Η οικονομική πολιτική – στο εσωτερικό και στο εξωτερικό – αναδεικνύεται, όπως αναμενόταν, σε κυρίαρχο θέμα των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης στην Γερμανία, πριν καν αυτές τυπικά ξεκινήσουν. Στο επίκεντρο βρίσκεται το ζήτημα της φορολόγησης των πλουσίων, το οποίο αποτελούσε προεκλογική εξαγγελία των Σοσιαλδημοκρατών, αλλά ακόμη και το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών, από το οποίο θεωρείται αμετακίνητος ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Το 72% των Γερμανών, σύμφωνα με δημοσκόπηση του περιοδικού Stern επιθυμεί την παραμονή του κ. Σόιμπλε στην θέση του. Αυτό ωστόσο δεν εμπόδισε ένα από τα κορυφαία στελέχη του SPD, τον πρόεδρο της πανίσχυρης συνιστώσας Seeheimer Kreis (“Κύκλος Ζεεχάιμερ”), Γιοχάνες Καρς, να απαιτήσει τα μισά υπουργεία για το κόμμα του, μεταξύ των οποίων και το υπουργείο Οικονομικών. «Το SPD πρέπει να πάρει τα μισά από τα υπουργεία, συμπεριλαμβανομένου του υπουργείου Οικονομικών», δηλώνει ο κ. Καρς στο φύλλο της εφημερίδας Bild που κυκλοφορεί αύριο, ανοίγοντας την συζήτηση και για την μοιρασιά των κυβερνητικών θέσεων.
Την ίδια ώρα οι Χριστιανοδημοκράτες επιχειρούν «άνοιγμα» προς τους Σοσιαλδημοκράτες, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να δεχθούν τις προτάσεις τους για την φορολόγηση. Ακόμη και ο ίδιος ο κ. Σόιμπλε εμφανίστηκε σήμερα λιγότερο κατηγορηματικός, επισημαίνοντας ότι «οι απαιτήσεις του SPD για το φορολογικό δεν αποτελούν ανυπέρβλητο εμπόδιο», ενώ ο απερχόμενος Πρόεδρος της Επιτροπής Προϋπολογισμού της βουλής Νόρμπερτ Μπάρτλε, σε συνέντευξη που θα δημοσιευθεί αύριο στην Rheinische Post, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο αύξησης των φόρων στην κορυφή της πυραμίδας και ανάλογη μείωση στην βάση της.
Στους κόλπους του SPD πάντως το συνέδριο της Παρασκευής δεν αναμένεται ανώδυνο, καθώς έχει ήδη σχηματιστεί η εσωκομματική ομάδα που απορρίπτει την προοπτική συμμετοχής σε «μεγάλο» συνασπισμό με την Άγγελα Μέρκελ. Της ομάδας ηγείται μάλιστα η ισχυρή Πρωθυπουργός της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας Χανελόρε Κραφτ, η οποία επισημαίνει τον κίνδυνο οι Σοσιαλδημοκράτες να έχουν την τύχη των Φιλελευθέρων, υπενθυμίζοντας ότι μετά την τελευταία συγκατοίκηση, την περίοδο 2005-2009, το SPD έχασε 76 έδρες. Η διχογνωμία δεν αποκλείεται να οδηγήσει και σε προσφυγή της ηγεσίας του κόμματος στην βάση του, προκειμένου να ληφθεί η απόφαση για την συνεργασία ή όχι με την κυρία Μέρκελ.
Την ίδια ώρα όμως οι Σοσιαλδημοκράτες δεν φαίνονται και διατεθειμένοι να συζητήσουν έναν συνασπισμό με τους Πράσινους και την Αριστερά, η οποία και σήμερα τους κάλεσε να συνεργαστούν για να επιτύχουν την καθιέρωση του κατώτατου μισθού.
Στην περίπτωση κατά την οποία δεν καταστεί δυνατή η δημιουργία συνασπισμού, η Καγκελάριος έχει την επιλογή του σχηματισμού κυβέρνησης μειοψηφίας, η οποία θα αναζητά συμμαχίες σε κάθε θέμα, είτε να ζητήσει επαναληπτικές εκλογές. «Μια κυβέρνηση μειοψηφίας δεν μπορεί να λειτουργήσει», δήλωσε σήμερα ο επικεφαλής των βουλευτών των Χριστιανοκοινωνιστών Στέφαν Μούλερ, για να συμπληρώσει ο Χριστιανοδημοκράτης βουλευτής Κρίστιαν Χίρτε ότι, «εάν το SPD και οι Πράσινοι απορρίπτουν για λόγους τακτικής να αναλάβουν την ευθύνη για το καλό του έθνους μας, θα πρέπει να ξαναψηφίσουμε».