Σε νέα έκθεση του ΟΗΕ αναφέρεται ότι τα 20.000 κορίτσια ηλικίας κάτω των 18 ετών που φέρνουν καθημερινά στο φως παιδιά στις αναπτυσσόμενες χώρες, όχι μόνον αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερους κινδύνους υγείας απ’ ό,τι οι μεγαλύτερες μητέρες, αλλά τα ίδια και οι χώρες στις οποίες ζουν βρίσκονται επίσης αντιμέτωπες με οικονομικές απώλειες.
Όπως αναφέρει το Ταμείο του ΟΗΕ για τον Πληθυσμό (UNFPA) στην έκθεσή του σε αρκετές πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της Γενεύης, κάθε χρόνο,3 εκατ. παιδιά γίνονται μητέρες στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Περίπου 70.000 μητέρες ηλικίας 15 ως 19 ετών πεθαίνουν κάθε χρόνο από επιπλοκές μετά τον τοκετό.
Η απόκτηση παιδιών σε μικρή ηλικία σημαίνει εξάλλου ότι τα κορίτσια δεν εισέρχονται στο εργατικό δυναμικό.
Αν τα κορίτσια περίμεναν ως την ηλικία των 20 ετών πριν κάνουν μωρά, το ΑΕΠ θα αυξανόταν κατά περισσότερο από 7,7 δισεκ. δολάρια στην Ινδία και κατά 3,5 δισεκ. δολάρια στη Βραζιλία, διαπιστώνεται στην έκθεση.
Ταυτόχρονα ο επικεφαλής του UNFPA Μπαμπατούντε Οσοτιμεχίν υπογράμμισε ότι η φτώχεια είναι μια σημαντική αιτία για τις εφηβικές εγκυμοσύνες, μαζί με τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών.
“Υπερβολικά συχνά, η κοινωνία κατηγορεί μόνο το κορίτσι επειδή έμεινε έγκυο”, δήλωσε. “Η πραγματικότητα είναι πως η εφηβική εγκυμοσύνη είναι τις περισσότερες φορές όχι αποτέλεσμα εσκεμμένης επιλογής, αλλά μάλλον της απουσίας επιλογών, καθώς και συνθηκών που υπερβαίνουν αυτές που μπορεί να ελέγξει ένα κορίτσι”.
Σύμφωνα με την έκθεση, ο Νίγηρας έχει το υψηλότερο ποσοστό παγκοσμίως στις εφηβικές εγκυμοσύνες, με 51% των γυναικών ηλικίας 20-30 ετών να δηλώνουν ότι έφεραν στον κόσμο παιδί πριν κλείσουν τα 18.
Στην Ασία, το Μπανγκλαντές έχει το υψηλότερο ποσοστό με 40%. Σε άλλες περιφέρειες, η Νικαράγουα έχει το ρεκόρ στη Λατινική Αμερική με 28% και η Υεμένη στη Μέση Ανατολή με 25%.
Σύμφωνα με το UNFPA, στις ΗΠΑ αναλογούν οι μισές από τις 680.000 εφηβικές εγκυμοσύνες που καταγράφονται κάθε χρόνο στις βιομηχανικές χώρες.