«Η ελληνική κοινωνία θα διαπιστώσει την πραγματικότητα», άρα, αυτό είναι θετικό, δήλωσε για τη συζήτηση στη Βουλή την Πέμπτη ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης στον τηλεοπτικό σταθμό Action 24. Kατηγορώντας, συγχρόνως όμως, την αξιωματική αντιπολίτευση ή τουλάχιστον μέρος αυτής, ότι «αγκαλιάζει εχθροπαθή ρητορική, αγκαλιάζει ρητορική μίσους».
Η συζήτηση αυτή σκοπό έχει «να εντοπίσει τα παθογόνα φαινόμενα στο δημόσιο διάλογο και εν τέλει στη Δημοκρατία. Αυτά τα οποία βιώνουμε το τελευταίο διάστημα, με αφορμή το ζήτημα της υπουργού Πολιτισμού και όσων έχουν αναπτυχθεί στο χώρο του πολιτισμού αλλά και σε άλλους χώρους, έχουν οδηγήσει σε απόλυτη υποβάθμιση του επιπέδου διαλόγου στο δημόσιο βίο, ο οποίος παίρνει χαρακτήρα μιας εχθροπάθειας, ενός διχασμού», επεσήμανε ο υπουργός Επικρατείας για να προσθέσει ότι υπάρχει μια μερίδα, η οποία ακολουθώντας πολιτική ταυτοτήτων, έρχεται και καταδικάζει, στοχοποιεί, προβαίνει σε δολοφονίες χαρακτήρων με τρόπο που «η Μεταπολίτευση δεν έχει γνωρίσει», σημείωσε χαρακτηριστικά. Και, επιχειρηματολογώντας επ’ αυτού, «η ελληνική πολιτική σκηνή είχε ένα στοιχείο μερικού διχασμού, αν μη τι άλλο όμως υπήρχε μια κρίσιμη παραδοχή, ότι δεν είναι δυνατόν να υπονομεύουμε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Φοβούμαι ότι έχουμε φθάσει στο επίπεδο πλέον να μην υπάρχει ούτε το τελευταίο αυτό ανάχωμα».
Παρά ταύτα, ο υπουργός εξέφρασε την ελπίδα ότι θα υπάρχει ένα ωφέλιμο αποτέλεσμα από την κοινοβουλευτική συζήτηση, κυρίως διότι «η ελληνική κοινωνία θα διαπιστώσει την πραγματικότητα, αυτό δεν είναι μικρό πράγμα». Στα θετικά ακόμη, το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή «υπάρχει ένας χώρος ελευθερίας που ευνοεί αυτού του τύπου τις αποκαλύψεις». Με αφετηριακή θέση εξάλλου ότι το φαινόμενο δεν έχει πολιτική ή κομματική ταυτότητα, αλλά είναι βαθύτατα κοινωνικό, εξέφρασε τη λύπη του γιατί δεν βρέθηκαν όλοι αλληλέγγυοι απέναντι στο φαινόμενο, αντιθέτως «βρισκόμαστε σε ένα δευτερογενή διχασμό»: «άλλες παρατάξεις είναι παιδεραστές και άλλες τιμητές. Πρόκειται για απόλυτο ευτελισμό του πολιτεύματος».
Στην ουσία, τώρα, της υπόθεσης Λιγνάδη, κατ’ αρχάς επανέλαβε ότι η υπουργός Πολιτισμού ζήτησε την παραίτηση του κ. Λιγνάδη και η οποία δόθηκε την ίδια ημέρα, ενώ διερωτήθηκε αν «ήταν ποτέ δυνατόν να πιστεύει κάποιος, έστω από την αξιωματική αντιπολίτευση, ότι γνώριζε κάποιος το ποιόν της πράξης που φέρεται να έχει διατελέσει ο κ. Λιγνάδης και παρά ταύτα να διορίστηκε;
Υπάρχει», συνέχισε, «μια βαθύτατα ανοίκεια κομματική εκμετάλλευση του φαινομένου, υπάρχει μια στοχοποίηση ανθρώπων, πρωτίστως της υπουργού Πολιτισμού αλλά και άλλων, όπως ο υφυπουργός κ. Σκέρτσος, ο οποίος δέχθηκε μια επίθεση που πραγματικά δεν έχω ξανασυναντήσει ποτέ. Είναι μια κατάσταση νοσηρή, φαίνεται ότι η αξιωματική αντιπολίτευση ή τουλάχιστον μέρος αυτής, αγκαλιάζει αυτήν την εχθροπαθή ρητορική, αγκαλιάζει αυτή τη ρητορική μίσους –και αυτό έχει πάρα πολύ δυσμενείς επιπτώσεις για την ίδια την κοινωνία», κατήγγειλε ο Γ. Γεραπετρίτης.
