Εγκλήματα πάθους, ζήλιας και παράνοιας. Άνδρες και γυναίκες τυφλωμένοι από τη ζήλια ή την αρρωστημένη αγάπη δεν δίστασαν να σκοτώσουν τις συζύγους ή συντρόφους τους προκαλώντας τον αποτροπιασμό της ελληνικής κοινής γνώμης για την φρικαλεότητά τους. Πολλά από αυτά έγιναν εν βρασμώ ψυχής κι άλλα χαρακτηρίστηκαν από την «ηθοποιία» των δραστών τους που σε μία προσπάθεια να αποπροσανατολίσουν τις έρευνες των Αρχών αναζητούσαν σε δρόμους και τηλεοράσεις τον άνθρωπό τους που είχε εξαφανιστεί «μυστηριωδώς» χωρίς κάποια αιτία ή αφορμή. Το φριχτό έγκλημα στο Κορωπί ζωντανεύει μνήμες από τα εγκλήματα πάθους που συγκλόνισαν την Ελλάδα. Με δυο γυναίκες μοιραζόταν τη ζωή του ο 41χρονος μηχανικός αυτοκινήτων από το Κορωπί, πατέρας 4 παιδιών από δύο γυναίκες και δράστης της δολοφονίας του πατέρα της συντρόφου του, η οποία μαχαίρωσε θανάσιμα την εν διαστάσει σύζυγό του. Ο δράστης, που κρίθηκε προφυλακιστέος, στην απολογία περιέγραψε αναλυτικά τα όσα δραματικά συνέβησαν τη μοιραία ημέρα που η σύντροφός του δολοφόνησε με ένα κουζινομάχαιρο την 38χρονη γυναίκα του, με την οποία όπως κατέθεσε, είχαν αποκαταστήσει πλήρως τη σχέση τους. «Κρίμα για τη γυναίκα που χάθηκε χωρίς να φταίει σε τίποτα. Έκανα λάθος που άφησα τη γυναίκα μου για την 26χρονη. Ήθελα να επιστρέψω στο σπίτι μου. Στη γυναίκα μου», δήλωσε κατά την έξοδό του από τα δικαστήρια. Ας θυμηθούμε μερικά από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα πάθους και εκδίκησης που συγκλόνισαν την Ελλάδα…
Τεμάχισε την σύζυγό του με κρητικό μαχαίρι και πέταξε τα κομμάτια στα κάδους απορριμμάτων
Ιούνιος του 1987. Ο 27χρονος φοιτητής της ΑΣΟΕΕ Παναγιώτης Φραντζής σκότωσε και τεμάχισε τη 18ρονη σύζυγό του, Ζωή Γαρμανή. Πολλές φορές κατά τη διάρκεια της… διαδικασίας σταμάτησε για να κάνει εμετό. Η περιγραφή του σόκαρε ακόμα και τους έμπειρους αξιωματικούς των ανθρωποκτονιών: «Ήμουν σε κακή κατάσταση. Έκανα εμετό όταν την τεμάχιζα και σταματούσα. Ξανάρχιζα. Υπήρχε και μια έντονη μυρωδιά από τα αίματα. Όμως την αγαπώ. Την αγαπώ πολύ». Στη συνέχεια έβαλε τα κομμάτια της σε σακούλες, τις οποίες πέταξε σε κάδους κοντά στο σπίτι του για να εξαφανίσει τα ίχνη. Τα ξημερώματα, ένας συλλέκτης γραμματοσήμων, ο Κωνσταντίνος Βουζίκας, την ώρα που ψάχνει σε έναν κάδο για γραμματόσημα, ανακαλύπτει την απόλυτη φρίκη μέσα σε μια σακούλα. Σοκαρισμένος ειδοποίησε την αστυνομία, η οποία βρήκε σχεδόν όλα τα κομμάτια εκτός από το κεφάλι, με αποτέλεσμα το θύμα να μην μπορεί να αναγνωριστεί. Μια απόδειξη κρεοπωλείου που βρέθηκε σε μια από τις σακούλες, οδήγησε την αστυνομία στην περιοχή και τελικά στα ίχνη του ζεύγους Φραντζή. Ο δολοφόνος αναγκάστηκε να παραδοθεί στην αστυνομία. Ο Φραντζής άφησε άφωνο το πανελλήνιο όταν ρωτήθηκε, πως είχε καταφέρει να τεμαχίσει το πτώμα με τόση ακρίβεια: «Δεν είναι ανάγκη να δουλεύω σε κρεοπωλείο για να ξέρω. Είναι πολύ εύκολο. Δεν είναι τίποτα το δύσκολο, αρκεί να σημαδεύεις τις κλειδώσεις». Κατά την απολογία του ο Φραντζής επέμενε: «Δεν τη σκότωσα. Ήταν ατύχημα. Δέχομαι μόνο την προσβολή νεκρού. Δεν τη στραγγάλισα. Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που δεν έδειξα ψυχραιμία τη στιγμή που πέθανε η Ζωή. Φονιάς δεν είμαι εγώ και ούτε πρόκειται να γίνω». Η ιατροδικαστική έκθεση όμως, ήταν σαφής. Επρόκειτο για στραγγαλισμό. Ο Φραντζής κρίθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε ποινή ισόβιας κάθειρξης κατά πλειοψηφία 5-2. Αυτοί που μειοψήφησαν ζητούσαν αυστηρότερη ποινή και θανατική καταδίκη. Έμεινε στη φυλακή 18 χρόνια. Στο διάστημα αυτό έκανε χρήση της νομοθετικής ρύθμισης περί εκπαιδευτικών αδειών των κρατουμένων και σπούδασε οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ. Aποφυλακίστηκε τον Οκτώβριο του 2005 από τις φυλακές Άγιας Χανίων. Σήμερα θεωρείται ότι επανεντάχθηκε στο κοινωνικό σύνολο.
Σκότωσε την σύντροφό του και μετά την έψαχνε στα κανάλια
Η ζήλια και η «μαγκιά» οδήγησαν τον Δάνο Μουρατίδη να στραγγαλίσει την όμορφη Κική Κούσογλου την ώρα που κοιμόταν, να θάψει το πτώμα της και να παίζει τον ανήσυχο φίλο. Η Κική Κούσογλου ήταν ένα πανέμορφο κορίτσι, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βέροια. Σε ηλικία 15 χρόνων, γνώρισε τον κατά τρία χρόνια μεγαλύτερό της, Δάνο Μουρατίδη. Οι δυο τους ερωτεύτηκαν παράφορα και ξεκίνησαν μια έντονη σχέση γεμάτη πάθος αλλά και πολλούς καυγάδες. Τον Απρίλιο του 2005 χάνονται τα ίχνη της στη Βέροια ενώ δύο μέρες μετά, η μητέρα της θα δηλώσει την εξαφάνιση της 20χρονης κοπέλας στην αστυνομία. Ο Δάνος Μουρατίδης βγαίνει στις τηλεοράσεις και κάνει έκκληση για να τη βρει. Συγκεκριμένα εμφανίζεται στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη «Φως στο Τούνελ». Η δημοσιογράφος θα ανακαλύψει και ένα ημερολόγιο, όπου η Κική Κούσογλου έδειχνε να ασφυκτιά μέσα στη σχέση της. Παρότι περνούν τέσσερις μήνες που η Κική δεν έχει δώσει σημεία ζωής, εκείνος επιμένει πως ζει και υποστηρίζει πως εξαφανίστηκε. Ο Δάνος Μουρατίδης καταδικάστηκε σε ισόβια ενώ ο ξάδελφος που τον βοήθησε στην ταφή του πτώματος, σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων. Κατά τη διάρκεια της μαραθώνιας απολογίας του, ο κατηγορούμενος ζήτησε επανειλημμένα συγγνώμη από την οικογένεια του θύματος. Η αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου ήταν ασφυκτικά γεμάτη και φορτίστηκε συναισθηματικά, όταν ο 24χρονος κλήθηκε να περιγράψει τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της μοιραίας νύχτας. «Είχαμε χωρίσει δυο βδομάδες πριν. Συζητούσαμε και πέρασε η