Τη δική της «Γραμμή της Ζωής» έγραψε η Άννα Μαρία Ψυχαράκη και κατάφερε να συγκινήσει τους συγκατοίκους της στο «Big Brother».

Η ξανθιά δικηγόρος του reality του ΣΚΑΪ αναφέρθηκε στις δυο φορές που έφτασε κοντά στο θάνατο αλλά και τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε και ξεπέρασε από πολύ μικρή οικογένεια.

Η Άννα Μαρία Ψυχαράκη ανέφερε μεταξύ άλλων στην εξομολόγηση της: «Ο μπαμπάς μου είναι γεννημένος το 38 και η μαμά μου το 61. Γεννήθηκα σε μια πολύ όμορφη οικογένεια. Αγροτική. Είχαμε μόνο ένα υπνοδωμάτιο, μια μικρή κουζίνα και ένα σαλόνι. Η τουαλέτα ήταν έξω. Ήταν πολύ δύσκολα. Είχαμε οικονομικά προβλήματα.

Όταν ήμουν 2,5 ετών ήπια χλωρίνη. Είχα πάθει ειλεό και ο γιατρός τους είπε ότι πεθαίνω και πρέπει να με βαφτίσουν. Οι γονείς μου έκλαιγαν. Εμφανίστηκε μια κυρία που εμείς την ερμηνεύσαμε σαν την Παναγία. Του είπαν να με τάξουν στον Άγιο Νικήτα και θα γίνω καλά. Έγινε το θαύμα και έγινα καλά.

Το 1985 γεννήθηκε το τέταρτο μέλος της οικογένειας μας, ο αδερφός μου. Γεννήθηκε με πρόβλημα στα μάτια του, γεννήθηκε τυφλό. Οι γιατροί δεν τον πρόσεξαν. Ο Αλέξης μας κόλλησε μηνιγγίτιδα. Ότι λεφτά είχαν οι γονείς μου τα έδωσαν για να γίνει καλά. Δεν έγινε ποτέ καλά. Δεν μιλάει, δεν μασάει, δεν περπατάει αλλά πάντα γελάει. Είναι ο φύλακας άγγελος μας.

Ήμουν μόλις 8 χρονών όταν μια οικογένεια χτύπησε τη δική μου οικογένεια. Μας κατηγόρησαν για κακούργημα το οποίο δεν είχε γίνει ποτέ γι’αυτό και στα δικαστήρια δικαιωθήκαμε. Το αποτέλεσμα ήταν να πάμε σε ένα βράδυ στο Ηράκλειο, χωρίς σπίτι, χωρίς τίποτα, για να αποφύγουμε το μακελειό και τη βεντέτα. Εκεί με αποκαλούσαν τα παιδιά χωριάτα και φτώχια. Είχα απομονωθεί. Πήγαινα στο σχολείο και δεν μιλούσα σε κανέναν.

Στα 15 μου με χτύπησε ξανά ο ειλεός. Ήμουν έναν μήνα στο νοσοκομείο. Ήμουν παντού καλωδιωμένη. Πάλι τα κατάφερα και επέζησα.

Στο 2000 αποφασίσαμε με τους γονείς μου να με στείλουν στην Ιταλία να σπουδάσω Νομική. Όταν βγήκαν τα αποτελέσματα της υποτροφίας τρελάθηκα. Πήρα τηλέφωνο τον πατέρα μου και του είπα ότι τα κατάφερα.

Από το 2002 έως το 2006 είχα πάρα πολλές δυσκολίες και έτσι πήρα την απόφαση να δουλέψω κρυφά από τους γονείς μου. Ήταν πολύ ωραία χρόνια όμως. Δύσκολα αλλά όμορφα. Δούλεψα σε ένα πολύ όμορφο τύπου περίπτερο-καφέ. Εκεί πήγαινα και έπινα καφέ μόνη μου. Ήταν ένας μήνας τόσο δύσκολος…

Είχα δύο εβδομάδες για να πάρω πτυχίο, μου έλειπαν τέσσερα μαθήματα. Έπρεπε να καταφέρω να τα περάσω αλλιώς θα πλήρωνα 1,200 ευρώ ντούκου. Πέρασα το πρώτο και έκλαιγα από χαρά. Το ίδιο και στα υπόλοιπα. Ταυτόχρονα έκανα και τη μεταπτυχιακή μου.

Η δύναμη μου εκτινάχθηκε πέρα από τον Ψηλορείτη. Ο πατέρας μου από τη χαρά του τράκαρε.

Το 2008 πήρα πάλι υποτροφία για το μεταπτυχιακό μου. Το 2009 γύρισα στην Ελλάδα. Ο πατέρας μου είχε προβλήματα υγείας. Πέθαινε. Τα κατάφερε. Ο Αλέξης μας πάλι προβλήματα υγείας και εκεί που τον τάιζα μια μέρα με κοίταξε και έσβησε.

Έπεσα κάτω από τα κλάματα. Η μάνα μου τον σήκωσε, του έκανε ηλεκτροσόκ και έγινε καλά.

Το 2010 άνοιξα το δικηγορικό μου γραφείο. Είχα το δικό μου γραφείο. Είχα έναν πελάτη. Ήταν ωραία.

Το 2014 ήταν Μάιος, ήταν οι δημοτικές εκλογές και πήρα απόφαση να ασχοληθώ και να κατέβω υποψήφια. Ήμουν η τελευταία από τους υποψηφίους. Δεν βγήκα βεβαίως αλλά όλο το Ηράκλειο θεώρησε ότι είχα βγει.

Μέχρι τον Απρίλιο του 2017 ήμουν καλά μέχρι που πήρα την κάτω βόλτα. Έπεσα σε κατάθλιψη. Για πρώτη φορά άφησα το σπίτι μου και γύρισα στους γονείς μου. Ήταν ότι χειρότερο γιατί θεωρούσα ότι είχα κάνει ένα βήμα πίσω.

Το 2018 ήρθα στην Αθήνα και πήγα σε σχολή δημοσιογραφίας γιατί θέλω να ασχοληθώ με τα κοινά. Ανέβηκε πάλι η ψυχολογία μου.

Το 2020 είναι η top χρονιά, αγόρασα το δικό μου γραφείο στο Ηράκλειο Κρήτης. Είναι η επιτυχία ενός ανθρώπου που έχει ξεκινήσει από πολύ χαμηλά».