Τον όρο της επιβολής έκτακτης κατάστασης για «μέγιστη περίοδο έξι μηνών» θέλει να συμπεριλάβει στο Σύνταγμα της η Γαλλία.
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας διαβιβάστηκε ένα σχετικό προσχέδιο νομοθεσίας για αναθεώρηση του Συντάγματος, στην οποία είχε αναφερθεί ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ μετά τις επιθέσεις των τζιχαντιστών στις 13 Νοεμβρίου στο Παρίσι.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης κηρύχθηκε από τον Φρανσουά Ολάντ τη νύχτα που ακολούθησε τις επιθέσεις και παρατάθηκε κατά τρεις μήνες από το Κοινοβούλιο, μέχρι τις 26 Φεβρουαρίου.
Η συνταγματική αναθεώρηση προβλέπει κυρίως την εγκαθίδρυση ενός «πολιτικού καθεστώτος κρίσης» προκειμένου να αναληφθεί δράση «κατά της πολεμικής τρομοκρατίας» εξήγησε ο Ολάντ στις 16 Νοεμβρίου.
Στην παρούσα μορφή του το Σύνταγμα προβλέπει κατάσταση πολιορκίας, όχι όμως και κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία προβλέπεται από έναν νόμο που εγκρίθηκε το 1955 και τροποποιήθηκε αμέσως μετά τις επιθέσεις. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας, στη συνέχεια το 1984 στη Νέα Καληδονία και το 2005 κατά τις συγκρούσεις στα (παρισινά) προάστια.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης επιτρέπει στις αρχές να «απαγορεύουν την κυκλοφορία ανθρώπων ή οχημάτων», να εγκαθιδρύουν «περιοχές προστασίας ή ασφαλείας όπου ρυθμίζεται η διαμονή ανθρώπων» και να απαγορεύουν τη διαμονή σε μία γεωγραφική περιοχή «σε όποιο πρόσωπο αποσκοπεί να εμποδίσει, με οποιονδήποτε τρόπο, τη δράση των δημόσιων αρχών».
Με βάση αυτό το καθεστώς, περισσότερες από 2.000 προσαγωγές πραγματοποιήθηκαν από τις 13 Νοεμβρίου χωρίς την έγκριση δικαστή και διατάχθηκαν περισσότεροι από 300 περιορισμοί κατ΄οίκον.
Έπειτα από επικρίσεις για πιθανές παρεκκλίσεις στην εφαρμογή της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, οι βουλευτές ζήτησαν έναν μηχανισμό ελέγχου της εφαρμογής της.
Μια συνταγματική μεταρρύθμιση που προτείνει ο πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί είτε να υιοθετηθεί με τη θετική ψήφο των 3/5 των μελών του Κοινοβουλίου είτε με δημοψήφισμα, όμως η τελευταία αυτή επιλογή έχει αποκλειστεί εκ των προτέρων από την κυβέρνηση.