Τα γερμανικά ΜΜΕ σχολιάζουν μέσω δημοσιευμάτων τα περιοριστικά μέτρα και τις απαγορεύσεις στην κυκλοφορία λόγω του κορονοϊού, με τα περισσότερα να στέκονται κυρίως με επικριτικό τρόπο στα όσα έχουν συμβεί και αποφασιστεί μέχρι στιγμής τόσο στη Γερμανία, αλλά και γενικότερα στην Ευρώπη.
«Η Ευρώπη μόνο παρακολουθεί. Πού είναι η απάντηση για την κρίση του κορονοϊού αυτής της υπέροχης σύλληψης της κοινότητας κρατών; Πώς γίνεται η Κίνα, η Ρωσία ή η Κούβα να στέλνουν ιατρικές ομάδες στην Ιταλία, η Ευρωπαϊκή Ένωση να μην κάνει τίποτα το χειροπιαστό και να λαμβάνει θέση μέσω της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, όταν όλα έχουν ήδη ειπωθεί και διαπιστωθεί; Κάθε σύστημα αποδεικνύει την επάρκειά του στην κρίση. Αυτό που αποδεικνύει η Ευρωπαϊκή Ένωση όσον αφορά την αντιμετώπιση του κορονοϊού αγγίζει τα όρια της πλήρους αποτυχίας», σχολιάζει η εφημερίδα Nordbayerische Kurier της πόλης Μπάιροϊτ της Βαυαρίας.
«Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εξακολουθεί να αποφεύγει την κακιά φράση “απαγόρευση κυκλοφορίας“, διότι παραπέμπει σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και στέρησης της ελευθερίας. Η (χρησιμοποιηθείσα) φράση “απαγόρευση των επαφών” είναι σχεδόν το ίδιο, αλλά ακούγεται πιο ωραία. Έτσι όμως το Βερολίνο τρέχει απλώς πίσω από τα κρατίδια της Βαυαρίας, της Σαξονίας και του Ζάαρλαντ. Αυτά τα παραμεθόρια κρατίδια δεν διστάζουν να περιορίσουν πιο δραστικά την ελευθερία κινήσεων των πολιτών τους. Προς όφελός τους και όχι για να στραγγαλίσουν τις ελευθερίες τους, όπως κάποιοι φαντάζονται αμέσως. Η επίσημα επιβληθείσα έλλειψη ελευθερίας χρησιμεύει για να ανακτηθεί ξανά η ελευθερία, η οποία ήταν τόσο αυτονόητη πριν από λίγες ημέρες όσο ο ήλιος ή η βροχή», γράφει η Volksstimme του Μαγδεμβούργου.
«Για την έκταση εφαρμογής των μέτρων προφανώς υπήρξαν έντονες διαμάχες και στο Βερολίνο -αυτό είναι καλό. Είναι καλό να αναζητείται η διαφορά ανάμεσα στη βούληση για δράση και στην επιθυμία να ξεχωρίσουν (οι πολιτικοί). Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική επιλογή, η οποία έπρεπε να γίνει, η απόφαση δεν ήταν τόσο δύσκολη. Στη ζυγαριά βαραίνει περισσότερο από την ελευθερία του ατόμου το υψηλότερο αγαθό που γνωρίζουμε: η ίδια η ζωή», σημειώνει η Der Tagesspiegel του Βερολίνου.
«Κατά τη σύσκεψη των πρωθυπουργών των κρατιδίων με την καγκελάριο Μέρκελ την Κυριακή υπήρξε μια ανοιχτή διαμάχη μεταξύ των πρωθυπουργών της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας Άρμιν Λάσετ και της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ σχετικά με την ανάγκη για απαγορεύσεις της κυκλοφορίας. Η Βαυαρία έχει σοβαρούς λόγους να τις επισπεύσει λόγω του ιδιαίτερα υψηλού αριθμού λοιμώξεων και της εγγύτητάς της με την Αυστρία, η οποία πλήττεται επίσης πολύ από τον κορονοϊό. Και είναι ακριβώς ένα πλεονέκτημα του φεντεραλισμού το ότι μεμονωμένα ομοσπονδιακά κρατίδια μπορούν να προχωρήσουν ταχύτερα στη λήψη μέτρων από άλλα κρατίδια αναλόγως των τοπικών αναγκών», επισημαίνει από την πλευρά της η Sueddeutsche Zeitung του Μονάχου.
