Ο χρόνος για την επιστροφή με τόκο 6% οφειλών του δημοσίου προς τους πολίτες αρχίζει να μετρά από την ημέρα που ο φορολογούμενος θα προσφύγει στα δικαστήρια, όπως αποφάσισε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Έτσι το δημόσιο χάνει το χαριστικό διάστημα που δεν τοκιζόταν η οφειλή του και εκτεινόταν , καθ΄όλη την διάρκεια της δικαστικής αντιδικίας και επιπλέον 6 μήνες μετά την κοινοποίηση της τελεσίδικης απόφασης.
Συγκεκριμένα, οι δικαστές έκριναν αντισυνταγματική και αντίθετη στην ΕΣΔΑ τη διάταξη του σχετικού νόμου σύμφωνα με την οποία προβλέπεται ότι όταν υπάρχει επιστροφή φόρων και δασμών μετά από δικαστική απόφαση που δικαιώνει φορολογούμενο, η τοκοφορία αρχίζει «μετά την πάροδο εξαμήνου από την πρώτη του μήνα του επομένου της κοινοποιήσεως στην φορολογική αρχή της δικαστικής αποφάσεως».
Και αυτό γιατί ο προβλεπόμενος χρόνος της τοκοφορίας «έχει ως συνέπεια την μη προσήκουσα αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας του αχρεωστήτως καταβαλόντος τον φόρο».
Όπως αναφέρουν στην απόφαση τους η επίμαχη ρύθμιση είναι ανίσχυρη αφού « αφήνει ακάλυπτο μακρό χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο φορολογούμενος υφίσταται μη νομίμως περιουσιακή ζημία και του οποίου χρονικού διαστήματος η διάρκεια εξαρτάται από γεγονότα που ευρίσκονται εκτός του πεδίου επιρροής του, όπως είναι ο χρόνος συζητήσεως της υποθέσεως και της δημοσίευσης .
Όσο για το επιτόκιο αυτό ορίζεται στο 6%. Σύμφωνα με το ΣτΕ είναι συνταγματική η διάταξη που προβλέπει ότι κατά την επιστροφή φόρων και δασμών «αχρεοστήτως καταβληθέντων» η καταβολή των τόκων πρέπει να είναι με το επιτόκιο που ισχύει για «τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας», δηλαδή, 6%. Και κρίθηκε συνταγματικό γιατί είναι το ίδιο επιτόκιο με το οποίο δανείζεται πολλές φορές το Δημόσιο για να καλύψει τις ανάγκες του.