ναρκωτικά
Ο όρος ναρκωτικό πιστεύεται ότι προήλθε από τον Γαληνό για να περιγράψει τις δραστικές ουσίες οι οποίες, όταν λαμβάνονται από τον άνθρωπο, μουδιάζουν ή νεκρώνουν το σώμα, προκαλώντας απώλεια αισθήσεων ή παράλυση.
Ο όρος νάρκωση χρησιμοποιήθηκε αρχικά από τον Ιπποκράτη για τη διαδικασία ή την κατάσταση της έλλειψης αισθήσεων. Ο Γαληνός ανέφερε τη ρίζα μανδραγόρα, τους σπόρους του φυτού altercus και το χυμό παπαρούνας (όπιο) σαν βασικά παραδείγματα τέτοιων ουσιών.
Σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο Δικαιοσύνης με τον όρο «ναρκωτικά» νοούνται ουσίες με διαφορετική χημική δομή και διαφορετική δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, αλλά με κοινά χαρακτηριστικά γνωρίσματα την μεταβολή της θυμικής κατάστασης του χρήστη και την πρόκληση εξάρτησης διαφορετικής φύσης (ψυχικής ή και σωματικής) και ποικίλου βαθμού.
Ορισμένα από τα πλέον γνωστά ναρκωτικά είναι τα εξής: Μαριχουάνα, χασίς, Κοκαΐνη, Όπιο, Ηρωίνη, Μορφίνη, LSD,STP, Βαρβιτουρικά, Αμφεταμίνες, Κεταμίνη, Μεθαμφεταμίνη, Rohypnol, Κρακ, Παραισθησιογόνα, MDMA, Salvia, Φαιντανύλη, Κάνναβη, Σίσα, Κωδείνη.
Στο νομικό πλαίσιο των ΗΠΑ, η λέξη ναρκωτικό αναφέρεται στο όπιο, τα παράγωγά του και τα ημισυνθετικά ή πλήρως συνθετικά υποκατάστατά τους «καθώς και στην κοκαΐνη και τα φύλλα κόκας», τα οποία αν και έχουν κατηγοριοποιηθεί ως ναρκωτικά σε σχετικό νόμο των ΗΠΑ (Controlled Substances Act), από χημικής άποψης δεν είναι ναρκωτικά.
Πολλοί εκπρόσωποι του νόμου στις ΗΠΑ χρησιμοποιούν ανακριβώς τη λέξη «ναρκωτικό» (drug) για να αναφερθούν σε οποιοδήποτε παράνομο φάρμακο ή παράνομα αποκτημένο φάρμακο. Επειδή ο όρος χρησιμοποιείται συχνά με ευρύτερη έννοια, ανακριβώς και εκτός ιατρικού περιεχομένου, κάτι που είναι λογικό να συμβαίνει στον τελικό χρήστη, οι περισσότεροι επαγγελματίες του ιατρικού χώρου προτιμούν τον πιο ακριβή όρο «οπιοειδή» (opioids), ο οποίος αναφέρεται σε φυσικές, ημι-συνθετικές και συνθετικές ουσίες, οι οποίες συμπεριφέρονται φαρμακολογικά όπως η μορφίνη, το κύριο ενεργό συστατικό του φυσικού οπίου.
Η χρήση ναρκωτικών αποτελεί ένα από τα πλέον σοβαρά κοινωνικά προβλήματα παγκοσμίως με εκατομμύρια ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους από υπερβολική δόση ή επιπλοκές μετά από χρήση. Ειδικά στα χρόνια της πανδημίας το πρόβλημα λόγω του συνεχόμενου εγκλεισμού και των πιέσεων παντός τύπου επιδεινώθηκε.
Τι γίνεται με τα ναρκωτικά που κατάσχει η αστυνομία
Σχεδόν κάθε μέρα διαβάζουμε για αποθήκες με ναρκωτικά ή ολόκληρες φυτείες που εντοπίζονται από την αστυνομία, με τόνους ουσιών να κατάσχονται. Σίγουρα θα έχετε αναρωτηθεί «τι γίνεται με αυτά τα ναρκωτικά που βρίσκει η αστυνομία όμως;».
Η απάντηση είναι «καίγονται». Μετά το πέρας της επιχείρησης, τα ναρκωτικά που κατάσχονται οδηγούνται στην αρμόδια αστυνομική αρχή όπου ζυγίζονται και τοποθετούνται σε μεγάλες σακούλες και χάρτινα κουτιά.
Παράλληλα συντάσσεται από την αστυνομική υπηρεσία που τα έχει κατασχέσει ειδικό έγγραφο το οποίο μπαίνει στην δικογραφία της υπόθεσης και στέλνονται στο γενικό χημείο του κράτους το οποίο αφού τα εξετάσει πιστοποιεί ότι όντως πρόκειται για ναρκωτικές ουσίες. Κατόπιν σφραγίζονται και μεταφέρονται σε αποθήκες της ΕΛ.ΑΣ. όπου φυλάσσονται όλο το 24άωρο από αστυνομικούς, μέχρι να πάρουν το δρόμο της καύσης.
Η καύση των ναρκωτικών γίνεται τουλάχιστον 3 φορές το χρόνο.