Να ενισχύσουν τη μεταξύ τους εμπιστοσύνη και να διευθετήσουν κατάλληλα τις διαφωνίες τους το Πεκίνο και το Λονδίνο ήταν το μήνυμα του προέδρου της Κίνας Σι Τζινπίνγκ προς την πρωθυπουργό της Βρετανίας Τερέζα Μέι, καθώς τα δύο κράτη καλούνται να επιλύσουν το θέμα που προέκυψε μετά την καθυστέρηση κινεζικής επένδυσης ύψους 8 εκατ. δολαρίων σε πυρηνικό ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης που είχαν με τη Μέι στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της G20 στην πόλη Χανγκζού της Κίνας, ο Σι δήλωσε ότι το Πεκίνο επιθυμεί να αποκτήσει «ακόμη πιο σταθερή, καλύτερη» σχέση με τη νέα κυβέρνηση της Βρετανίας, σύμφωνα με ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα το κινεζικό ΥΠΕΞ.

Οι δύο χώρες πρέπει να συνεχίσουν να προωθούν τη συνεργασία τους στα πεδία των επενδύσεων, της ενέργειας, των υποδομών και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, προσέθεσε ο Σι.

«Αμφότερες οι πλευρές θα όφειλαν να αυξήσουν την πολιτική αμοιβαία εμπιστοσύνη, να επεκτείνουν τα κοινά συμφέροντα και να χειριστούν κατάλληλα τις διαφωνίες», είπε.

Δεν γίνεται καμιά αναφορά στην ανακοίνωση σχετικά με την καθυστέρηση στην έγκριση του έργου για την κατασκευή πυρηνικού ηλεκτροπαραγωγικού σταθμού.

Αφότου ανέλαβε η Μέι έχει αναλάβει την απόφαση για το εάν θα εγκρίνει την κατασκευή του σταθμού Χίνκλι Πόιντ, έργο ύψους 24 δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχει αναλάβει η γαλλική εταιρεία EDF με χρηματοδότηση ύψους 8 εκατομμυρίων δολαρίων από την Κίνα. Η Μέι έχει ζητήσει από τους συμβούλους της για ζητήματα ασφάλειας να μελετήσουν όλες τις διαστάσεις του έργου. Θα πρόκειται για τον πρώτο πυρηνικό ηλεκτροπαραγωγικό σταθμό που θα ανεγερθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο έπειτα από δεκαετίες.

Η συμφωνία για τη χρηματοδότηση του Χίνκλι, που υπεγράφη στη Ντάουνινγκ Στριτ στα τέλη της περασμένης χρονιάς κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψης του Σι στο Λονδίνο, προβαλλόταν από την κυβέρνηση του Κάμερον σαν το πετράδι του στέμματος της νέας, «Χρυσής Εποχής» των σινοβρετανικών σχέσεων.

Σύμφωνα με Βρετανό κυβερνητικό αξιωματούχο, ο Σι είπε στην Μέι ότι είναι ανοικτός στη σύναψη διμερούς συμφωνίας εμπορίου μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.