Μία αποφασιστική νίκη, πέτυχε η προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την ψήφιση του νομοσχεδίου της φορολογικής μεταρρύθμισης στις ΗΠΑ, με την ψήφιση από την Γερουσία ενός προσχεδίου του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2018.
Η εξέλιξη αυτή, ενισχύει την πολιτική δυναμική των Ρεπουμπλικάνων χωρίς να ενδεχόμενα να χρειαστούν την υποστήριξη των Δημοκρατικών για το φορολογικό νομοσχέδιο. Ωστόσο, η πολιτική κατάσταση παραμένει πολιτικά ρευστή στην Γερουσία, με τις φραστικές συγκρούσεις μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων και του προέδρου Τραμπ να κλιμακώνονται, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, που αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το προσχέδιο ψηφίστηκε από 51 γερουσιαστές, ενώ το καταψήφισαν 49. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του προσχεδίου αυτού, το ομοσπονδιακό έλλειμμα αναμένεται ν’ αυξηθεί κατά 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια μέσα στην επόμενη δεκαετία, προκειμένου να καλυφθούν οι απώλειες εσόδων από τις προτεινόμενες μειώσεις στην φορολογία.
«Τώρα με αυτόν τον προϋπολογισμό υιοθετούμε το πλαίσιο για την ανακούφιση των Αμερικανών πολιτών και των οικογενειών που σήκωσαν το βάρος της εφαρμογής ενός άδικου φορολογικού κώδικα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο ηγέτης της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, μετά την ψήφιση του αναφερόμενου προσχεδίου.
Από την άλλη μεριά, είναι σχεδόν δεδομένο ότι οι Δημοκρατικοί θα εναντιωθούν στην ψήφιση του προτεινόμενου σχεδίου φορολογικής μεταρρύθμισης από την κυβέρνηση Τραμπ, με κεντρικό σημείο οικονομικού ενδιαφέροντος την ελάφρυνση της προσωπικής, αλλά και επιχειρηματικής φορολογίας άνω των 6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Δεν είναι απλά ένας κακός προϋπολογισμός, αλλά πρόκειται για έναν τραγικό προϋπολογισμό», δήλωσε πριν την ψήφιση του προσχεδίου ο Γερουσιαστής των Δημοκρατικών Μπέρνι Σάντερς που διεκδίκησε το προεδρικό χρίσμα του κόμματος, το 2016. «Σε μία περίοδο μαζικής ανισότητας των εισοδημάτων, ο προϋπολογισμός προβλέπει φορολογικές ελαφρύνσεις 1,9 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για τους προνομιούχους του 1%», τόνισε.
Η ψήφιση αυτού του προσχεδίου από την Γερουσία, πρέπει να συνεκτιμηθεί με μία διαφορετική έκδοσή του που έχει ψηφιστεί από την Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ οι σχετικές διαπραγματεύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων για ένα ενοποιημένο πακέτο, εκτιμάται ότι θα διαρκέσουν για χρονικό διάστημα άνω των δύο εβδομάδων. Το νομοσχέδιο της Βουλής των Αντιπροσώπων προβλέπει ένα «εισοδηματικά ουδέτερο» φορολογικό νομοσχέδιο, ενώ σε αυτό μπορούν να ενσωματωθούν μειώσεις φόρων, αλλά και μειώσεις δαπανών κυβερνητικών προγραμμάτων οικονομικού ύψους 203 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μεταξύ των προγραμμάτων αυτών συμπεριλαμβάνεται και η παροχή διατροφικής βοήθειας προς τους φτωχούς.
Από την άλλη μεριά, το προσχέδιο που ψηφίστηκε στην Γερουσία προβλέπει την περικοπή π.χ. από την Επιτροπή Ενέργειας και Φυσικών Πόρων τουλάχιστον ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων, μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Η ψήφιση του προσχεδίου από την Γερουσία έγινε υπό την πρόβλεψη αξιοποίησης ενός διαδικαστικού εργαλείου (reconciliation) το οποίο επιτρέπει την προώθηση φορολογικής νομοθεσίας και την ψήφισή της με απλή πλειοψηφία. Οι Ρεπουμπλικάνοι ελέγχουν 52 έδρες έναντι των 48 που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί στην Γερουσία, ενώ στην περίπτωση μη αξιοποίησης του παραπάνω αναφερόμενου νομοθετικού εργαλείου θα απαιτούνταν η εξασφάλιση 60 θετικών ψήφων για την ψήφιση του φορολογικού νομοσχεδίου. Με δεδομένη την σημερινή αριθμητική ισορροπία, αλλά και την υπάρχουσα αρνητική πολιτική δυναμική μεταξύ Ρεπουμπλικάνων και Δημοκρατικών, ο αριθμός αυτός των 60 ψήφων θα ήταν αδύνατο να συγκεντρωθεί, προσθέτοντας μία ακόμη νομοθετική αποτυχία (μετά την αποτυχία καταψήφισης του Obamacare) στην κυβέρνηση Τραμπ.
Σε εξέλιξη βρίσκεται προσπάθεια του Αμερικανού προέδρου για την προσέγγιση γερουσιαστών του Δημοκρατικού Κόμματος, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν το νομοσχέδιο της φορολογικής μεταρρύθμισης. Ο Λευκός Οίκος θεωρεί ότι πέντε έως έξι γερουσιαστές από το Δημοκρατικό Κόμμα είναι «ανοιχτοί» για το ενδεχόμενο να ψηφίσουν την φορολογική μεταρρύθμιση, καθώς θα είναι υποψήφιοι για την επανεκλογή τους, σε πολιτείες στις οποίες κυριάρχησε ο Τραμπ, στις προεδρικές εκλογές του 2016.