρο στο κέντρο της Βιέννης -κατά την οποία ο 20χρονος δράστης είχε αφήσει πίσω του τέσσερις νεκρούς και 23 τραυματίες, ενώ ο ίδιος σκοτώθηκε από τα πυρά των αστυνομικών- αποτέλεσε, σύμφωνα με τους ειδικούς, ένα βαρύ πλήγμα στο αίσθημα ασφάλειας των ανθρώπων που ζουν στην αυστριακή πρωτεύουσα η οποία, σχεδόν επί δεκαετίες, παρέμενε «άθικτη» από ένα παρόμοιο κτύπημα.
Ωστόσο, ήταν μάλλον απίθανο η Αυστρία να παραμείνει για πάντα «Νησί των ευλογημένων», όπως χαρακτηριζόταν την εποχή του ιστορικού καγκελάριου της Μπρούνο Κράισκι, ο οποίος κυβέρνησε στη χώρα μεταξύ 1970 και 1983, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Κάποιος είχε συχνά την αίσθηση ότι ορισμένα πράγματα συνέβαιναν σε άλλες μεγάλες πόλεις, αλλά όχι στη Βιέννη», όπως ανέφερε, μεταξύ άλλων, σε ανάλυσή του ο γνωστός ειδικός σε θέματα τρομοκρατίας Τόμας Ρίγκλερ.
Λίγα εικοσιτετράωρα μετά την τρομοκρατική επίθεση, η αυστριακή κυβέρνηση συνασπισμού Λαϊκού Κόμματος και Πράσινων είχε αναγγείλει ένα νέο «Αντιτρομοκρατικό πακέτο», που, μεταξύ άλλων, προβλέπει την προληπτική ηλεκτρονική παρακολούθηση επικίνδυνων ατόμων που έχουν αποφυλακιστεί -όπως ο δράστης της επίθεσης- καθώς επίσης και την αποκαλούμενη «προληπτική κράτηση».
Την περασμένη εβδομάδα, ο δήμαρχος και τοπικός κυβερνήτης της πόλης και του ομόσπονδου κρατιδίου της Βιέννης Μίχαελ Λούντβιγκ έκανε τα αποκαλυπτήρια μνημείου για τα θύματα της 2ας Νοεμβρίου 2020, στην Πλατεία Ντέσιντερ-Φρίντμαν, που υπήρξε ένα από τα σημεία της τρομοκρατικής επίθεσης.
«Αυτή η νύχτα ήταν αναμφίβολα μια δύσκολη καμπή και δύσκολες ώρες για την πόλη μας», το μνημείο πρέπει να είναι μια «μόνιμη υπόμνηση» και ανεγέρθηκε «σε υπενθύμιση του ότι πρέπει κανείς να αντιστέκεται ενάντια σε όλες τις μορφές τρομοκρατίας και εξτρεμισμού», τόνισε στην ομιλία του ο δήμαρχος και τοπικός κυβερνήτης, αποτίνοντας φόρο τιμής στα θύματα.
Στο μεταξύ, ως αντικείμενα-εκθέματα σε μουσεία χρησιμοποιούνται ήδη τα εκατοντάδες κεριά, λουλούδια και άλλα λατρευτικά αντικείμενα που είχαν εναποτεθεί στη μνήμη των θυμάτων από τον πληθυσμό στα σημεία της τρομοκρατικής επίθεσης, τις ημέρες που ακολούθησαν.
Ένα μέρος αυτών φιλοξενούνται στο «Σπίτι της Ιστορίας», ενώ το «Μουσείο Βιέννης» έχει ήδη τεκμηριώσει τα σημεία της επίθεσης για «να καταστήσει σαφές πόσοι άνθρωποι έχουν συμμετάσχει στις εκδηλώσεις πένθους για τα θύματα», όπως αναφέρεται σχετικά, ενώ στον καθεδρικό ναό του Αγίου Στεφάνου στο κέντρο της Βιέννης, έχει εναποτεθεί, από την περασμένη εβδομάδα, επίσης μέρος των αντικειμένων ως καλλιτεχνική εγκατάσταση στον χώρο της εισόδου στην τεράστια πύλη του ναού.