«Η απαγόρευση της κυκλοφορίας είναι στην πραγματικότητα εδώ, μόνο που δεν λέγεται έτσι. Αυτό, μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει δειλό ή έξυπνο. Πρόκειται όμως για μια λεπτή γραμμή πάνω στην οποία κινείται η πολιτική. Και αυτό εξασφαλίζει υλικό για αντιπαραθέσεις -όχι μόνο μεταξύ του (χριστιανοκοινωνιστή πρωθυπουργού της Βαυαρίας) Μάρκους Ζέντερ και του (χριστιανοδημοκράτη πρωθυπουργού της Βόρειας Ρηνανίας -Βεστφαλίας) Άρμιν Λάσετ.
Πάντως, ένα είναι σίγουρο, ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, την οποία το Σύνταγμά μας προβλέπει μόνο σε περίπτωση πολέμου. Ποτέ πριν δεν έχουν περιοριστεί περισσότερα τα ατομικά δικαιώματα. Ο περιορισμός αυτός είναι καλά τεκμηριωμένος, γιατί βρισκόμαστε πράγματι σε πόλεμο -σε πόλεμο εναντίον του κορονοϊού, αλλά αυτόν τον πόλεμο δεν μπορεί να τον κερδίσει κανένας πολιτικός. Δεν θα είναι ούτε ο Ζέντερ που θα τον κερδίσει, ούτε ο Λάσετ που θα τον χάσει», σχολιάζει η εφημερίδα Westfalen-Blatt του Μπίλεφελντ, αναφερόμενη στη διαμάχη μεταξύ των δύο συντηρητικών πολιτικών για τα αυστηρότερα μέτρα που έλαβε μονομερώς η Βαυαρία, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η εξάπλωση του κορονοϊού.
«Στην καγκελάριο ήταν σαφές ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν μπορούσε πλέον να είναι απλώς ένας θεατής σε μια καταστροφή, όπως αυτή του κορονοϊού. Η προφανώς δύσκολα επιτευχθείσα συμφωνία μεταξύ των πρωθυπουργών των κρατιδίων ήταν επιτακτική αυτήν την στιγμή. Επικράτησε η βαυαρική κυβέρνηση, διότι ο αριθμός των μολυσμένων πολιτών σε όλα τα κρατίδια έχει εκτοξευθεί. Αποφεύχθηκε ο παραπλανητικός όρος «απαγόρευση της κυκλοφορίας, καθώς η έξοδος από το διαμέρισμα δεν είναι το πρόβλημα, αλλά η επαφή με άλλους ανθρώπους», γράφει η Rheinpfalz του Λουντβιχσχάφεν, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Όπως και αν ελεγχθεί η απαγόρευση της κυκλοφορίας και μόνο η στενή συνεργασία μεταξύ των κρατιδίων και της ομοσπονδιακής κυβέρνησης δείχνει τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει η Γερμανία. Ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός που θα υποβάλει ο Όλαφ Σολτς έχει ιστορικές διαστάσεις και δίνει μια ιδέα για το τι περιμένει την οικονομία: ο οδοστρωτήρας μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η οποία έχει συνδεθεί όμως στη Γερμανία από τη δεκαετία του ’20 του περασμένου αιώνα με το τραύμα ότι η μεσαία τάξη, η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας, αφανίζεται. Ας ελπίσουμε μόνο ότι οι ροές των χρημάτων που θα διαθέσει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα είναι όσο πιο γρήγορες γίνεται και χωρίς γραφειοκρατία», υπογραμμίζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung της Φρανκφούρτης.
«Η Γερμανία αντέχει βέβαια αυτή την κρίση, η οποία είναι επίσης μια κρίση της ελευθερίας -χάρη κυρίως σε μια σταθερή δημοκρατία και στον υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Αλλά το ερώτημα είναι, για πόσο; Νωρίτερα ή αργότερα θα προκύψει το ερώτημα, πότε πρέπει να αρθούν όλοι αυτοί οι περιορισμοί της ελευθερίας και υπό ποιες προϋποθέσεις. Από το πόσο συνετά θα διεξαχθεί αυτή η συζήτηση θα κριθεί πιθανόν το μέλλον της δημοκρατίας στη χώρα», επισημαίνει η Algemeine Zeitung του Μάιντς.