Είναι αναμφισβήτητο ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την πρακτική των βασανιστηρίων, μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 στη χώρα, και οι πιο υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της χώρας φέρουν την ευθύνη, αναφέρει το πόρισμα μιας έκθεσης για το ζήτημα αυτό που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Η μελέτη, την οποία πραγματοποίησε η ένωση Constitution Project, η οποία κατηγορεί πρωτίστως την κυβέρνηση του Τζορτζ Ουόκερ Μπους, αλλά καλύπτει επίσης τις «ενέργειες» που έγιναν την περίοδο διακυβέρνησης των ΗΠΑ από τον Μπιλ Κλίντον και υπό την σημερινή κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα, υπογραμμίζει ότι τα βασανιστήρια «έγιναν εντός και εκτός της χώρας».
Το συμπέρασμα της έκθεσης είναι ότι βασανιστήρια έγιναν πολλές φορές και σε πολλές τοποθεσίες και δεν περιορίστηκαν σε καμία περίπτωση στους τρεις κρατούμενους που υπεβλήθησαν σε εικονικό πνιγμό στις φυλακές της CIA και που σήμερα είναι φυλακισμένοι στο Γκουαντάναμο (Χάλεντ Σέιχ Μοχάμεντ, Αμπού Ζουμπέιντα και Αμπντ Αλ Ραχίμ Αλ Νασίρι).
Στην έκθεση των συνολικά 577 σελίδων, την οποία συνέταξε ομάδα 11 ατόμων, κατηγορούνται «οι πλέον υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της χώρας —πολίτες και στρατιωτικοί— ότι φέρουν ένα μέρος της ευθύνης επειδή έδωσαν την έγκρισή τους και συνέβαλαν στη χρήση βασανιστηρίων».
«Καταρχήν οι συμβάσεις της Γενεύης, ένα σεβαστό νομικό εργαλείο που διασφαλίζει την ανθρώπινη μεταχείριση σε καιρό πολέμου, δεν εφαρμόζονται στα μέλη της Αλ Κάιντα ή στους Ταλιμπάν, που αιχμαλωτίστηκαν στο Αφγανιστάν, ή στο Γκουαντάναμο», υπογραμμίζεται από τους συντάκτες της έκθεσης.
Εξάλλου ο πρόεδρος Μπους είχε δώσει άδεια στην CIA να χρησιμοποιεί «ωμές τεχνικές» για έναν αριθμό κρατουμένων στις μυστικές φυλακές που δημιουργήθηκαν από την CIA στην Ταϊλάνδη, την Πολωνία, την Ρουμανία και την Λιθουανία.
Μετά τη χρήση τους στο Μπαγκράμ, στο Αφγανιστάν, ο τότε υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Ντόναλντ Ράμσφελντ ενέκρινε τη χρήση βάναυσων «τεχνικών ανάκρισης» στο Γκουαντάναμο, όπως η στέρηση ύπνου, οι στάσεις που προκαλούν στρες, η γύμνια ή οι απειλές με την χρήση σκύλων.
«Ωστόσο η πλειονότητα των βασανιστηρίων που έγιναν στο Γκουαντάναμο, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ δεν έλαβαν ποτέ σαφή έγκριση», αναφέρεται στην έκθεση.
Οι δικηγόροι του υπουργείου Δικαιοσύνης είχαν δώσει «νομικές συμβουλές» και τα «υπομνήματα» που συντάχτηκαν τότε για να αιτιολογήσουν τις μεθόδους αυτές «συνιστούν μια δυνητική βοήθεια στα καταπιεστικά καθεστώτα αλλού στον κόσμο», σύμφωνα με την έκθεση.
Η τάση αυτή αντιστράφηκε, υπογραμμίζεται στην έκθεση, με την αποκάλυψη των ωμοτήτων στο Αμπού Γράιμπ το 2004 στο Ιράκ και την καταδίκη που ακολούθησε εντός και εκτός της χώρας, η οποία συνοδεύτηκε με ένα σύνδρομο «ντροπής μεταξύ των Αμερικανών».