Τα μηνύματά του προς πάσα κατεύθυνση έστειλε ο Στέφανος Κασσελάκης κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, σημειώνοντας ότι η αποχώρηση των υπό διαγραφή στελεχών δεν είναι διάσπαση, αλλά η αρχή της ενότητας στο κόμμα.
«Πώς να δώσουμε προοπτική στον ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ τοπικών νομισμάτων και δηλώσεων Κατρούγκαλου;». «Άλλο η κουλτούρα της δημοκρατίας και άλλο της αυτοκτονίας» είπε ξεκινώντας επιθετικά.
«Να σέβεστε όλους τους απόδημους και τους ομογενείς, εκτός αν προτιμάτε να χάνουμε» είπε απαντώντας σε διαμαρτυρίες μελών της ΚΕ.
Ο κ. Κασσελάκης δεσμεύτηκε ότι «είναι η τελευταία φορά όσο θα είμαι Πρόεδρος, που τα εσωκομματικά απασχολούν τον ΣΥΡΙΖΑ. Η τελευταία φορά!» και επέμεινε στη διαγραφή των τεσσάρων στελεχών.
«Ένας που λέει ότι το κόμμα είναι «επιθεώρηση», και παραμένει στο κόμμα.
Ένας που λέει ότι «η ολιγαρχία και η διαπλοκή εγκαταστάθηκαν μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ», και παραμένει στο κόμμα. Ένας που λέει ότι ο νέος πρόεδρος «δεν ήρθε, τον φέρανε», ότι είναι Μπέπε Γκρίλο και Τραμπ, και παραμένει στο κόμμα. Ένας που λέει ότι θα κάνει νέο κόμμα, ανακοινώνει και τίτλο του νέου κόμματος στα κανάλια, και παραμένει στο κόμμα. Ένας που συνδέει αυθαίρετα το κόμμα με το σκοτεινό διαδίκτυο, και παραμένει στο κόμμα» είπε με έμφαση για να προσθέσει: «Σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα, αυτά τα στελέχη θα είχαν διαγραφεί σε μερικά λεπτά ή έστω λίγες ώρες».
«Εδώ, στον ΣΥΡΙΖΑ, τα στελέχη που προσβάλλουν εσάς, εμάς, που λένε UFO και followers τούς ψηφοφόρους μας, παραμένουν εβδομάδες μετά τις ύβρεις τους στο κόμμα. Δεν έχουν ανασκευάσει ούτε μία λέξη αν και είχαν πολλές ευκαιρίες. Εσείς αυτό το επιτρέπετε; Το δέχεστε; Αυτή είναι η βάση του προβλήματος. Κι εγώ θέλω λύση. Έχω μάθει στη ζωή μου να ψάχνω τη λύση. Και να τη βρίσκω» πρόσθεσε.
Διερωτήθηκε μάλιστα: «Ποια η λύση όταν τα όργανα διστάζουν ή φαίνονται να διστάζουν να πάρουν αποφάσεις; Συζητήσεις επί συζητήσεων, γραφειοκρατία, εισηγήσεις που δεν έρχονται, λόγια που περιμένουμε να δούμε πότε θα γίνουν πράξη… Είμαι 35 χρονών. Θεωρητικά έχω όλο τον χρόνο να περιμένω. Δεν είναι όμως προσωπικό το θέμα. Σας ζητώ να αναρωτηθείτε: Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χρόνο να περιμένει;».
Ο Στ. Κασσελάκης επεσήμανε ότι «δεν αντέχει ο ΣΥΡΙΖΑ άλλη μία μέρα, άλλη μία εβδομάδα, άλλον ένα μήνα τη live δυσφήμισή του από τα στελέχη εκείνα που θέλουν ένα πράγμα: να τον τελειώσουν πριν φύγουν» και τους κατηγόρησε ότι σχεδιάζουν «ενδεχομένως την ίδια στιγμή νέες κινήσεις ή νέα κόμματα που θα κατέβουν απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ στις Ευρωεκλογές. Γιατί, ας μην κρυβόμαστε, κάποιοι έχουν πάρει την απόφασή τους να δημιουργήσουν πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ αντί να αφουγκραστούν την κοινωνία. Νομίζουν ότι θα πάρουν ένα 3%, αλλά τα αριστερόμετρά τους ούτε 0,3% δε θα μετρήσουν».
