Σε συνέδριο με θέμα «Προς μια περισσότερο ολοκληρωμένη και σταθερή Ευρώπη – Προκλήσεις ενώπιον της Ευρωζώνης και της κεντρικής, ανατολικής και νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης» που διοργανώθηκε στη Βαρσοβία, συμμετείχε η υπουργός Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, Άννα Διαμαντοπούλου.
Η Ελληνίδα υπουργός παρενέβη στη σημερινή συζήτηση με θέμα «Η ιστορία και οι προοπτικές της ΟΝΕ πέρα από την οικονομική διάσταση» .
Αναφερόμενη στην οικονομική κρίση, η κ. Διαμαντοπούλου επεσήμανε ότι πριν από λίγα χρόνια η Ελλάδα δεν απασχολούσε ποτέ τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρωτοσέλιδα, κυρίως διότι είναι μια μικρή χώρα, που συμμετέχει στο ΑΕΠ της ΕΕ με ποσοστό 1,8%. Αντίθετα σήμερα δεν υπάρχει ούτε μία ημέρα που να μην αποτελεί κύριο θέμα των οικονομικών εφημερίδων διεθνώς.
Ειδικότερα για τα αίτια της ελληνικής κρίσης, επεσήμανε την κακή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών από τις ελληνικές κυβερνήσεις κατά τα τελευταία 30 χρόνια, αλλά και τις θεσμικές αδυναμίες της ευρωζώνης και της ΕΕ γενικότερα.
Η υπουργός Παιδείας ανέλυσε το έργο και τους στόχους που έχει επιτύχει η ελληνική κυβέρνηση κατά τους τελευταίους 18 μήνες και αναφέρθηκε διεξοδικά στους οικονομικούς δείκτες που καταδεικνύουν την επιτευχθείσα μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος.
Η κ. Διαμαντοπούλου έδωσε έμφαση στις θεσμικές μεταρρυθμίσεις, που έχουν λάβει χώρα στην Ελλάδα, όπως π.χ. στο συνταξιοδοτικό, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην παιδεία, στο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, κ.α., σημειώνοντας ότι σε μια δημοκρατική χώρα δεν είναι εύκολες τόσο ευρείες μεταρρυθμίσεις, καθώς απαιτείται χρόνος για να πεισθεί η κοινωνία για την αναγκαιότητά τους αλλά και να προσαρμοσθεί σε αυτές. Ωστόσο, ο χρόνος, σημείωσε, τρέχει διαφορετικά στην πολιτική από ό,τι για τις αγορές.
Ως προς το θέμα των θεσμικών αδυναμιών της ΕΕ, η υπουργός ανέφερε αρχικά ότι η Ελλάδα, αλλά και άλλες χώρες, εισήλθαν στην ευρωζώνη χωρίς να πληρούν τα σχετικά κριτήρια και αρκετά κράτη – μέλη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης βρέθηκαν ξαφνικά να κατέχουν ένα διεθνώς ισχυρό νόμισμα.
Ωστόσο, είναι πλέον φανερό ότι απαιτείται από εκλεγμένους σε εθνικό επίπεδο ηγέτες να λάβουν αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να βρουν λύσεις για ευρωπαϊκά προβλήματα, λύσεις που εν πολλοίς αφορούν άλλους λαούς.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την έξοδο της Ελλάδας ή και άλλων δύο ή τριών μελών της ΟΝΕ από την ευρωζώνη, η υπουργός απέρριψε την ιδέα αυτής της λύσης, υπεραμυνόμενη της εξεύρεσης ευρωπαϊκής λύσης.