Τη δεκαετία του 1860 η ζωή ήταν πολύ πιο απλή απ’ ό,τι σήμερα, με την κοκαΐνη να είναι ακόμη απενοχοποιημένη και όχι μάστιγα. Έτσι η προσθήκη ενός διεγερτικού που προερχόταν από τα φύλλα κόκας στην καθημερινότητα ήταν πλήρως αποδεκτή, και μπορούσε να βρεθεί ακόμη και σε τονωτικά, σόδες αλλά και βρεφικά παρασκευάσματα.
Υπήρχε, λοιπόν, ένα κρασί -επικυρωμένο από δύο πάπες- που περιείχε κοκαΐνη και μπορούσε να διατεθεί στην αγορά ως ενεργειακό ποτό. Το Vin Marini, λοιπόν, σύμφωνα με το mentalfloss.com, το 19ο αιώνα ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή από αυτά με βάση την ουσία από τα φύλλα κόκας, που ισχυριζόταν ότι «αποκαθιστούσε την υγεία και τη ζωτικότητα». Πρόκειται για το «πνευματικό παιδί» του χημικού και οινοποιού Άνγκελο Μαριάνι, το οποίο με 6 χιλιοστόγραμμα κοκαΐνης ανά 28 γρ., από τα μέσα έως τα τέλη του 1800 κυκλοφορούσε ευρέως στη Γαλλία, και την Ιταλία, όπου και ο Πάπας Λέων ΧΙΙΙ και ο Πάπας Πίος Χ δήλωναν φανατικοί θαυμαστές του.
Ο Πάπας Λέων, μάλιστα, ήταν τόσο ενθουσιώδης με το συγκεκριμένο κρασί που πραγματοποίησε μια δημόσια «έγκριση» του ποτού, εφευρίσκοντας φαινομενικά ένα «χρυσό μετάλλιο του Βατικανού» σε αναγνώριση των παροχών που έλαβε από το Vin Mariani. Επίσης, επέτρεψε στο Μαριάνι να χρησιμοποιήσει την εικόνα του στην ετικέτα του κρασιού.
Αλλά όταν ο Μαριάνι προσπάθησε να εξαγάγει το κρασί του στην Αμερική, έπρεπε να αλλάξει τον τύπο του, καθώς το ποτό του ήταν αρκετά ήπιο σε σύγκριση με τον ανταγωνισμό στις ΗΠΑ, οι κάτοικοι της οποίας είχαν συνηθίσει να καταναλώνουν έως και 10 χιλιοστόγραμμα κοκαΐνης ανά 28 γρ. Έπρεπε να προσθέσει δηλαδή περίπου 20% περισσότερη κοκαΐνη μόνο για να έχει επιτυχία το κρασί του και στις ΗΠΑ.
Από τους διάσημους λάτρεις του συγκεκριμένου κρασιού, εκτός από τους προαναφερθέντες πάπες, ο 18ος πρόεδρος των ΗΠΑ Οδυσσεύς Γκραντ, ο οποίος το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ήταν μεθυσμένος, ο εφευρέτης Τόμας Έντισον ο οποίος ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο ποτό τον βοήθησε να μείνει ξύπνιο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ο Γάλλος πρωθυπουργός Jules Méline, ο οποίος γενικότερα δεν έπινε, αλλά έκανε μια εξαίρεση μόνο για το συγκεκριμένο κρασί, η συγγραφέας Εμίλ Ζολά και πληθώρα άλλων καλλιτεχνών και δημόσιων προσώπων παγκοσμίως.
Το συγκεκριμένο κρασί αποτέλεσε μέρος της τρέλας της κοκαΐνης που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1860, όταν το φάρμακο χαρακτηρίστηκε ως ιατρική θεραπεία. Η αυξημένη νομοθεσία για τα ναρκωτικά στις αρχές του 20ού αιώνα σταμάτησε σε μεγάλο βαθμό τη χρήση φύλλων κόκας σε προϊόντα χωρίς συνταγή και η χρήση της κοκαΐνης σημείωσε πτωτική τάση, μέχρι την αναβίωσή της τη δεκαετία του 1970. Ακόμα και τότε, όμως, θα ήταν αρκετά ασυνήθιστο για έναν χρήστη να δοκιμάσει να χαλαρώσει με ένα ποτήρι κρασί που εγχύεται με κοκαΐνη στο τέλος μιας κουραστικής μέρας. Ειδικά ενός κρασιού που είχε και την επίσημη επικύρωση από τον Πάπα.