Πολιτική του Pummaro
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σάρκασε τα κείμενα εσωκομματικών τάσεων όπως της Ομπρέλαςλέγοντας: «Γιατί όσο εκείνοι θα κάνουν δήθεν αριστερή πολιτική με τεράστια κείμενα γεμάτα αόριστες σάλτσες -πολιτική του Pummaro-, η δική μας Αριστερά θα επαναφέρει το κράτος δικαίου και τα εργασιακά δικαιώματα στην Ελλαδα, θα παρεμβαίνει στη Στέγη, στο Κλίμα, στη Φτώχεια, στα Δικαιώματα».
Διερωτήθηκε «ποια είναι η θέση ενός Προέδρου όταν προσβάλλεται το κόμμα του εκ των έσω; Και μάλιστα συντονισμένα και κατ’ επανάληψη. Να κάθεται και να παρακολουθεί τον χορό των υβριστών στα κανάλια βλέποντας τον χρόνο να περνά και τον κόσμο μας να απογοητεύεται; Λυπάμαι, δεν είμαι εγώ αυτός ο πρόεδρος».
Απευθυνόμενος στην Κεντρική Επιτροπή τόνισε: «Βαρέθηκα να ακούω αναλύσεις για το αν οι διαγραφές πρέπει να συζητηθούν, αν μπορεί να συζητηθούν, αν είναι ώρα να συζητηθούν – κι όλα αυτά τη στιγμή που το κόμμα στερεύει από ανάσες. Εξασφαλίστε στον ΣΥΡΙΖΑ την ίασή του από τα πρόσωπα που τον πληγώνουν και τον μικραίνουν. Καταδικάστε τη συμπεριφορά τους στην πράξη. Πάρτε απόφαση ΑΜΕΣΑ και ΚΑΘΑΡΑ! Όπως λειτουργούν οι ζωντανοί πολιτικοί οργανισμοί και όχι οι ξεχασμένοι από τον χρόνο. Ιδού η Ρόδος. Πάρτε απόφαση για έναν ΣΥΡΙΖΑ που θα σέβεται τον εαυτό του και τους ψηφοφόρους του. Λύση τώρα!».
Ο κ. Κασσελάκης κάλεσε την ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ να προσυπογράψει την αποπομπή των διαφωνούντων αλλιώς θα περάσει σε δημοψήφισμα.
«Σας καλώ να δώσουμε απάντηση, όχι ευχή. Σας καλώ να εκφράσουμε θέση, όχι επιθυμία. Με μία μεγάλη, ηχηρή πλειοψηφία, που δε θα αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Θέση ότι αυτά τα άτομα που έχουν πει αυτές τις ύβρεις δεν φέρουν την ιδιότητα του μέλους του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και δεν μπορεί να εκπροσωπούν το κόμμα.
Και αυτή η θέση να είναι ξεκάθαρη προς την Επιτροπή Δεοντολογίας, η οποία οφείλει να συνεδριάσει και να αποφασίσει μέχρι το τέλος της ερχόμενης εβδομάδας για όλες τις υποθέσεις. Δεν χρειάζονται μεγάλοι φάκελοι – όλα σε δημόσια θέα. Διαφορετικά, δεν έχω άλλη επιλογή από το να ζητήσω από τα μέλη και τους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ να απαντήσουν. Και μπορώ πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα να το κάνω με αίτημα του 15% των μελών. Θεσμικά, για σοβαρό θέμα λειτουργίας του κόμματος, όπως προβλέπει ρητά το καταστατικό».