ώρα. Εκείνη κοιμήθηκε, εγώ έβλεπα τηλεόραση», είπε. Όπως περιέγραψε, ακολούθως, άρχισε να ψάχνει το κινητό της κοπέλας και βρήκε έναν μήνυμα από κάποιο άλλο νεαρό, τον οποίο φέρεται ότι είχε γνωρίσει, συνάπτοντας σχέση μαζί του. Τότε την ξύπνησε και ακολούθησε έντονος διαπληκτισμός μεταξύ τους. Κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, ο δράστης την άρπαξε από το λαιμό και τη στραγγάλισε. «Την τράβηξα πάνω μου. Δεν θυμάμαι αν φώναζε ή αν είπε κάτι. Όταν την άφησα δεν κουνιόταν. Έπιασα το σφυγμό της. Διαπίστωσα πως δεν αναπνέει. Εκείνη την ώρα τα έχασα. Πανικοβλήθηκα και αποφάσισα να την εξαφανίσω», είπε και πρόσθεσε πως ένιωθε σαν να πρωταγωνιστεί σε ταινία. «Όλα έγιναν μηχανικά» είπε «σαν να μην ήμουν εγώ».
Ο νεαρός ναυτικός που έπνιξε την αγαπημένη του και την αποκεφάλισε
Ο 24χρονος Γιώργος Σκιαδόπουλος δολοφόνησε την Αμερικανίδα μνηστή του, Τζούλι Μαρί Σκάλι, σε παράδρομο της εθνικής οδού. Την έβαλε σε βαλίτσα και για να χωρέσει της έκοψε το κεφάλι ενώ προσπάθησε δύο φορές να κάψει τη σωρό της χωρίς να το καταφέρει. Πέταξε το κεφάλι της στη θάλασσα, μαζί με το σιδεροπρίονο και το μπιτόνι. Η βαλίτσα με το διαμελισμένο πτώμα βρέθηκε σε λίμνη κοντά στο σημείο του εγκλήματος. Πέρασαν 19 μέρες ώσπου τελικά ομολόγησε. Ήταν ένας παράφορος έρωτας. Η Τζούλι Μαρί Σκάλι ήταν παντρεμένη αλλά ταυτόχρονα τόσο ερωτευμένη που μέσα σε διάστημα λίγων μηνών πήρε διαζύγιο και ενώ ακόμη ήταν σε διάσταση, ο νέος εραστής της την παρουσίαζε ως αρραβωνιαστικιά του, αφού ήθελαν να κάνουν οικογένεια. Συγχρόνως έφυγε από το Ναυτικό για να μπορεί να είναι συνέχεια κοντά της. Όπως έλεγε: « Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν το πώς θα την κάνω ευτυχισμένη, την αγαπούσα όσο τίποτε άλλο, ήταν η γυναίκα της ζωής μου…». Εκείνη, είχε δώσει την κηδεμονία της κόρης της στο πρώην σύζυγό της. Αυτός λέγεται πως ήταν ένας από τους λόγους που εμφανίστηκαν τα πρώτα σύννεφα στη σχέση της με τον Έλληνα ναυτικό. Παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο. Συνειδητοποίησε όμως πως δεν μπορούσε να ζήσει μακριά από το παιδί της. Οι διαφωνίες και οι καυγάδες άρχισαν να εμφανίζονται στη σχέση. Όταν το ζευγάρι ξεκίνησε από την Καβάλα με προορισμό την Αθήνα και το σπίτι του πατέρα του και έμελλε να είναι και η τελευταία διαμάχη. Πάνω στον τσακωμό, το αυτοκίνητο βγήκε από την Εθνική Οδό και κατευθύνθηκε σε χωματόδρομο. Εκεί ο οδηγός έπιασε τη μνηστή του από το λαιμό και την έσφιξε. Μετά από κάποια λεπτά, η Τζούλι ήταν νεκρή. Ο δράστης όμως, πάνω στον πανικό του όπως δήλωσε, αργότερα προσπάθησε να κάψει το πτώμα και να πετάξει τις στάχτες της 31χρονης στη θάλασσα. Έτσι πήγε στο σπίτι της γιαγιάς του και πήρε μια μεγάλη βαλίτσα για να την βάλει μέσα. Προμηθεύτηκε