«Δεν υπήρξε καμία καθυστέρηση, υπήρξαν άμεσα αντανακλαστικά (…) δεν υπάρχει καμία πολιτική ευθύνη εκ μέρους της κυρίας Μενδώνη κατά το μέρος ότι η ίδια δεν γνώριζε κατά το χρόνο του διορισμού ο,τιδήποτε σε σχέση με τον κ. Λιγνάδη. Δεν υπήρξε καμία αντίδραση από οποιοδήποτε χώρο, άλλωστε ο κ. Λιγνάδης ήταν ένας μάλλον αναγνωρισμένος τότε, καλλιτέχνης», ανέφερε ακόμη. Και, αν και αναγνώρισε ότι «υπήρξε ένας εσφαλμένος χειρισμός στην επικοινωνία», επέμεινε ότι δεν υπήρξε «καμία καθυστέρηση επί της ουσίας», χαρακτηρίζοντας συγχρόνως την Λίνα Μενδώνη «εξαιρετική δημόσια λειτουργός», «εξέχον διοικητικό στέλεχος του Υπουργείου Πολιτισμού».
Στο μέτωπο του κορωνοϊού, ο υπουργός Επικρατείας απέδωσε την αύξηση των κρουσμάτων στη χαλάρωση, που επήλθε απόρροια της κούρασης, ενώ και το γεγονός ότι πηγαίνει καλά ο εμβολιασμός, έχει δημιουργήσει ένα μικρό εφησυχασμό, σημείωσε και ζήτησε για μερικούς ακόμη μήνες να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Ένας άλλος παράγων που συνέβαλε στην αύξηση των κρουσμάτων είναι η κακοκαιρία της προηγούμενης εβδομάδας που λειτούργησε ως μεταδότης. Τούτων δοθέντων «πηγαίνουμε λίγο πιο πίσω στο σχεδιασμό. Θα πηγαίνουμε βδομάδα βδομάδα», με επικρατέστερο σενάριο τη μεταφορά του ανοίγματος κατά μία εβδομάδα κατ’ αρχήν. «Η προδιάθεση της κυβέρνησης είναι να ανοίξουν όλοι οι τομείς, και της αγοράς και της κοινωνίας», τόνισε επίσης υπογραμμίζοντας όμως ότι οι μαθητές έχουν πληγεί περισσότερο.
Στο σημείο αυτό ο υπουργός Επικρατείας παρατήρησε ότι «η Ελλάδα βρίσκεται σε σχετικά καλή κατάσταση»: για παράδειγμα, με δείκτη τα νέα κρούσματα ανά εκατομμύριο πληθυσμού είμαστε στην 43η θέση σε σύνολο 45 ευρωπαϊκών χωρών. Ενώ με δείκτη τους θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού, είμαστε στην 23η θέση μεταξύ των 27 χωρών της Ε.Ε.
Κλείνοντας με το θέμα του Δημήτρη Κουφοντίνα, ο υπουργός επικαλέστηκε το ελληνικό Σύνταγμα: Όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Συνεπώς, «το να ζητά κάποιος προνομιακή μεταχείριση απέναντι στο νόμο εκ του γεγονότος ότι κάνει απεργία πείνας, δεν τιμά τη Δημοκρατία, δημιουργεί πολύ κακό προηγούμενο», γιατί αυτό σημαίνει ότι θα είχαμε «μια αδύναμη πολιτεία».
Με την ταυτόχρονη υπόμνηση εξάλλου ότι το κατάστημα κράτησης Κορυδαλλού είναι μόνο για υποδίκους και όσους έχουν ελαφρές καταδίκες», συμπέρανε ότι ο Δ. Κουφοντίνας πρέπει να βρίσκεται σε άλλο κατάστημα. Σε ό,τι αφορά τέλος την υποχρεωτική σίτιση, απάντησε πως αυτή προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία, επίσης έχει γίνει δεκτή από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.