Τη διαβεβαίωση ότι, η εισαγγελία δεν πρόκειται να μείνει «απαθής» αν διαπράττονται εγκλήματα, έδωσε ο γενικός εισαγγελέας της Βουλγαρίας Σωτήρ Τσατσάροφ, στη διάρκεια της σημερινής έκτακτης συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, με αφορμή το σκάνδαλο για τα 350.000 πλαστά ψηφοδέλτια που κατασχέθηκαν από τις αρχές, αλλά και τη δημοσίευση καταγγελίας στα μέσα μαζικής ενημέρωσης από την αυτοαποκαλούμενη ομάδα «έντιμοι εισαγγελείς» που υποστηρίζουν ότι «δεν υπάρχει καμία αλήθεια στην υπόθεση Κόστινμπροντ».
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, ο κ. Τσατσάροφ, οι τρεις αναπληρωτές του, ο αστικός εισαγγελέας της Σόφιας και οι εισαγγελείς στους οποίους έχει ανατεθεί η υπόθεση με τα πλαστά ψηφοδέλτια που εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν στις εγκαταστάσεις του ανάδοχου τυπογραφείου Multiprint (στην πόλη Κόστινμπροντ) και τα οποία προορίζονταν για τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που διεξήχθησαν την Κυριακή 12 Μαΐου, ανακοίνωσαν λεπτομέρειες για την πορεία της έρευνας.
«Απευθύνω ένα απλό μήνυμα στους συγγραφείς της ανώνυμης επιστολής των έντιμων εισαγγελέων, τους οποίους θέλω να ενημερώσω ότι οι έντιμοι εισαγγελείς δεν είναι ανώνυμοι, αλλά και προς πάσα κατεύθυνση: Κύριοι, θα κάνουμε τη δουλειά μας. Ως το τέλος» υπογράμμισε ο κ. Τσατσάροφ.
Τα πλαστά ψηφοδέλτια εντοπίστηκαν έπειτα από την κοινή επιχείρηση της εισαγγελίας και της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας της Βουλγαρίας (DANS), η οποία άρχισε την Παρασκευή 10 Μαΐου, έπειτα από γραπτή ειδοποίηση που έλαβαν οι διωκτικές αρχές από τη βουλευτή του Βουλγαρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Μάγια Μανόλοβα (σ.σ. η ίδια παραδέχθηκε το γεγονός, στη διάρκεια τηλεοπτικής εκπομπής στην οποία συμμετείχε και ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Τσβέταν Τσβετάνοφ).
Ο γενικός εισαγγελέας ανήγγειλε ότι ενημέρωσε τηλεφωνικά τον πρόεδρο της Βουλγαρίας Ρόσεν Πλέβνελιεφ για την υπόθεση περίπου στις 10 η ώρα το βράδυ της Παρασκευής (10 Μαΐου) «όχι επειδή η εισαγγελία έχει υποχρέωση να δίνει αναφορές σε οποιονδήποτε, αλλά επειδή έκρινα ότι, ενόψει των επικείμενων εκλογών παρόμοια συνεργασία των θεσμών είναι σκόπιμη και χρήσιμη» όπως είπε.
Στην επικοινωνία με τον κ. Πλέβνελιεφ (σ.σ. ο οποίος ζήτησε να εγγυηθεί η σίγουρη φύλαξη των ύποπτων ψηφοδελτίων, την οποία ήδη είχαν αναλάβει δυνάμεις της χωροφυλακής, όπως ενημέρωσε τον πρόεδρο ο Γενικός εισαγγελέας), ο κ. Τσάτσαροφ υποστήριξε την άποψη ότι, η εισαγγελία πρέπει να κρατάει μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας τις έρευνες της έως της ολοκλήρωσης της εκλογικής αναμέτρησης «επειδή η υπόθεση αυτή μπορεί κυριολεκτικά να τινάξει στον αέρα τις εκλογές».
Ωστόσο – τόνισε ο κ. Τσατσάροφ – η εισαγγελία αναγκάστηκε να εκδώσει επίσημη ανακοίνωση για το θέμα το απόγευμα του Σαββάτου 11 Μαΐου, υπό την τεράστια πίεση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που προκλήθηκε έπειτα από «διαρροή» στον τηλεοπτικό σταθμό TV 7.
«Πουθενά στην ανακοίνωσή μας δεν αναφέρουμε, δεν επικαλούμαστε, ούτε υπαινισσόμαστε κανένα συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα. Για μένα, παραμένει ανεξήγητο γιατί ένα πολιτικό κόμμα ταυτίζει τον εαυτό του με αυτό το συμβάν, ώστε να υποστηρίζει ότι η εισαγγελία ήταν η αιτία που το εκλογικό του αποτέλεσμα μειώθηκε κατά 5% – 6%» υπογράμμισε ο κ. Τσατσάροφ, με αφορμή τις καταγγελίες του GERB ότι το εκλογικό του αποτέλεσμα ήταν μειωμένο περίπου κατά 6% εξαιτίας του σκανδάλου με τα πλαστά ψηφοδέλτια.
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής γενικός εισαγγελέας Μπόρισλαφ Τζαμπάζοφ αναφέρθηκε στην επιστολή της αυτοαποκαλούμενης ομάδας «έντιμοι εισαγγελείς», με την οποία τα μέλη αυτής της ομάδας εκφράζουν την αγανάκτησή τους για την «κατάχρηση (που πραγματοποιείται) με το κύρος της εισαγγελίας στο βωμό των προεκλογικών και κομματικών σκοπιμοτήτων».
Ο κ. Τζαμπάζοφ διέψευσε ότι ανήκει σ’ αυτή την ομάδα και ότι είναι ένας από τους αποστολείς της επιστολής, η οποία στάλθηκε από λογαριασμό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που έφερε το όνομά του. «Ευχαριστώ τον άγνωστο αποστολέα που φρόντισε να δημιουργήσει για μένα και άλλη μια ηλεκτρονική διεύθυνση, πέρα από εκείνη που ήδη έχω, αλλά θα τον παρακαλέσω να μου μεταβιβάσει και τον κωδικό χρήσεως» τόνισε.
Εξάλλου, ο κ. Τσατσάροφ αποκάλυψε το πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής της υπηρεσιακής αλληλογραφίας της εισαγγελίας με την DANS, το οποίο αποδεικνύει ότι τα έγγραφα τα οποία εστάλησαν στα ΜΜΕ μαζί με την ανώνυμη επιστολή των «άξιων εισαγγελέων» βρίσκονταν στην κατοχή της DANS μέχρι σήμερα.
Παρά τον εντοπισμό μεγάλης ποσότητας ύποπτων ψηφοδελτίων, για τα οποία η διεύθυνση του τυπογραφείου έδωσε αντιφατικές εξηγήσεις ενώ η υπηρεσιακή κυβέρνηση δεν άσκησε επαρκή έλεγχο, δεν υπάρχουν στοιχεία εκλογικής νοθεία ούτε συντρέχουν λόγοι ακύρωσης των βουλευτικών εκλογών της 12ης Μαΐου, κατέληξε ο κ. Τσάτσαροφ.