και ένα σιδεροπρίονο καθώς είδε πως από τη βαλίτσα εξείχε το κεφάλι του άτυχου μοντέλου. Επέστρεψε κοντά στον τόπο του εγκλήματος, έβγαλε τη βαλίτσα και έκοψε το κεφάλι. Στη συνέχεια προσπάθησε να βάλει φωτιά, χωρίς πάλι να τα καταφέρει. Τότε πήρε την απόφαση να πετάξει τη βαλίτσα στη λίμνη. Ξεκίνησε τον δρόμο της επιστροφής προς την Καβάλα και στα μέσα της διαδρομής πέταξε το κεφάλι στη θάλασσα. Το πτώμα της άτυχης κοπέλας βρέθηκε σε λίμνη κοντά στον τόπο του εγκλήματος. Το κεφάλι της δε βρέθηκε ποτέ. Ο Γιώργος Σκιαδόπουλος δήλωσε την εξαφάνιση του θύματος στο αστυνομικό τμήμα της Ομόνοιας ενώ έβγαινε τότε στα τηλεοπτικά κανάλια από το κέντρο της Αθήνας και εκλιπαρούσε να τον βοηθήσουν να βρεθεί η σύντροφός του. Μερικές μέρες μετά το σχέδιό του ναυάγησε αφού έπεφτε σε αντιφάσεις κι έτσι κατά την ανάκριση αποκάλυψε στις αρχές πως η μνηστή του δεν είχε εξαφανιστεί, αλλά πως ο ίδιος την είχε δολοφονήσει. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Το 2002 η ποινή του μειώθηκε στα 23 χρόνια λόγω καλής διαγωγής. Το 2009 αποφυλακίστηκε και έκτοτε του έχουν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και εμφάνισης στο Αστυνομικό Τμήμα….
Σκότωσε την σύζυγό του και την τσιμέντωσε το πτώμα της σε πάρκο δίπλα στο σπίτι τους
Στις 24 Σεπτεμβρίου 2008 ο καθηγητής μουσικής Γιάννης Κατσιλάμπρος ομολογεί ότι σκότωσε τη σύζυγό του Παναγιώτα Μαζαράκη. Νωρίτερα προσποιούνταν τον δυστυχισμένο σύζυγο. Στην απολογία του ο δράστης περιέγραψε αναλυτικά πώς έγιναν όλα. Υποστήριξε πως έπειτα από έναν καβγά, χτύπησε με ένα σίδερο την Παναγιώτα Μαζαράκη στο κεφάλι και στη συνέχεια, αφού το θύμα σωριάστηκε στο πάτωμα, της έβγαλε τα ματωμένα ρούχα, έπλυνε το άψυχο σώμα της στην μπανιέρα και την τύλιξε με δύο σακούλες και ένα σεντόνι. Έπειτα δοκίμασε να τη θάψει, αρχικά στο φρεάτιο του ασανσέρ και μετά κάτω από το σπίτι του σκύλου, στο σπίτι τους. Τελικά έβαλε το πτώμα της στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου και το πέταξε σε κάδο σκουπιδιών στην Παιανία, αλλά λίγες ώρες αργότερα επέστρεψε, πήρε ξανά τη σορό και την μετέφερε δίπλα στο σπίτι τους, στο πάρκο Πικιώνη, όπου την έθαψε και σκέπασε τον αυτοσχέδιο τάφο με τσιμέντο και πέτρες. Στη συνέχεια ειδοποίησε τα πεθερικά του ότι η σύζυγός του είχε εξαφανιστεί. Στην απολογία του στο δικαστήριο, ο δράστης με λυγμούς, είχε πει: «Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου. Τον μισώ, δεν αντέχω που τον βλέπω στον καθρέφτη», για να υποστηρίξει στη συνέχεια πως η σύζυγος του αμφισβήτησε την πατρότητα της κόρης τους, γεγονός που τον έκανε να θολώσει. Ο δράστης είχε καταδικαστεί σε 20 χρόνια κάθειρξη, αλλά το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και αποφυλακίστηκε στα επτά χρόνια.
