Στήριξε η Ρωσία την ελληνική Επανάσταση πριν από δύο αιώνες ή όχι; Το ερώτημα έχει αποτελέσει κατά καιρούς θέμα συζήτησης και μέχρι σήμερα οι γνώμες διίστανται. Κι αυτό γιατί η απάντηση δεν είναι μονολεκτική, «ναι» ή «όχι». Ο εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας διήρκεσε το 1821 και η τελευταία σημαντική μάχη με τους Οθωμανούς δόθηκε τον Σεπτέμβριο του 1829, ενώ το Πρωτόκολλο της Ανεξαρτησίας μας, υπογράφηκε τον Φεβρουάριο του 1830.
Κατά συνέπεια η χρονική περίοδος από το ξέσπασμα της Επανάστασης μέχρι τη συγκρότηση κράτους είναι αρκετά μεγάλη και μέσα σε αυτά τα χρόνια η στάση διαφοροποιήθηκε αρκετές φορές, όπως άλλωστε συνέβη και με τις άλλες δύο μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, την Αγγλία και τη Γαλλία. Θα πρέπει δε πάντοτε να έχουμε κατά νου πως η ηγεσία κάθε χώρας επιδιώκει, όπως είναι φυσικό, να προωθεί πρωτίστως τα δικά της γεωπολιτικά συμφέροντα. Οπότε η εξέταση του ερωτήματος «εάν και κατά πόσο η Ρωσική Αυτοκρατορία συνέδραμε στον Αγώνα των Ελλήνων» συμπίπτει με το «εάν και κατά πόσο συνέπιπταν τα συμφέροντα του τσάρου με τα δικά μας». Σημειωτέον πως κατά τη διάρκεια της Επανάστασης την αχανή Ρωσία κυβέρνησαν δύο αυτοκράτορες, αρχικά ο Αλέξανδρος Α’ (από τον Μάρτιο του 1801 έως τον Νοέμβριο του 1825) και ακολούθως ο διάδοχός του Νικόλαος Α’ (από τον Δεκέμβριο του 1825 έως τον Μάρτιο του 1855).
Περιμένοντας το «ξανθό γένος»
Επί Τουρκοκρατίας ένα από τα δημοφιλέστερα δημώδη τραγούδια που είχαν δημιουργήσει οι σκλαβωμένοι Έλληνες αναφερόταν στον «Μόσκοβο» (τον Μοσχοβίτη δηλαδή) που θα έφερνε το «σεφέρι» (το στράτευμα). Τραγουδούσαν χαρακτηριστικά οι πρόγονοί μας:
Ακόμα τούτ’ την άνοιξη
ραγιάδες, ραγιάδες,
τούτο το καλοκαίρι,
καημένη Ρούμελη,
όσο να ’ρθεί ο Μόσκοβος
ραγιάδες, ραγιάδες,
να φέρει το σεφέρι,
Μοριά και Ρούμελη.
Ο Ρώσος μετατράπηκε σε ελπίδα για την απελευθέρωση. «Μια εκκλησιά έχουμε ο Μόσκοβος κι εμείς, ο τσάρης (σ.σ. τσάρος) θα γενεί βασιλιάς μας και προστάτης» συνήθιζαν να λένε, όπως αποτυπώνεται γλαφυρά και στο ιστορικό μυθιστόρημα «Οι Μαυρόλυκοι – Το χρονικό της Τουρκοκρατίας (1565-1799)» από τον πεζογράφο Θανάση Πετσάλη – Διομήδη. Τα χρόνια περνούσαν όμως και το «ξανθό γένος από τον Βορρά», δεν φαινόταν στον ορίζοντα.
Το αποτυχημένο εγχείρημα των Ορλωφικών
Η σημαντικότερη προεπαναστατική εμφάνισή του θα γίνει με τα Ορλωφικά το 1770. Εκείνη την εποχή η φιλόδοξη αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη Β’ αποφασίσει να ξεσηκώσει τους Έλληνες κατά των Οθωμανών. Δύο χρόνια νωρίτερα έχει ξεσπάσει Ρωσοτουρκικός πόλεμος και η τσαρίνα δίνει στη σύγκρουση χαρακτήρα σταυροφορίας κατά του ισλαμισμού. Στόχος της είναι να επαναστατήσουν και οι Έλληνες προκειμένου η κίνηση αυτή να λειτουργήσει ως αντιπερισπασμός κατά του σουλτάνου, ώστε τα ρωσικά στρατεύματα να καταλάβουν ευκολότερα τις βόρειες επαρχίες των Οθωμανών.