Ένταση κι αποδοκιμασίες
Μέσα σε αποδοκιμασίες ξεκίνησε την ομιλία του στην κρίσιμη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ ο Στέφανος Κασσελάκης, η οποία ξεκίνησε με δύο ώρες καθυστέρηση. «Παιδιά δεν πειράζει», απάντησε ο πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ψηφοφορία για την πρόταση περί δημοψηφίσματος ζητούν Αχτσιόγλου και «Ομπρέλα»
Τη διεξαγωγή ψηφοφορίας για το δημοψήφισμα που πρότεινε ο Στέφανος Κασσελάκης ζητεί η ομάδα της Έφης Αχτσιόγλου, με την «Ομπρέλα» να συντάσσεται με την παραπάνω πρόταση, ενώ στο σχετικό κείμενο που κατατέθηκε γίνεται λόγο για «κρίση διάλυσης» μπροστά στην οποία βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Το κείμενο που κατέθεσε η ομάδα της Έφης Αχτσιόγλου:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βρίσκεται μπροστά σε μια κρίση διάλυσης
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ βρίσκεται σε μια, πρωτοφανή στην ιστορία του, πολιτική, ιδεολογική και θεσμική κρίση. Κρίση που έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά διάλυσης. Μετά την διπλή ήττα των βουλευτικών εκλογών Μαΐου/Ιουνίου, την διαδικασία για την προεδρική εκλογή και την περαιτέρω απομείωση των δυνάμεων μας στις αυτοδιοικητικές εκλογές, το κόμμα μας συνεχίζει να ακολουθεί ένα καθοδικό σπιράλ εσωστρέφειας που απειλεί όχι μόνο τη συνοχή, αλλά την ίδια την υπόστασή του. Οι μεγάλες προσδοκίες των σαρωτικών αλλαγών και της εντυπωσιακής ανάκαμψης που είχε καλλιεργήσει ο σημερινός Πρόεδρος του κόμματος, δεν επιβεβαιώθηκαν στην πραγματική ζωή.
Το διάγγελμα για διαγραφές μέσω δημοψηφίσματος ξεπέρασε οποιοδήποτε όριο δημοκρατικής λειτουργίας. Η πρόταση αυτή και το πολιτικό προσωπικό που την εμπνεύστηκε και την υποστηρίζει οφείλουν να αποδοκιμαστούν από το σύνολο των μελών και των κομματικών οργάνων. Αποτελεί το ακρότατο όριο της λογικής του αντί-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου μέσα στο κόμμα, το οποίο ο ίδιος του ο Πρόεδρος χαρακτηρίζει «άρρωστο». Μπροστά στην αδυναμία να παράξουν πολιτικό περιεχόμενο επενδύουν στο διχασμό και τελικά τη διάλυση.
Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν σχετίζεται απλά με τις δοκιμασίες ενός κόμματος. Είναι μια κρίση που αφορά ευθέως τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτικού συστήματος και την ελληνική κοινωνία. Από τη μια έχουμε μια Δεξιά κυβέρνηση που δίχως φραγμούς προωθεί μια πολιτική διεύρυνσης των ανισοτήτων, απαξίωσης και απορρύθμισης της εργασίας, επιθετικού νεοφιλελευθερισμού, καταρράκωσης της δημοκρατίας και των θεσμικών δικλείδων ασφαλείας ενώ επιδεικνύει πλήρη αδυναμία στην αντιμετώπιση των κρίσεων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Και από την άλλη, έχουμε μια αξιωματική αντιπολίτευση στα όρια της ρευστοποίησης. Η εικόνα αυτή επιτρέπει -και αυτό είναι το κύριο που πρέπει να μας απασχολήσει- στη Δεξιά να θέτει την ατζέντα της και να κυριαρχεί ιδεολογικά και πολιτικά δίχως πραγματικό αντίλογο.
Η πολιτική στο τιμόνι: μόνη απάντηση απέναντι στην συνολική απαξίωση
Αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο δρόμους για την ερμηνεία της κρίσης στην οποία βρίσκεται και να αναζητήσει μέσω αυτής την ανάλογη διέξοδο. Πρόκειται για δύο ανταγωνιστικές επιλογές.
Η πρώτη είναι αυτή που συγκροτεί την ηγετική ομάδα γύρω από τον Πρόεδρο του κόμματος και συνοψίζεται στην συνωμοσιολογική θεωρία του εσωτερικού εχθρού: οι σκοτεινοί υπονομευτές δεν επιτρέπουν στο κόμμα να υλοποιήσει την πολιτική του. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν είναι πρόβλημα στρατηγικής, φυσιογνωμίας και προγράμματος, δεν είναι πρόβλημα πολιτικό και ιδεολογικό αλλά συνοψίζεται στην υπονομευτική πρακτική όσων ασκούν κριτική στη σημερινή ηγεσία.
Όλα αυτά οδηγούν σε μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από ένα ανοιχτό και πληθυντικό κόμμα της σύγχρονης αριστεράς σε ένα υβριδικό πολιτικό φορέα που από τη μια θα καταφεύγει σε επικλήσεις του αντι-συστημισμού και από την άλλη θα είναι απόλυτα αδύναμο να αμφισβητήσει βασικές συστημικές οικονομικές και πολιτικές επιλογές. Σε έναν φορέα που θα βουλιάζει στην απαξίωση και την χλεύη.
