Το εν λόγω άρθρο λέει διάφορα… Μέσα σε αυτά αναφέρεται σε ένα Καλλικράτη, άλλο από αυτόν της Ακροπόλεως, μεταγενέστερο, ο οποίος και μας παρέδωσε στους Ρωμαίους, στη Pax Romana!!! Λέει χαρακτηριστικά: «Οι Ρωμαίοι διείσδυσαν στη Μακεδονία και στη συνέχεια στην Αχαϊκή Συμπολιτεία, διαμόρφωσαν την «Πέμπτη φάλαγγα» των Ρωμαιοφρόνων και δι’ αυτών μεθοδικώς εξόντωσαν τους υπερασπιστές της «Ελληνικής Ελευθερίας». Ο Ρωμαιόφρων Καλλικράτης της Αχαϊκής Συμπολιτείας κατέδωσε και συνέβαλε στη σύλληψη και εξορία στη Ρώμη των χιλίων επιφανέστερων Αχαιών και μετ’ ολίγον η «Πέμπτη φάλαγγα» υπονόμευσε εκ των έσω τις πολεμικές προσπάθειες των Δίαιου και Κριτόλαου να διασώσουν την ελευθερία των Αχαιών (Ελλήνων) περί τα μέσα της δεύτερης πριν από τη χρονολογία μας εκατονταετίας. Και έκτοτε άρχισε η μακρά νύχτα της ρωμαϊκής κυριαρχίας…

Τη δεύτερη πεντηκονταετία του 20ού αιώνα η Pax Americana, διάδοχος της Pax Britanica και εκ των αρίστων μαθητών της Pax Romana, με κέντρο επιχειρήσεων το Λάνκλεϊ, χωρίς τη «διπλωματική ευγένεια» των Βρετανών και υπό το αγροίκο ύφος των Ρωμαίων Ανθυπάτων και Λεγεωναρίων, έθεσε σε κίνηση τα «Μεγάλα Μαχαίρια», οργάνωσε «κοινωνικές εξεγέρσεις», ανέτρεψε «ενοχλητικά» καθεστώτα και εξόντωσε ανυπάκουους ηγέτες… (Οράτε πεχλιβάνηδες του παζαριού της Τεχεράνης στη διαδικασία ανατροπής του κοινωνικού αναμορφωτή της Περσίας Μωσαντέκ, τις «διαδηλώσεις της κατσαρόλας» στο Σαντιάγκο της Χιλής, ώστε να προετοιμασθεί το κλίμα της ανατροπής και εξόντωσης του ενοχλητικού «Κομπανιέρο πρεζιντέντε», Σαλβατόρ Αλιέντε, χάριν των συμφερόντων της «Γιουνάιτεντ Φρουτ» του κοινωνικού οραματιστή Άρμπενζ στη Γουατεμάλα …

Οι πάσης αποχρώσεως PAX επενεργούν σαν συγκοινωνούντα δοχεία στη διαδρομή του χρόνου. Μετέρχονται, σχεδόν, την ίδια μεθοδολογία. Αξιοποιούν τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των μαζών για τα πεπραγμένα ανίκανων κυβερνήσεων, οι οποίες όμως με κάποιες επιλογές τους παραμένουν ενοχλητικές για τις «αυτοκρατορίες, θίγοντας καίριας σημασίας συμφέροντά τους…

Αυτός ο τόπος έχει δοκιμάσει στο πετσί του, από τους πανάρχαιους χρόνους μέχρι και τις ημέρες μας, από αυτήν την τακτική των Pax… Δυστυχώς παραμένουμε ανεπίδεκτοι φρονηματισμού… Τι κι αν ο Εθνικός μας Ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός, κανοναρχεί, «η διχόνοια, που βαστάει ένα σκήπτρο η δολερή, λέγοντας έλα πάρε το και συ…».

Τι κι αν ο Σοφός Γέροντας του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, ο Θοδωρής Κολοκοτρώνης, στα υστερνά του πολυτάραχου βίου του, δίδασκε στην πρώτη μετά την επανάσταση γενιά των Γυμνασιόπαιδων:

«Παιδιά μου,
Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάστασι, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι ήμεθα, ούτε ότι δεν έχουμε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τις πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε σιταροκάραβα βατσέλα’», αλλά, ως μια βροχή, έπεσε σε όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και οι κληρικοί, και οι προεστοί, και οι καπεταναίοι, και οι πεπαιδευμένοι, και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό, κι εκάμαμε την επανάστασι.
Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια, και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και αν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και τη Θεσσαλία και τη Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολι. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακριά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μία αρμάδα. Αλλά δεν εβάσταξεν. Ήλθαν μερικοί και ηθέλησαν να γίνουν μπαρμπέρηδες εις του κασίδη το κεφάλι. Μας πονούσε το μπαρμπέρισμά τους. Μα τι να κάμωμε; Είχαμε και αυτουνών την ανάγκη. Από τότε άρχισε η διχόνοια, και εχάθη η πρώτη προθυμία και ομόνοια. Και όταν έλεγες τον Κώστα να δώσει χρήματα διά τας ανάγκας του Έθνους, ή να υπάγη εις τον πόλεμον, τούτος επρόβαλλε τον Γιάννη. Και μ’ αυτό τον τρόπο κανείς δεν ήθελε ούτε να συνδράμη, ούτε να πολεμήση. Και τούτο εγίνετο επειδή δεν είχαμε έναν αρχηγό και μίαν κεφαλή. Αλλά ένας έμπαινε πρόεδρος έξη μήνες, εσηκώνετο ο άλλος και τον έρριχνε, και εκάθετο αυτός άλλους τόσους, και έτσι ο ένας ήθελε τούτο, και ο άλλος το άλλο. Ίσως όλοι ηθέλαμε το καλό, πλην καθένας κατά τη γνώμη του…».

Ο «Γέρος» του Αγώνα, πάντα επίκαιρος, πάντα Σοφός, πάντα λέγει και μονολογεί την ΑΛΗΘΕΙΑ της Αυτογνωσίας…»

Πηγή: εφημερίδα ΠΑΡΟΝ, 28/12/2008