Στέλνει μάλιστα στην Πελοπόννησο τον έναν εκ των δυο αδελφών Ορλώφ που ήταν αξιωματικοί του ρωσικού στρατού (εξ ου και «Ορλωφικά»), μαζί με μια ολιγομελή δύναμη ενόπλων. Ωστόσο ο ξεσηκωμός καταπνίγηκε από ορδές Τουρκαλβανών που έσφαξαν τους επαναστάτες (κυρίως Μανιάτες). Οι Ρώσοι, αντιλαμβανόμενοι ότι τα γεγονότα αρχίζουν να παίρνουν αρνητική τροπή, αποχωρούν με τα πλοία αφήνοντας τους υπόδουλους στο έλεος του κατακτητή.
Τα χρόνια που ακολουθούν πάντως, οι Έλληνες έχουν τη δυνατότητα να κινούνται ελεύθερα στη ρωσική επικράτεια και στις ζώνες επιρροής της, δημιουργώντας μια μαγιά ευκατάστατων εμπόρων και καραβοκύρηδων που θα συνέβαλλε τα κατοπινά χρόνια στην Επανάσταση. Στην παραθαλάσσια πόλη της Οδησσού άλλωστε δημιουργήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1814 η Φιλική Εταιρεία από τους Νικόλαο Σκουφά, Εμμανουήλ Ξάνθο και Αθανάσιο Τσακάλωφ. Στη συγκριμένη περιοχή υπήρχε ακμάζον ελληνικό στοιχείο, παρεχόταν ασφάλεια και βρισκόταν κοντά στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο.
Η μυστική οργάνωση που προλείανε το έδαφος για τον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα, επέλεξε αρχικά για επικεφαλής τον συνυπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Ιωάννη Καποδίστρια. Ο κορυφαίος διπλωμάτης όμως, ανήκε σε αυτούς που τυπικά και επισήμως τόνιζαν πως δεν είχαν ωριμάσει ακόμη οι συνθήκες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Δεν ήταν φιλελεύθερος ή πολύ περισσότερο, ριζοσπάστης.
Κάθετα αντίθετος ο τσάρος στο ξέσπασμα της Επανάστασης
Όταν ξεσπά η Επανάσταση του 1821, ο τσάρος Αλέξανδρος Α’ της Ρωσίας διάκειται αρνητικά σε μια τέτοια κίνηση. Ακολουθώντας τις επιταγές του Αυστριακού καγκελάριου Κλέμενς φον Μέττερνιχ και των λοιπών κεντρικών δυνάμεων της Ευρώπης που δεν επιθυμούσαν τη διατάραξη της καθεστηκυίας τάξης και την τυχόν αλλαγή συνόρων, αποφεύγει να στηρίξει τους Έλληνες.
Παρ’ όλα αυτά ο επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας, πρίγκηπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, γνωρίζοντας τα αισθήματα που έτρεφαν οι Έλληνες έναντι της Ρωσίας, τους ξεσηκώνει από τις Παραδουνάβιες περιοχές, αφήνοντας να εννοηθεί ότι πίσω από την κίνηση αυτή βρίσκεται η Αγία Πετρούπολη (τότε πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας). «Κινηθήτε, ω φίλοι, και θέλετε ιδή μίαν Κραταιάν δύναμιν να υπερασπισθή τα δίκαιά μας» αναφέρει μεταξύ άλλων στην επαναστατική προκήρυξη με τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Μεταβολή της στάσης μετά τις σφαγές
Η στάση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας μεταβλήθηκε όταν τον Απρίλιο του 1821, λίγες εβδομάδες μετά την ύψωση των επαναστατικών λαβάρων σε Πελοπόννησο και Στερεά Ελλάδα, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’, υπό την πίεση ακραίων μουσουλμανικών διαδηλώσεων ζήτησε να εκδοθεί διαταγή για τη γενική σφαγή των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης που οδήγησε και στον απαγχονισμό του Οικουμενικού Πατριάρχη Γρηγόριου Ε’.
Όπως έχει αναφέρει σε συνέντευξή του στον υπογράφων ο πρέσβης της Ρωσικής Ομοσπονδίας στη χώρα μας κ. Αντρέι Μάσλοφ, «η Ρωσία επιδίωκε να τηρήσει η Οθωμανική Πύλη τις συμφωνίες που έδιναν δικαιώματα στους Ορθόδοξους κατοίκους της. Ήταν ο απεσταλμένος της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, ο βαρόνος Στρόγκανωφ, που ανέλαβε την πρωτοβουλία της κοινής διαμαρτυρίας στον σουλτάνο εκ μέρους των ευρωπαϊκών δυνάμεων για τους διωγμούς κατά των χριστιανών. Η Πύλη, όμως, επέλεξε τον δρόμο της κλιμάκωσης και τον Ιούλιο του 1821 όλη η ρωσική διπλωματική αποστολή με επικεφαλής τον Στρόγκανωφ αποχώρησε από την Κωνσταντινούπολη σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Οι διπλωματικές σχέσεις Ρωσίας – Πύλης διακόπηκαν».