Η άλλη επιλογή είναι με νηφαλιότητα, σοβαρότητα και αυτοκριτική να συζητήσουμε για τα αίτια των τελευταίων αρνητικών αποτελεσμάτων. Προφανώς αυτή η συζήτηση οφείλει να σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στις δομικές αδυναμίες που είχε το εγχείρημα μας σε όλη την διάρκεια του, όπως την αδυναμία μας στους μαζικούς χώρους. Προφανώς οφείλουμε αυτοκριτικά να δούμε και την περίοδο του 19-23 που μας οδήγησε στην βαριά ήττα και στην σημερινή κρίση. Αλλά με όρους πολιτικούς και όχι ενός αυταρχικού βοναπαρατισμού που κυνηγάει εσωτερικούς εχθρούς για να κρύψει την δική του γύμνια. Δεν μπορούμε όμως σε καμία περίπτωση να ανεχτούμε να γίνει αυτός ο απολογισμός με ηγεμονική την αντι-ΣΥΡΙΖΑ αφήγηση που αναπαράγει ο σημερινός πρόεδρος και η ηγετική του ομάδα. Μία συζήτηση που ακυρώνει όσα πετύχαμε ως κυβέρνηση το 15-19 και ακυρώνει το σύνολο του κόμματος και του πολιτικού προσωπικού που με αυταπάρνηση έδωσε αυτή την μάχη.
Έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στην κοινωνία χαμηλών προσδοκιών ως ένα από τα βασικά στοιχεία για την επικράτηση των συντηρητικών δυνάμεων. Αυτή την στιγμή όμως αντιμετωπίζουμε ένα ακόμα βαθύτερο πρόβλημα αφού ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει μετατραπεί σε ένα «κόμμα χαμηλών προσδοκιών». Από τον στόχο της προοδευτικής διακυβέρνησης έχουμε εγκλωβιστεί στην μάχη για την δεύτερη θέση σε ένα πολιτικό σύστημα «1,5 κόμματος». Η ρίζα αυτού του αδιεξόδου βρίσκεται στο πολιτικό περιεχόμενο, στην ουσία της πολιτικής και στην αδυναμία μας να συγκροτήσουμε με όρους αξιοπιστίας την φιλοδοξία και ένα ρεύμα κοινωνικής αλλαγή. Όσο η νέα ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα αρνείται να αναγνωρίσει τα παραπάνω και θα συνεχίζει το κυνήγι μαγισσών κλειδώνει το κόμμα σε ένα μονόδρομο διάλυσης.
Ώρα για αλλαγή πορείας
Το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα ηγηθεί ενός πλειοψηφικού ρεύματος στην ελληνική κοινωνία.
Αν υπάρχει ένας δρόμος για την ανασυγκρότηση της Αριστεράς και των προοδευτικών δυνάμεων αυτός περνάει μέσα από μία σύγχρονη πολιτική πρόταση. Βασικός άξονας αυτής της πρότασης παραμένει το κοινωνικό ζήτημα. Σε πρώτο πλάνο οφείλουμε να θέσουμε την εργασία αλλά και την πρόσβαση στα αγαθά εκείνα που συγκροτούν την ίδια την έννοια του πολίτη: την εκπαίδευση, την υγεία, την στέγαση. Όχι με ένα λόγο «υπεράσπισης» κεκτημένων που χάνονται. Περισσότερο με ένα σχέδιο συνολικής επαναθεμελίωσης ενός καθολικού δικαιώματος το οποίο ακόμα και τις μέρες της οικονομικής ανάπτυξης δεν υπήρξε.
Το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη σήμερα είναι άρρηκτα δεμένο με το αίτημα για κλιματική δικαιοσύνη. Το αίτημα για κλιματική δικαιοσύνη και ενεργειακή δημοκρατία, για έναν διαφορετικό τρόπο οργάνωσης τελικά του ίδιου του παραγωγικού μοντέλου είναι αίτημα για την ίδια την ζωή. Όλα αυτά σημαίνουν και έναν εντελώς διαφορετικό ρόλο για το κράτος, έναν κεντρικό σχεδιαστικό και αναπτυξιακό ρόλο με ουσιαστικά στοιχεία δημοκρατικής συμμετοχής.