Σκότωσε την σύντροφό του και την αποκεφάλισε
Παγωμένη όλη η Ελλάδα παρακολουθούσε τις εξελίξεις σ’ ένα από τα πιο άγρια εγκλήματα. Στις 3 Αυγούστου 2008 στο Βούρβουλο Σαντορίνης, ο 31χρονος Θανάσης Αρβανίτης σκοτώνει με μαχαίρι την 25χρονη σύντροφό του Αδαμαντία Κάρκαλη και στη συνέχεια την αποκεφαλίζει. Στη συνέχεια με απίστευτη ψυχραιμία περιφερόταν στα σοκάκια του νησιού με το κεφάλι και το μαχαίρι στα χέρια προκαλώντας σοκ και αποτροπιασμό σε όσους τον συναντούσαν. Λίγα λεπτά πριν φτάσει η αστυνομία ο 31χρονος, σε κατάσταση αμόκ, πέταξε έξω από το σπίτι αποκεφαλισμένο το σκύλο της κοπέλας. Όταν έφθασαν οι αστυνομικοί, ο 31χρονος προσποιήθηκε ότι ήθελε να παραδοθεί και πλησίασε τον αστυνομικό που ήταν έξω από το περιπολικό και τον σημάδευε, αλλά ξαφνικά του επιτέθηκε με το μαχαίρι, με αποτέλεσμα να τον τραυματίσει στο στόμα. Ο αστυνομικός πυροβόλησε και τραυμάτισε τον δράστη. Ο 31χρονος ακόμη και τραυματίας πήρε το περιπολικό παρέσυρε και τραυμάτισε δύο γυναίκες γιατρούς, και σταμάτησε όταν οι αστυνομικοί εμβόλισαν το όχημα.
Η σχέση με τον αρχιμανδρίτη Άνθιμο Ελευθεριάδη, ο χωρισμός και η απόφαση να σκοτώσει τον «επίγειο Θεό της»
Στις 22 Ιουλίου του 1997 ένα ερωτικό έγκλημα που έγινε στη Νέα Σμύρνη της Αττικής, προκάλεσε το τεράστιο ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας και της εκκλησίας, αφού το θύμα ήταν ένας ιερωμένος. Ο αρχιμανδρίτης Άνθιμος Ελευθεριάδης έπεσε νεκρός έξω από το σπίτι του. Τον πυροβόλησε η πρώην ερωμένη του, Κάτια Γιαννακοπούλου. Η Κάτια Γιαννακοπούλου ήταν 34 ετών, παντρεμένη και μητέρα ενός αγοριού, όταν γνώρισε τον Αρχιμανδρίτη. Ανάμεσά τους δημιουργείται ένα ανεξήγητο δέσιμο. Μιλούσαν με τις ώρες για την Εκκλησία και, όταν έκαναν έρωτα, της έλεγε πως «είμαστε άνθρωποι και ως άνθρωποι έχουμε ανθρώπινες αδυναμίες». Από το 1989, που γνωρίστηκαν, μέχρι και το 1994, όταν εκείνος πήρε μετάθεση για την Αγγλία, όλα έδειχναν να κυλούν ομαλά. Μόλις ο Άνθιμος έφυγε για την Αγγλία, της ζήτησε να χωρίσουν. Το γυαλί ράγισε, όταν ο αρχιμανδρίτης μετακόμισε στην Αγγλία. Όταν τον Σεπτέμβριο του 1996 η Γιαννακοπούλου πληροφορήθηκε ότι ο Άνθιμος βρέθηκε στην Ελλάδα για να ψηφίσει και δεν την είχε πάρει ούτε ένα τηλέφωνο, κατέρρευσε. Είχαν μεσολαβήσει αλλεπάλληλες αποτυχημένες προσπάθειες να έρθει σε επαφή μαζί του, όταν τελικά οι δυο τους συναντήθηκαν στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη. Ακολούθησε ένας μεγάλος καυγάς κατά τον οποίο η απελπισμένη γυναίκα τραυμάτισε τον αρχιμανδρίτη ελαφρά με ένα μαχαίρι. Τον Ιούνιο του 1997 η Γιαννακοπούλου δεν άντεξε την αδιαφορία του. Πήγε στην Ομόνοια και αγόρασε ένα όπλο. Πήγε στο σπίτι του και άρχισε να χτυπάει το κουδούνι. Ο Άνθιμος της μίλησε άσχημα και την έδιωξε, απειλώντας να καλέσει την αστυνομία. Το επόμενο πρωί η Γιαννακοπούλου, που δεν άντεχε άλλο την απόρριψη, είχε στήσει καρτέρι έξω από το σπίτι του στην οδό Φιλαδελφείας. Όταν εκείνος εμφανίστηκε, τον πλησίασε και προσπάθησε να του μιλήσει, αλλά της γύρισε την πλάτη. Χωρίς να το σκεφτεί έβγαλε από την τσάντα της το όπλο και άρχισε να τον πυροβολεί μέχρι που τελείωσαν οι σφαίρες. Η Κάτια Γιαννακοπούλου καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και αποφυλακίστηκε το 2013.
Του ζήτησε να χωρίσουν, τη σκότωσε και μετά αυτοκτόνησε
Ένα ακόμη έγκλημα πάθους ανάμεσα σε παράνομους εραστές εξελίχθηκε στις 7 Απριλίου 2015 στη Σαλαμίνα. Η θυελλώδης σχέση του 35χρονου που υπηρετούσε στην ομάδα υποβρυχίων καταστροφών και είχε πρόσφατα παντρευτεί με την 44χρονη οδοντοτεχνικό ξεκίνησε από το 2012. Η 44χρονη ήταν παντρεμένη εδώ και πολλά χρόνια και είχε αποκτήσει με τον σύζυγό της δύο παιδιά. Τα δύο ζευγάρια είχαν καλή σχέση μεταξύ τους και έκαναν κοινές εξόδους. Το τελευταίο τους ραντεβού έγινε στο σπίτι του λιμενικού την ώρα που απουσίαζε η σύζυγός του. Η 44χρονη πήγε με το αυτοκίνητό της και συναντήθηκε με τον 35χρονο στο γκαράζ. Σύμφωνα με πληροφορίες η 44χρονη ήθελε να ζητήσει να τερματίσει την εξωσυζυγική σχέση τους καθώς ο άντρας της είχε αντιληφθεί τι συμβαίνει. Το φρικτό έγκλημα ανακάλυψε η σύζυγος του λιμενικού, την ώρα που επέστρεψε στο σπίτι της από τον Πειραιά όπου εργάζεται, αργά το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης. Φτάνοντας, είδε το αυτοκίνητο του συζύγου της σταθμευμένο στο γκαράζ του σπιτιού της και πλησίασε. Μόλις αντίκρισε το αποτρόπαιο θέαμα, σε κατάσταση σοκ, ειδοποίησε την Αστυνομία. Η 44χρονη βρέθηκε νεκρή στο κάθισμα του συνοδηγού με μία σφαίρα στην αριστερή της πλευρά, κάτω από το στήθος, ενώ δίπλα της βρέθηκε νεκρός με διαμπερές τραύμα στον κρόταφο ο 35χρονος λιμενικός και μπροστά του, πεσμένο το υπηρεσιακό του πιστόλι. Δείτε όλα τα θέματα του Weekend