«Τον Σεπτέμβριο φτάσαμε το 75% των αφίξεων του Σεπτεμβρίου του 2019», τόνισε ο υπουργός Τουρισμού Βασίλης Κικίλιας σε σημερινή συνέντευξη του, επικαλούμενος τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, επισημαίνοντας πως «πετύχαμε τον στόχο».
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ΤτΕ, την περίοδο Ιανουάριος-Αύγουστος 2021, η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση αυξήθηκε κατά 79,2% από το 2020 και διαμορφώθηκε στα 8,6 εκατομμύρια ταξιδιώτες έναντι 4,8 εκατομμυρίων το 2020. Η εισερχόμενη κίνηση μόνο για τον Αύγουστο του 2021 διαμορφώθηκε σε 4 εκατομμύρια ταξιδιώτες αυξημένη κατά 125,5%, ενώ και τον Σεπτέμβριο έφτασαν στη χώρα μας 2.352.788 ταξιδιώτες, αύξηση 110% σε σχέση με το Σεπτέμβριο του 2020. Σύμφωνα με τις αφίξεις επιβατών εξωτερικού, τον Σεπτέμβριο φτάσαμε το 75% των αφίξεων του Σεπτεμβρίου 2019.
«Πετύχαμε τον στόχο για το 2021 να φτάσουμε το 50% των εσόδων του 2019», επισήμανε ο κ. Κικίλιας, μιλώντας στον Ρ/Σ ΣΚΑΪ, και προσέθεσε: «Έγινε μια τεράστια προσπάθεια, με ”σφραγίδα” την επιτυχία μας και το rebranding της χώρας σε ό,τι έχει να κάνει με τα υγειονομικά πρωτόκολλά μας, τον τρόπο με τον οποίον η ελληνική κυβέρνηση διαχειρίστηκε την πανδημία, τον τρόπο με τον οποίον προσδώσαμε στον ταξιδιώτη αίσθημα ασφάλειας για να έρθει στη χώρα μας».
Συνεχίζοντας, σημείωσε ότι αυτή την εβδομάδα, λόγω της αργίας της 28ης Οκτωβρίου, η εικόνα από δημοφιλείς ορεινούς προορισμούς στην ηπειρωτική Ελλάδα είναι της τάξεως του 100% πληρότητας στα καταλύματα.
Για τη νέα τουριστική χρονιά
Αναφορικά με την έναρξη της νέας τουριστικής χρονιάς υπογράμμισε ότι όλοι ζητούν έναρξη της τουριστικής περιόδου το Μάρτιο.
«Κεφαλαιοποιούμε το θετικό κλίμα της προσπάθειας που έκανε η χώρα τα τελευταία δύο χρόνια. Όλοι ζητούν, και αυτό θα γίνει, η έναρξη της τουριστικής περιόδου να γίνει φέτος για την Ελλάδα το Μάρτιο. Και μάλιστα, οι μεγάλες αεροπορικές εταιρείες από την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τις Η.Π.Α., μιλούν για αυξήσεις διαθέσιμων θέσεων της τάξεως από 30% έως 50%», σημείωσε.
«Είχαμε 450 πολύ μεγάλους tour operators, από την TUI μέχρι την Condor που πετάει ακόμα για Κρήτη και Ρόδο και θα πετάει όλο το Νοέμβριο», συμπλήρωσε.
Στο σκέλος της στρατηγικής, υπογράμμισε ότι στόχευση της κυβέρνησης είναι ένα βιώσιμο τουριστικό μοντέλο και μία τουριστική εμπειρία σε διάρκεια, με πιο πολλούς προορισμούς και φυσικά με υποστήριξη των πιο γνωστών προορισμών μας:
«Στο πλαίσιο αυτό, ετοιμάζουμε τη στρατηγική μας, την οποία θα ανακοινώσουμε εντός του χειμώνα, και θα περιλαμβάνει ένα ολιστικό μοντέλο διαχείρισης και συναρμοδιοτήτων, με βάση τη διαχείριση υδάτινων πόρων και στερεών αποβλήτων, τον τρόπο μεταφοράς από και προς τα νησιά μας, τη διαχείριση της κρουαζιέρας, την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου αλλά και των προορισμών. Περιλαμβάνει ένα ολιστικό πρόγραμμα διαχείρισης των επισκεπτών μας και οργάνωσης, έτσι ώστε να υπάρχει διάρκεια στο τουριστικό προϊόν, επιτυχία σε κάθε σεζόν, διαχείριση των κρίσεων, αν και όπου χρειάζεται, και προφανώς υποστήριξης των υποδομών μας.
Η Ελλάδα έχει ένα πολύ μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα: ότι η κυβέρνηση αποφάσισε ένα σημαντικό κομμάτι του RRF, των επενδυτικών μας πόρων από την Ευρώπη, να πάει σε υποστήριξη βασικών υποδομών, είτε είναι αυτοκινητόδρομοι, είτε είναι οι οδοί, είτε είναι οι αποχετεύσεις, είτε είναι η διαχείριση του υδάτινου ορίζοντα, πάντα με όρους και κανόνες τέτοιους φιλικούς προς το περιβάλλον», σημείωσε ο κ. Κικίλιας και επισήμανε:
«Σε κάθε περίπτωση ένας από τους στόχους του υπουργείου είναι τουρισμός 12 μήνες το χρόνο και σε καινούργιους προορισμούς. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο οι φίλοι μας οι Ισραηλινοί που έχουν τον μήνα των διακοπών τους. Τις 8 εβδομάδες, δύο τον Οκτώβριο, δύο τα Χριστούγεννα, δύο τον Φεβρουάριο και δύο το Πάσχα που οι Γάλλοι έχουν τις σχολικές διακοπές τους. Τα ειδικά προγράμματα, που ήδη υπογράφονται με Βρετανούς tour operators για την τρίτη και τέταρτη ηλικία σε ό,τι έχει να κάνει με ελληνικούς προορισμούς. Τις 13 με 14 πτήσεις που θα έχουμε από τις ΗΠΑ. Μιλάμε για υψηλού επιπέδου εισοδήματος επισκέπτες που μένουν και πολλές ημέρες. Αυτή είναι μία στρατηγική που υπηρετεί τον στόχο μας ως χώρα, που φέρνει νέες θέσεις εργασίας, πιο ποιοτικές, καλύτερα πληρωμένες και έτσι να επιστρέφει αυτό πίσω στην ελληνική οικογένεια και στην ελληνική οικονομία».