Είναι ένας πίνακας μεγάλης αξίας, κάτι που αποτυπώνεται και από το γεγονός ότι πωλήθηκε σε έναν ιδιώτη, προτού καν παρουσιασθεί στην επίσημη δημοπρασία του, η οποία πραγματοποιήθηκε στην Τουλούζη της Γαλλίας.
Το όνομά του; «Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη», που αποδίδεται στον σημαντικό μεταναγεννησιακό ζωγράφο, Μικελάντζελο Μερίζι, ή «Καραβάτζο». Ο πίνακας ήδη έχει προκαλέσει συζητήσεις, τόσο για τη γνησιότητά του όσο και για τον μυθιστορηματικό τρόπο της ανακάλυψής του, στη σοφίτα ενός γαλλικού εργοστασίου το 2014 -όπως συνέβη και το 2012 με τον «Σωτήρα» (Salvator Mundi) που αποδίδεται στον Λεονάρντο Ντα Βίντσι.
Ο Καραβάτζο της Τουλούζης προπωλήθηκε σε μία ιδιωτική διαπραγμάτευση, καθώς το ποσόν που προσφέρθηκε ήταν αδύνατο να το αρνηθεί κάποιος. «Η συμφωνία καλύπτεται από έναν όρο εμπιστευτικότητας, τόσο για το ύψος του ποσού, όσο και για την ταυτότητα του αγοραστή», εξηγεί ο Γάλλος έμπορος τέχνης, Μαρκ Λαμπάρμπ, ο οποίος μετά την αποκατάσταση του πίνακα έχει ακολουθήσει όλη την πορεία της πώλησής του για λογαριασμό του οίκου δημοπρασιών και υπαγόρευσε την ανακοίνωση Τύπου για την ακύρωση της δημοπρασίας.
Οι πρώτες ακριτομύθιες γύρω από την απόκτηση της «Ιουδήθ» κάνουν λόγο για έναν ιδιώτη, ο οποίος θα δανείσει για μία μακρά περίοδο το έργο σε ένα μουσείο -που το όνομα δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη- το οποίο θεωρεί τον πίνακα ως αδιαμφισβήτητη δημιουργία του Καραβάτζο.
Μεγάλα, όμως, είναι τα ερωτήματα που γεννώνται για την αυθεντικότητα του έργου, έπειτα από τις αντίθετες γνωμοδοτήσεις από τους Ιταλούς ειδήμονες του χρωστήρα του μεγάλου «δασκάλου», αλλά και του Μουσείου του Λούβρου, το οποίο αρνήθηκε να τον αγοράσει. Δεν πρόκειται δηλαδή για ένα «χαμένο αριστούργημα», όπως το χαρακτήρισε ο ειδήμονας Ερίκ Τουρκέν, ο οποίος απέδωσε πρώτος την αυθεντικότητα στον πίνακα και εκτίμησε την αξία του στα 100 με 150 εκατ. ευρώ, καθώς για πολλούς άλλους ειδικούς -όπως η ιστορικός Τέχνης Μίνα Γκρεγκόρι- δεν πρόκειται παρά για ένα πλαστό έργο, προϊόν του χρωστήρα ενός παραχαράκτη.
«Επί 18 μήνες εξετάζαμε τον πίνακα με τη βοήθεια υπέρυθρων ακτίνων, αλλά και ακτίνων Χ, το εξέτασαν πολλοί ιστορικοί Τέχνης ειδήμονες στο έργο του Καραβάτζο και το συμπέρασμα ήταν πως είναι αυθεντικός», δηλώνει σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μκεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Τουρκέν, ο οποίος διηύθυνε επίσης τις εργασίες αποκατάστασής του.
Ο πίνακας, ιδιοκτήτες του οποίου είναι οι κληρονόμοι ενός στρατηγού του Ναπολέοντα, παρουσιάσθηκε στο κοινό το 2016, στη διάρκεια της έκθεσης «Γύρω από τον Καραβάτζο» στην Πινακοθήκη της Μπρέρα στο Μιλάνο, όπου είχαν εκτεθεί αρκετοί πίνακες του ζωγράφου με την «ροκαμβολικά» περιπετειώδη ζωή, σε αντιπαράθεση με τον φλαμανδό «καραβατζικό» Λουίς Φινσόν. Μεταξύ αυτών εξετίθετο και ένα αντίγραφό του της «Ιουδήθ» του ίδιου του Μερίζι, το οποίο σήμερα ανήκει στη συλλογή της τράπεζας Intesa San Paolo.
Πολλοί από τους ειδικούς υποδεικνύουν τον ίδιον τον Φινσόν ως δημιουργό του πίνακα που ανακαλύφθηκε στην Τουλούζη, τον οποίο όμως το γαλλικό κράτος έσπευσε να αναγνωρίσει ως αυθεντικό Καραβάτζο και να τον χαρακτηρίσει «εθνικό θησαυρό».
Σύμφωνα με τον Τουρκέν, ο πίνακας αυτός είναι μία δεύτερη εκδοχή του έργου που φυλάσσεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Παλάτσο Μπαρμπερίνι, στη Ρώμη, και αναπαριστά το βιβλικό επεισόδιο του αποκεφαλισμού του Ασσύριου πολεμάρχου Ολοφέρνη από την Εβραία χήρα Ιουδήθ, που θέλησε να σώσει τον λαό της από την ξένη κατοχή.
Σύμφωνα με τις εικασίες, το δεύτερο αυτό αντίτυπο του πρωτότυπου πίνακα, δημιουργήθηκε από τον Μερίζι στη Νάπολη στην πρώτη δεκαετία του 1600. Την αυθεντικότητά του πιστοποιούν -κατά τον Τουρκέν- τέσσερα έγγραφα: δύο επιστολές του 1607 προς τον δούκα της Μάντοβας, που περιγράφουν τον πίνακα, η διαθήκη του 1617 του εμπόρου Τέχνης και ζωγράφου Λούις Φινσόν και ένας κατάλογος της περιουσίας του Άμπραχαμ Φινκ, συνεργάτη του Φινσόν, που καταρτίσθηκε στην Αμβέρσα το 1619.