«Μουδιασμένοι» από το σκηνικό τρομοκρατίας, που στήθηκε το τελευταίο 24ωρο στην Αθήνα, φέρνοντάς τους στη δίνη του κυκλώνα, εμφανίζονται επικεφαλής εταιριών courier, οι οποίες διακινούν από 600 και πλέον σημεία εξυπηρέτησης σε ολόκληρη την Ελλάδα περί τα 200.000 δέματα ημερησίως.

Ο Παναγιώτης Χύτας, διευθυντής πωλήσεων και επικοινωνίας της εταιρίας Courier Center, μέσω της οποίας μεταφέρθηκε το παγιδευμένο δέμα στην πρεσβεία της Ρωσίας, τόνισε: «Θα είναι “δώρον άδωρον” να αλλάξουν την λειτουργία τους οι εταιρείες. Ακόμα και αν ελεγχόταν το περιεχόμενο κάθε δέματος ξεχωριστά, αυτό δεν θα εμπόδιζε κάποιον να μεταμφιεστεί σαν μεταφορέας κάποιας εταιρίας, να πάει σε μία πρεσβεία και να παραδώσει ένα ύποπτο δέμα. Οι επίδοξοι τρομοκράτες θα πάνε ένα βήμα μπροστά».

Ως προς το τι θα μπορούσε να γίνει σε σχέση με τη βελτίωση των κανόνων ασφαλείας, ο κ. Χύτας σημειώνει: «Το να τοποθετηθούν μηχανήματα ανίχνευσης των αποστολών σε όλα τα σημεία εξυπηρέτησης είναι απίθανο, αλλά και αν γινόταν δεν θα έλυνε το πρόβλημα. Όταν τα εκρηκτικά είναι σε μικρές ποσότητες και στις συσκευασίες, που είχαν αποστείλει τα παγιδευμένα δέματα, δεν ανιχνεύονται ούτε από αυτά τα μηχανήματα. Αυτό που θα μπορούσε να γίνει είναι να υπάρξει η δυνατότητα ελέγχου του περιεχομένου των δεμάτων από τις εταιρείες courier, αλλά σύμφωνα με την Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των επικοινωνιών, απαγορεύεται ρητά ο έλεγχος του περιεχομένου ενός δέματος, ο οποίος μπορεί να γίνει μόνο με δήλωση του πελάτη. Επιπλέον, ακόμα και τα στοιχεία, που μας δίνει ο πελάτης, είναι προσωρινά και μόνον για να εξυπηρετήσουν την παραλαβή και την παράδοση».

«Οι εταιρίες courier στην Ελλάδα, ειδικά οι 15 μεγαλύτερες, δεν υστερούν σε τίποτα από αυτές του εξωτερικού και λειτουργούν ακριβώς στα ίδια πρότυπα. Γνωρίζουμε ανά πάσα στιγμή πού βρίσκεται η αποστολή, από ποιο σημείο μπήκε στο δίκτυο, σε ποιο σημείο κατέληξε. Δεν γίνονται ταυτοποιήσεις του πακέτου, ούτε του ανθρώπου, που παραλαμβάνει, ή αποστέλλει. Αυτό δεν γίνεται και πουθενά στον κόσμο. Αν το κάναμε θα ήμασταν η εξαίρεση».

Ως ενδεικτική της αδυναμίας ταυτοποίησης του περιεχομένου σε μία αποστολή, αλλά και της αδυναμίας εντοπισμού ενός «ύποπτου» περιεχομένου, ο κ. Χύτας αναφέρει παράδειγμα Γερμανού, που έστελνε όπλα σε συνεργάτη του στην Κρήτη.

«Πριν από λίγους μήνες μάς κοινοποίησαν από την εισαγγελία ότι υπήρχε ένας συγκεκριμένος αποστολέας από τη Γερμανία με συγκεκριμένο παραλήπτη στο Ρέθυμνο, στον οποίο είχαν ταυτοποιήσει περισσότερες από 20 αποστολές όπλων, που ήρθαν με εταιρείες courier της Γερμανίας. Αυτό αποδεικνύει ότι ναι μεν υπάρχουν έλεγχοι από τις επίσημες αρχές, αλλά πολλά δεν ανιχνεύονται. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, προφανώς δεν ήρθαν αεροπορικώς, αλλά οδικώς».