Από τις αρχές του χρόνου και μέχρι τα τέλη του Σεπτεμβρίου ο αριθμός των ποινικών αδικημάτων στην Αυστρία με ξενοφοβικά και ρατσιστικά κίνητρα σχεδόν πενταπλασιάστηκε, αναφέρεται στην αξιολόγηση που ανακοίνωσε σήμερα η Αυστριακή Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος και Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας.
Σύμφωνα με την αξιολόγηση, αυτό σημαίνει ότι μέσα στα τρία πρώτα τρίμηνα του 2015 καταγράφηκαν τόσα ποινικά αδικήματα με ξενοφοβικά και ρατσιστικά κίνητρα, όσα είχαν καταγραφεί σε ολόκληρες τις τρεις προηγούμενες χρονιές, ενώ σε 1.201 ανέρχεται ο συνολικός αριθμός των μηνύσεων για αδικήματα με ακροδεξιά κίνητρα που έχει καταγράψει μέσα στα τρία τρίμηνα φέτος η Υπηρεσία.
Ιδιαίτερα σαφής γίνεται η αυξανόμενη πόλωση στην κοινωνία συγκρίνοντας κανείς τους επί μέρους αριθμούς με εκείνους του 2014, καθώς, ενώ στο πρώτο τρίμηνο πέρυσι τα αδικήματα αυτά ανέρχονταν σε 12 φέτος ήταν 26, στο δεύτερο τρίμηνο οι αριθμοί ήταν 18 (2014) έναντι 56 (2015) και στο τρίτο τρίμηνο καταγράφεται φέτος ο τετραπλάσιος αριθμός, 118 αδικήματα έναντι των 29 το 2014.
Μια σαφή αύξηση των αδικημάτων, συγκεκριμένα κατά 25%, διαπιστώνει η Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος σε εκείνα που σχετίζονται με υποδαύλιση μίσους και παραβίαση του αποκαλούμενου «Νόμου περί ναζιστικής επαναδραστηριοποίησης».
Όπως αναφέρεται από κύκλους της Υπηρεσίας, η αύξηση του αριθμού των ποινικών αδικημάτων με ακροδεξιό υπόβαθρο δεν σχετίζεται με μια αυξημένη τώρα προθυμία στον αυστριακό πληθυσμό να προχωρήσει σε καταγγελία τους, αλλά υπάρχει μια πραγματική αύξησή τους, ενώ μια υψηλή ευαισθητοποίηση της κοινωνίας στο θέμα αυτό είναι δεδομένη εδώ και καιρό.
Ως πρόβλημα αναγνωρίζεται από την Υπηρεσία η ύπαρξη συγκεκριμένων δυνάμεων που προωθούν την πόλωση στην αυστριακή κοινωνία και η ίδια αναφέρει ότι στο μέλλον οι σχετικές έρευνες θα εντατικοποιηθούν και θα επεκταθούν και σε άλλους χώρους, ενώ επισημαίνεται μια «αλλαγή γενιάς» στο χώρο της Ακροδεξιάς, με τους γνωστούς «γηραιούς κυρίους» του ακροδεξιού σκηνικού να παίζουν έναν σχετικά μικρότερο ρόλο από εκείνον της «νέας γενιάς» των ακροδεξιών που γίνεται ολοένα και εμφανέστερος.
Ο «Νόμος περί ναζιστικής επαναδραστηριοποίησης» ή «Νόμος απαγόρευσης», είχε ψηφιστεί αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 8 Μαΐου του 1945, από την πρώτη (προσωρινή) αυστριακή κυβέρνηση και με τον οποίο απαγορευόταν το ναζιστικό κόμμα και ρυθμιζόταν νομικά η αποναζιστικοποίηση της Αυστρίας.
Ο νόμος, που είναι ενσωματωμένος στο αυστριακό Σύνταγμα και είχε τροποποιηθεί το 1947 και τελευταία το 1992, προβλέπει την επιβολή αυστηρών ποινών για οποιαδήποτε δράση σχετιζόμενη με τον εθνικοσοσιαλισμό.
Με βάση αυτό το νόμο είχαν διαλυθεί επίσημα και είχαν απαγορευτεί μετά τον πόλεμο όλες οι ναζιστικές ή «συγγενείς» οργανώσεις και είχαν κατασχεθεί υπέρ του αυστριακού κράτους οι περιουσίες τους, ενώ απαγορεύεται μια επανίδρυση ή επαναδραστηριοποίηση για εθνικοσοσιαλιστικούς σκοπούς.