«Η μέθοδος του Ομπάμα είναι ο συμβιβασμός. Στην περίπτωση της Λιβύης, παίρνει κάτι από την αντιπολεμική θέση, κάτι από τη φιλοπόλεμη θέση, και τα ανακατεύει. Δείχνει αποφασιστικός, κάτι που αρέσει στους Ρεπουμπλικάνους, υποστηρίζει την ανθρωπιστική αποστολή, ικανοποιώντας τους Δημοκρατικούς, αλλά ανακοινώνει ταυτόχρονα ότι θέλει έναν περιορισμένο πόλεμο, ότι δεν επιδιώκει να ανατρέψει τον Καντάφι και ότι δεν θα στείλει χερσαίες δυνάμεις».
Αυτά λέει ο αμερικανός δημοσιογράφος Μπομπ Γούντγουορντ σε μια συζήτηση που οργάνωσε η εφημερίδα Figaro με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών της Γαλλίας Ιμπέρ Βεντρίν. Ο τελευταίος τόνισε ότι δεν εξεπλάγη με την απόφαση των Αμερικανών να εμπλακούν στη στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη, καθώς θεωρούσε αδιανόητο να αφεθούν οι κυβερνητικές δυνάμεις να προχωρήσουν σε μια σφαγή στη Βεγγάζη. Αναρωτιέται όμως ποια είναι τα κοινά σημεία της «μεθόδου Ομπάμα» με αυτό που έκανε ο Τζόνσον στο Βιετνάμ, ο Κλίντον στη Γιουγκοσλαβία και ο Μπους στο Ιράκ. Με άλλα λόγια, υπάρχει ένα «δόγμα Ομπάμα»;
Κάτι τέτοιο δεν είναι ακόμη σαφές, απαντά ο δημοσιογράφος που αποκάλυψε το Ουότεργκεϊτ και έχει γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Οι πόλεμοι του Ομπάμα». Ο αμερικανός πρόεδρος, τονίζει, είναι ένας δικηγόρος που αναζητεί το σημείο ισορροπίας ανάμεσα σε διάφορα συμφέροντα. Υπάρχουν δύο στρατηγικές κουλτούρες στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Η μία παραπέμπει στην ηθική σταυροφορία, στο «θα λύσουμε τα προβλήματα του πλανήτη»: την ακολούθησαν ο Ουίλσον και ο Μπους. Η άλλη είναι ρεαλιστική, ημι-απομονωτική, του τύπου «ασχολούμαστε πρώτα απ’ όλα με τις δικές μας υποθέσεις, εκτός αν θιγεί κάποιο ύψιστο συμφέρον, όπως το να δεχθούμε επίθεση». Στην περίπτωση του Ομπάμα, αυτά τα δύο δόγματα συνυπάρχουν στον εγκέφαλό του. Το αποτέλεσμα είναι ένα πολύ προσωπικό και απρόβλεπτο στιλ ηγεσίας.
Η ευφυΐα του αμερικανού προέδρου είναι αναμφισβήτητη, τονίζει ο Βεντρίν. Έχει όμως κανείς την εντύπωση ότι βρίσκεται μπροστά σ’ ένα απίστευτα «βαρύ» σύστημα και είναι υποχρεωμένος να κινείται διαρκώς ανάμεσα σε υπουργεία και υπηρεσίες, με αποτέλεσμα τα περιθώρια κινήσεών του να είναι περιορισμένα. Είναι ένα είδος διαιτητή. Επιπλέον, πιστεύει ότι η Αμερική πρέπει να παίξει ένα ρόλο ηγετικό, αλλά σχετικό. Παρά ταύτα, ίσως με αφετηρία τις θέσεις του να καταστεί δυνατή η διαχείριση ενός εξαιρετικά σύνθετου τόξου που εκτείνεται από τη Μαυριτανία ως το Αφγανιστάν. Ένα βασικό ερώτημα δεν έχει τεθεί μέχρι στιγμής στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών: είναι πραγματικά απαραίτητο να ελέγχουν το Αφγανιστάν για να προστατεύονται από την επιστροφή της αλ-Κάιντα;
Το ερώτημα αυτό είναι σοβαρό, επισημαίνει ο Γούντγουορντ. Το πρόβλημα είναι ότι αυτός ο πόλεμος έγινε μετά την 11η Σεπτεμβρίου ένας «πόλεμος ανάγκης». Αν λοιπόν ο Ομπάμα είχε αντιταχθεί στην αύξηση των στρατιωτικών δυνάμεων στο Αφγανιστάν, ίσως να είχε βρεθεί μπροστά σ’ ένα κύμα παραιτήσεων στο Πεντάγωνο, από τον αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων μέχρι τον υπουργό Αμύνης. Κανένας πρόεδρος, και πολύ περισσότερο ένας νέος πρόεδρος χωρίς εμπειρία, δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει ένα τέτοιο κύμα αμφισβήτησης. Ορισμένοι είπαν ότι το Πεντάγωνο επιβλήθηκε στον πρόεδρο. Ο τελευταίος, πάντως, θεωρεί χωρίς αμφιβολία ότι περιόρισε τις φιλοδοξίες των στρατιωτικών.
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας επισημαίνει κι ένα άλλο θέμα, που αφορά τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τους συμμάχους τους. «Εχει κανείς την εντύπωση ότι η Αμερική χρειάζεται τους συμμάχους της μόνο για να της παρέχουν μερικούς επιπλέον στρατιώτες, ποτέ για τον στρατηγικό σχεδιασμό. Και αυτό ίσχυε πάντοτε. Οι Αμερικανοί έχουν τόσο μεγάλες δυσκολίες για να φτάνουν σε συμφωνίες μεταξύ τους, ώστε δεν έχουν χρόνο να συζητούν με τους άλλους».
Ο αμερικανός δημοσιογράφος συμφωνεί. «Ο αμερικανικός εγωκεντρισμός αποτελεί χαρακτηριστικό όλων των κυβερνήσεων. Σκέπτονται ως εξής: ‘Εμείς έχουμε την ισχύ, εμείς παίρνουμε τις αποφάσεις’. Ο Σαρκοζί έκανε λάθος αν νόμιζε ότι η επιστροφή της Γαλλίας στο ΝΑΤΟ θα συνοδευόταν από μεγαλύτερη επιρροή. Η συγκέντρωση εξουσιών στα χέρια των αμερικανών προέδρων δεν έχει σταματήσει να αυξάνεται. Όλα περνούν από τον Λευκό Οίκο».
Θα επανεκλεγεί ο Μπαράκ Ομπάμα; Ναι, λέει ο Βεντρίν. «Τον βρίσκω πολύ ευφυή, και αντίθετα με τους περισσότερους ευρωπαίους ηγέτες έχει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική ματιά. Διερωτώμαι όμως μερικές φορές μήπως ανάμεσα στη στρατοσφαιρική οπτική του Ομπάμα, τύπου Χάρβαρντ, και την πολύ καλή τεχνοκρατική δουλειά της Χίλαρι Κλίντον λείπει ένας στρατηγικός συνδετικός κρίκος τύπου Χένρι Κίσιντζερ.»
Στο ίδιο ερώτημα, ο Γούντγουορντ προτιμά να απαντήσει με μια από τις γνωστές ατάκες του πρώην υπουργού Αμύνης Ντόναλντ Ράμσφελντ: «Πρόκειται για μια από τις πολλές άγνωστες παραμέτρους που αγνοούμε!»