Το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που αναγκάζεται να μείνει ένας άνεργος εκτός της αγοράς εργασίας παρατηρείται στην Ελλάδα, εκτιμά το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO) διαπιστώνοντας ότι το μέσο χρονικό διάστημα αναζήτησης εργασίας είναι υψηλότερο στη χώρα μας.
Ο μέσος χρόνος αναμονής για μια δουλειά αυξήθηκε πάνω από 9 μήνες στην Ελλάδα, σημειώνει σε δημοσίευμά της η εφημερίδα «Καθημερινή», ξεπερνώντας έτσι όχι μόνο την Ισπανία, αλλά και τον μέσο χρόνο αναμονής ανέργων στη… Νότιο Αφρική. Αυτό επισημαίνει το ILO στην ετήσια έκθεση που έδωσε χθες στη δημοσιότητα, με θέμα τις τάσεις στην παγκόσμια απασχόληση το 2014.
Παρόλο που η αύξηση του χρόνου παραμονής είναι μια γενική τάση μετά την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008, στην Ελλάδα φαίνεται ότι έχει ιδιαίτερη επιμονή. Επί παραδείγματι, στις ΗΠΑ ο μέσος χρόνος παραμονής εκτός εργασίας αυξήθηκε, μετά την κρίση, από τους 3-4 μήνες στους 6 μήνες το 2012. Στην Ισπανία αυξήθηκε από τους 5 μήνες το 2008 στους 8 μήνες το 2012. Και στην Ελλάδα, όπου πάντα ήταν υψηλότερος ο χρόνος παραμονής εκτός εργασίας, παρατηρήθηκε αύξηση τουλάχιστον ενός μήνα σε σύγκριση με το 2009.
Σύμφωνα με την έκθεση, η επανεξισορρόπηση των μακροοικονομικών πολιτικών και η αύξηση των εργατικών εισοδημάτων θα βελτιώσει σημαντικά τις προοπτικές απασχόλησης. Μάλιστα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της προσομοίωσης του ILO, ιδιαίτερα για χώρες του G20, «μια ανάλογη αναπροσαρμογή θα μπορούσε να μειώσει την ανεργία κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες, οι οποίες αντιστοιχούν σε 6,1 εκατομμύρια επιπλέον θέσεις εργασίας».
Ωστόσο, το ερώτημα «κλειδί» που θέτει η έκθεση, και το απαντά μάλλον καταφατικά, υποδεικνύοντας τα πεδία που ενέχουν τον κίνδυνο μιας θετικής απάντησης είναι «εάν –παγκοσμίως– ελλοχεύει ο κίνδυνος της άνεργης ανάπτυξης». Δηλαδή ενός μη συγχρονισμού ανάμεσα στη βελτίωση των μακρο- και δημοσιονομικών μεγεθών με αυτά της ανεργίας και της απασχόλησης. «Εάν οι υφιστάμενες τάσεις επιμείνουν, η παγκόσμια ανεργία θα διευρυνθεί με αποτέλεσμα έως το 2018 οι άνεργοι να αυξηθούν στα 215 εκατομμύρια», αναφέρεται στην έκθεση. Μάλιστα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, το ποσοστό της ανεργίας παγκοσμίως θα παραμείνει στα ύψη την επόμενη πενταετία, με τους νέους άνεργους να παραμένουν κατά 1 εκατομμύριο περισσότεροι σε σύγκριση με το προ κρίσης χρονικό διάστημα. Το χειρότερο ως προς τους νέους αφορά την υψηλή αναλογία (1/4) των νέων που «ούτε εργάζονται, ούτε σπουδάζουν, ούτε είναι σε κάποιο πρόγραμμα κατάρτισης».
Το 2013 οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 5 εκατομμύρια περισσότερο από το 2012. Το σύνολο των ανέργων ανήλθε στα 202 εκατομμύρια. Το 45% των ανέργων είναι στις περιοχές της Νότιας και Ανατολικής Ασίας, στην υποσαχάρια Αφρική και την Ευρώπη. Αντιθέτως, στην αύξηση της ανεργίας, η Λατινική Αμερική συμμετείχε μόνο με 50.000 ανέργους, αντιστοίχιση που δεν υπερβαίνει το 1% της παγκόσμιας αύξησης ανέργων.
Σύμφωνα με το ΔΓΕ, το χάσμα στις θέσεις εργασίας, που εντάθηκε με την κρίση του 2008, δεν έχει κλείσει και συνεχίζει να διευρύνεται. Το 2013, το έλλειμμα στις θέσεις απασχόλησης ανήλθε σε 62 εκατομμύρια.
Μέσα στην ίδια χρονιά προστέθηκαν 32 εκατομμύρια άνθρωποι προς αναζήτηση εργασίας, αλλά και 23 εκατομμύρια άνθρωποι που παραιτήθηκαν από την αναζήτηση λόγω αποθάρρυνσης. Επίσης, μέσα στο 2013, 7 εκατομμύρια άτομα προστέθηκαν στον μη ενεργό πληθυσμό και δεν αναζητούν πλέον εργασία.