Το σχέδιο τριχοτόμησης της επαναστατημένης Ελλάδας
Και μπορεί ο ελληνισμός κατά τη διάρκεια της Επανάστασης να λαχταρούσε την ίδρυση αυτόνομου κράτους, ωστόσο μεσούντος του Αγώνα, βρέθηκε ενώπιον ενός σχεδίου δημιουργίας… τριών ξεχωριστών κρατών, κάτι που λίγοι θυμούνται στις μέρες μας. Εμπνευστής, ου εγχειρήματος ήταν η τσαρική Ρωσία.
Όλα ξεκίνησαν όταν η μεγάλη δύναμη της εποχής έκρινε ότι θα έπρεπε να μεταστρέψει την πολιτική της και από την αποδοκιμασία της Επανάστασης που διακοινώθηκε με την συγκατάθεσή της τον Μάιο του 1821 στο συνέδριο του Λάιμπαχ, να οδηγηθεί δυόμιση χρόνια αργότερα στην αμέριστη στήριξη της προοπτικής επίλυσης του ελληνικού ζητήματος.
Προκειμένου η ίδια να καρπωθεί εδάφη της παραπαίουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας και να ισχυροποιήσει την επιρροή της στην νοτιοανατολική Ευρώπη, προτείνει Ιανουάριο του 1824 να δημιουργηθούν ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά τρία αυτόνομα κρατικά μορφώματα που θα ήταν φόρου υποτελής στον σουλτάνο· εν προκειμένω στον Μαχμούτ Β’. Η Ρωσία επιθυμούσε τη σύσταση αυτών των κρατών ώστε να λειτουργήσουν ως γέφυρες για να καταφέρει επιτέλους να αποκτήσει την πολυπόθητη ελεύθερη πρόσβαση στις ζεστές θάλασσες του Αιγαίου και ευρύτερα της Μεσογείου.
Τα σύνορα που θα χαράσσονταν ανά περιοχή
Οι αυτόνομες ηγεμονίες που είχε χαράξει στους χάρτες της και προωθούσε ώστε να λειτουργήσουν στα πρότυπα των Παραδουνάβιων περιοχών, θα ήταν: η μια στην ανατολική Ελλάδα έως και τη Θεσσαλία, η άλλη στη δυτική Ελλάδα έως και τη νότια Ήπειρο και η τρίτη στην Πελοπόννησο που θα συμπεριλάμβανε και το νησί της Κρήτης. Οι κάτοικοι των τριών αυτών τμημάτων θα είχαν μεν όλες τις εξουσίες στα χέρια τους, βάσει του σχεδιασμού που είχε γίνει από την Πετρούπολη, αλλά θα κατέβαλλαν τη φορολογία στους επικυρίαρχους Τούρκους που θα διατηρούσαν περιορισμένη στρατιωτική δύναμη και ορισμένα στρατηγικής σημασίας φρούρια. Εγγυητές της εύρυθμης λειτουργίας όλου αυτού του συστήματος υποτίθεται πως θα ήταν οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής. Οι Γάλλοι αρχικά συμφώνησαν, ωστόσο οι Άγγλοι το αντιμετώπισαν με μεγάλη επιφυλακτικότητα και ως γνωστόν δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Η συνεισφορά στην κατατρόπωση του οθωμανικού στόλου στο Ναυαρίνο
Στις 20 Οκτωβρίου 1827 μια τεράστια δύναμη πυρός από πλοία του αγγλικού, γαλλικού και ρωσικού στόλου βύθισαν στην ναυμαχία του Ναυαρίνου τα πλοία των Οθωμανών και των Αιγυπτίων δίνοντας μια μεγάλη ανάσα στην ελληνική Επανάσταση που έπνεε τα λοίσθια εξαιτίας μεταξύ άλλων και των εμφύλιων διενέξεων. Τα ρωσικά πλοία στη ναυμαχία ήταν λιγότερα από τα αγγλικά και τα γαλλικά, ενώ μπήκαν τελευταία στον κόλπο με επικεφαλής τον Ολλανδό ναύαρχο Λογγίνο Χέυδεν. Η μοίρα αποτελούνταν από 8 πλοία με περίπου 4.000 ναύτες.
Η ρωσική ναυαρχίδα «Αζόφ» κατέστρεψε τρεις φρεγάτες, μια κορβέτα και ένα πλοίο με 80 κανόνια. Αξίζει τέλος να τονιστεί ότι πάνω στο επιβλητικό πλοίο βρίσκονταν τέσσερις μελλοντικοί ναύαρχοι του ρωσικού στόλου. Ο Μιχαήλ Λάζαρεβ, ο Πάβελ Ναχίμοβ, ο Βλαντίμιρ Κορνίλοβ και ο Βλαντίμιρ Ιστόμιν.
- Ο Γεώργιος Σαρρής είναι δημοσιογράφος – μέλος της ΕΣΗΕΑ, τιμηθείς από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με το Βραβείο Αθ. Μπότση για την αντικειμενική και με πληρότητα παρουσίαση ιστορικών πολιτικών θεμάτων.