Το τρίτο πεδίο είναι αυτό της Δημοκρατίας. Είτε αναφερόμαστε σε ζητήματα του κράτους δικαίου όπως οι υποκλοπές, είτε σε ζητήματα αντιμετώπισης της ανόδου της άκρας δεξιάς ακόμα και νεοναζιστικών δυνάμεων και της χυδαίας εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού ζητήματος από την κυβέρνηση της ΝΔ βλέπουμε μια μετατόπιση διαρκώς προς την συντηρητική δεξιά κατεύθυνση. Η Δημοκρατία, η μάχη για ένα καθολικό κράτος δικαίου, ο αντιφασισμός και το μέτωπο με την άκρα δεξιά, τα έμφυλα ζητήματα δεν αποτελούν δευτερεύοντα πολιτικά μέτωπα.
Μόνο με αυτόν τον δρόμο μπορούμε ξανά να εμπνεύσουμε και να κερδίσουμε την μάχη της συμμετοχής. Η αύξηση των ποσοστών της αποχής είναι ένας ισχυρός δείκτης για τα όρια της αρχιτεκτονικής του σημερινού πολιτικού συστήματος. Το «εκτός» διαρκώς μεγαλώνει στερώντας πόρους και δυνατότητες για ένα προοδευτικό αριστερό σχέδιο. Χωρίς την κοινωνική κινητοποίηση κανένα προοδευτικό και αριστερό σχέδιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέτρεψε τους πολιτικούς συσχετισμούς τη στιγμή που διατύπωσε μια μεγάλη ιδέα σε μια συνθήκη κρίσης και χαμηλών προσδοκιών: η αριστερά στην εξουσία. Για να απαντήσουμε στη Δεξιά ηγεμονία, πρέπει να αντιτάξουμε ένα συνολικό αξιακό και ιδεολογικό μοντέλο που θα έρχεται σε σύγκρουση με αυτές. Για να εμπνεύσουμε ξανά την ελληνική κοινωνία, πρέπει να έχουμε εμείς ένα συνεκτικό αφήγημα για το πώς φανταζόμαστε τη χώρα αυτή στο μέλλον. Για να είναι χρήσιμος ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πρέπει να αλλάξει πορεία και να βάλει μπροστά το μεγάλο στοίχημα της εποχής μας: το πώς η κοινωνία θα εκμεταλλευτεί προς όφελός της τις μεγάλες, συγκλονιστικές, δυνατότητες που ανοίγονται μπροστά της. Το πώς ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα με δημοκρατία και ελευθερία δεν θα είναι ένα αφηρημένο σύνθημα, αλλά υλική πράξη στο σήμερα
Στόχος μας μπορεί και πρέπει να παραμείνει η φιλοδοξία να αλλάξουμε τον κόσμο σε χρόνο ενεστώτα και άρα οι στρατηγικές και τακτικές κινήσεις που θα μπορούν να συγκροτούν προοδευτικές πλειοψηφίες. Η ανάληψη της διακυβέρνησης ανέδειξε την δύναμη που μπορεί να έχει ένα αριστερό και προοδευτικό ρεύμα όταν δεν κρύβεται από τις δυσκολίες αλλά αναλαμβάνει την ευθύνη της αλλαγής.
Σεβασμός στην ιστορία μας , σεβασμός στους αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες
Η κρίση εμπιστοσύνης έχει οξυνθεί ακόμα περισσότερο από τις πολιτικές επιλογές της νέας ηγετικής ομάδας και τις προσωπικές τοποθετήσεις του προέδρου που συχνά έρχονται σε αντίθεση με τις προγραμματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ενώ συχνές είναι και οι παραβιάσεις του καταστατικού.
Πως μπορείς να πείσεις ότι αγωνίζεσαι για το κράτος δικαίου και την τήρηση των κανόνων της δημοκρατίας όταν δεν την σέβεσαι μέσα στον ίδιο σου τον πολιτικό χώρο; Η λογική «αποφασίζουμε και διατάζουμε» είναι ξένη για την κοινωνία που αγωνιζόμαστε. Τα όρια ξεπεράστηκαν. Οφείλουμε συλλογικά να θέσουμε ένα τέλος στον κατήφορο».