Το πανελλήνιο παρακολουθεί σοκαρισμένο όσα έρχονται στο φως για τα περιστατικά κακοποίησης παιδιών στην Κιβωτό του Κόσμου. Φίλος του 19χρονου που άνοιξε τον χορό των καταγγελιών για όσα συμβαίνουν στις δομές της ΜΚΟ μίλησε στον τηλεοπτικό σταθμό Open για όσα του είχε εκμυστηρευτεί σχετικά με τα βιώματά του στην Κιβωτό του Κόσμου.
«Τον γνώρισα από έναν φίλο. Ήρθε μια μέρα έξω από το σχολείο, γνωριστήκαμε μέσω κοινού γνωστού. Ήταν χειμώνας, δεν είχαμε έρθει και πάρα πολύ κοντά όσο ήρθαμε φέτος το καλοκαίρι», είπε αρχικά ο φίλος του 19χρονου.
«Όσο περισσότερο γνωριζόμασταν μου έλεγε διάφορα, έμμεσα, σαν να ήθελε να μου πει κάτι, άμεσα όχι. Κάποια στιγμή τον έχασα για ένα διάστημα περίπου στις δύο εβδομάδες, δεν είχα ακούσει νέα του, δεν απαντούσε στο τηλέφωνο και πήγα να τον βρω στο σπίτι στο οποίο έμενε. Ήταν εκεί σε άθλια κατάσταση, δεν είχε ρεύμα, δεν είχε φαγητό. Η πρώτη του κουβέντα μόλις με είδε, “ένα μπουκαλάκι νερό, έχω να πιώ νερό δύο ημέρες”», ανέφερε.
«Ήταν εκείνο το βράδυ που μου εκμυστηρεύτηκε ότι θα φύγει για Αθήνα, να πάει στη μητέρα του και μου λέει ότι ήρθε η ώρα να κάτσω να σου πω κάποια πράγματα. Ξεκίνησε να μου εξιστορεί ότι ήταν πάρα πολύ κοντά στον (…), ήταν κοντά του σε όλα τα ταξίδια, δηλαδή σε κάθε δομή που πήγαινε ο (…) πήγαινε μαζί του. Δηλαδή, πήγαινε Βόλο τον είχε μαζί του, Καλαμάτα μαζί του. Μου εκμυστηρεύτηκε ότι τον έβαζε να ξαπλώνει μαζί του και ότι σιγά σιγά, δειλά δειλά, περνούσε το χέρι του κάτω από το παντελόνι, τον χάιδευε αισθησιακά, καταλαβαίνετε».
Όσον αφορά για την αντίδραση του 19χρονου, σε όλο αυτό που γινόταν, απάντησε: «Υπήρχε ο φόβος, ότι μπορεί να κόψουν το επίδομα της μητέρας του. Η μητέρα του έχει σοβαρά προβλήματα υγείας. Φοβόταν ότι μπορεί να τη διώξουν από τη στέγη η οποία είναι της “Κιβωτού”. Υπήρχε αυτός ο φόβος και επίσης ο (…) του έπαιρνε και ακριβά δώρα. Μου είπε ότι δεν του έλειπε τίποτα. Από ακριβά ρούχα, μέχρι κινητά τελευταία μοντέλα, πάρα πολλά πράγματα, αλλά και κάποια στιγμή, έσπασε αυτό. Διότι μου είπε ότι παρόλα αυτά που μου έπαιρνε δεν άντεχα να γίνεται όλο αυτή η κατάσταση. Τον συμβούλεψα αμέσως να μιλήσει, αλλά η πρώτη του κουβέντα ήταν όχι, όχι, η μάνα μου εξαρτιέται από αυτό. Εάν κάνω το λάθος να μιλήσω η μητέρα μου ίσως πεθάνει».
Εάν έχει μιλήσει μαζί του από την καταγγελία και μετά, απάντησε: «Ναι, ναι. Φοβάται από τη στιγμή που πήγε να μιλήσει στις αρχές, υπάρχει βοήθεια από πολύ κόσμο που θα τον στηρίξει σε αυτό.
Όταν είχε γίνει εκείνη η ληστεία σε μία από τις δομές στον Βόλο, ο (…) είχε φύγει από την δομή της Καλαμάτας και όπως σας είπα ο (…) ήταν πάντα μαζί του. Τον πήρε μαζί του και σε αυτό το ταξίδι, ένας από τους υπεύθυνους που ήταν μαζί με τον (…), ζήτησε να ελεγχθεί το κινητό του (…) και ανακάλυψε ότι υπήρχαν κάποια μηνύματα με αυτό το παιδί… Το παιδί που φερόταν ότι είχε κάνει την κλοπή. Το παιδί που λένε ότι έκλεψε τα χρήματα, το ξυλοκόπησαν άγρια. Ο (…) επειδή όλα αυτά τα είχε δει και τα είχε ακούσει κιόλας, μου τα περιέγραψε ακριβώς όπως θα το πω.
Πιάνουν το κινητό του, διαβάζουν τα μηνύματα. Τον πιάνει ένας από τους υπεύθυνους ο (…) τον κολλάει πάνω σε έναν τοίχο και του λέει “τώρα θα δεις τι θα πάθεις κι εσύ”. κ…παιδο. Στον φόβο ότι θα του κάνουν το ίδια, φεύγει χωρίς τίποτα. Χωρίς κινητό, χωρίς φορεσιά, χωρίς τίποτα. Ανήλικος τότε ακόμα. Έπειτα από αυτό αποφασίζει να έρθει στη Χιο ένα διάστημα, μετά αποφασίζει να φύγει στην Αθήνα τον βρήκε εντελώς τυχαία ένας άνθρωπος του (…) ο (…) και τον ξυλοκόπησε. Μου είπε ότι με είδε, γυρνάω τον βλέπω πίσω μου και με βαράει στο κεφάλι».
Όσον αφορά για το τι έγινε με το σχολείο και δεν το τελείωσε, απάντησε: «Ακόμα ήταν μαζί με τον (…) ήταν συνοδός του σε όλα τα ταξίδια όπως έχουμε πει, του είχε πει ότι δεν είσαι για το σχολείο εσύ, είσαι για τα χωράφια. Και τον είχε στα χωράφια. Δεν νομίζω να αμειβόταν. Μου είχε πει δεν είναι αυτό που φαίνεται, του λέω μπορείς να μου δώσεις ένα παράδειγμα; Όταν τα παιδιά μου λέει καμιά φορά πήγαιναν να τον αγκαλιάσουν, έλεγε σε κάποιον παρ’ τα από εδώ, δεν έχω όρεξη. Τελευταία φορά μιλήσαμε εχθές. Επικρατεί πανικός έχει πίεση εσωτερική».