Η Πρωτομαγιά του 1944 έμελλε να είναι η πιο αιματοβαμμένη της ελληνικής ιστορίας. Οι περισσότεροι από τους 200 που εκτελέστηκαν την 1η Μαΐου 1944, από τους ναζί, κρατούνταν ήδη από τη δικτατορία Μεταξά στην Ακροναυπλία ως εξόριστοι.
Μερικοί ήρθαν στο σκοπευτήριο της Καισαριανής και τέθηκαν ενώπιον των εκτελεστών από την Ανάφη και τον Αϊ-Στράτη. Κάποιοι άλλοι είχαν πάει σε άλλα ξερονήσια των Κυκλάδων, μα τελικά κατέληξαν εκεί.
Όλοι μεταφέρθηκαν στην Αττική για να «πεθάνουν για τη λευτεριά, παρά να ζουν σκλάβοι», όπως χαρακτηριστικά είχε πει ένας εκ των 200, ο Νίκος Μαριακάκης, Χανιώτης γεωπόνος.
Η εκτέλεση των 200 έγινε ως αντίποινα στο θάνατο ενός Γερμανού στρατηγού και τριών συνοδών του αξιωματικών στους Μολάους της Λακωνίας, στις 27 Απριλίου του 1944.
Μετά την επίθεση των ανταρτών κατά του στρατηγού Κρεντς στους Μολάους, η εφημερίδα Καθημερινή στις 30 Απριλίου 1944, δημοσίευσε την παρακάτω ανακοίνωση: «Την 27ην Απριλίου 1944 κομμουνιστικαί συμμορίαι παρά τους Μολάους κατόπιν μιας εξ ενέδρας επιθέσεως εδολοφόνησαν ανάνδρως έναν Γερμανόν Στρατηγόν και τρεις συνοδούς του. Πολλοί Γερμανοί στρατιώται ετραυματίστησαν. Ως αντίποινα διατάχτηκε: 1. Ο τυφεκισμός 200 Κομμουνιστών την 1.5.1944. 2. Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάοι προς Σπάρτην έξωθεν των χωρίων. Υπό την εντύπωσιν κακουργήματος τούτου Έλληνες εθελονταί εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς. Ο Στρατιωτικός Διοικητής Ελλάδος».
Το πρωί της 1ης Μαΐου 1944, στο Χαϊδάρι, μετά το προσκλητήριο, άρχισε η εκφώνηση του καταλόγου των μελλοθανάτων, που συντάχτηκε σε ειδικό γραφείο της οδού Μέρλιν, όπου συστεγάζονταν τα Ες-Ες με την Ειδική Ασφάλεια.
Με τον αριθμό 71, εκφωνήθηκε το όνομα Ναπολέων Σουκατζίδης.
Ο Σουκατζίδης κλήθηκε, επειδή γνώριζε τη γερμανική γλώσσα και εκτελούσε χρέη διερμηνέα. Τότε επεμβαίνει ο διοικητής του στρατοπέδου Καρλ Φίσερ. «Όχι εσύ! Όχι εσύ Ναπολέων!», λέει.
Η απάντησή του Σουκατζίδη θα μείνει σύμβολο αυτοθυσίας:
«Δέχομαι, κύριε διοικητά, τη ζωή, με τον όρο πως δεν πρόκειται να την πάρω από άλλο κρατούμενο. Μόνο όταν η θέση μου μείνει κενή!». Το ίδιο συνέβη και με τον στρατοπεδάρχη του Χαϊδαρίου, Αντώνη Βαρθολομαίο.
Δέκα φορτηγά χρειάστηκαν για να μεταφέρουν τους 200 από το Χαϊδάρι, όπου κρατούνταν, στην Καισαριανή. Ο δρόμος γέμισε σημειώματα, στη μάνα, στον πατέρα, στα αδέλφια, στους αγαπημένους, στους συναγωνιστές, παρακαταθήκη για αυτούς που έμεναν πίσω να συνεχίσουν την πάλη για την ελευθερία.
Στο Σκοπευτήριο τους χώρισαν σε εικοσάδες. Στην τελευταία εικοσάδα έβαλαν τον Σουκατζίδη, για να μπορέσουν να τον χρησιμοποιήσουν ως διερμηνέα. Η πρώτη εικοσάδα πήρε θέση απέναντι από τις κάννες των όπλων. Ο επικεφαλής των Γερμανών γύρισε προς τον Σουκατζίδη:
– Ρώτησέ τους αν έχουν τίποτα να πουν.
Ο Σουκατζίδης μεταφράζει. Και τότε με μια φωνή οι μελλοθάνατοι απαντούν:
– Ζήτω η Ελλάδα. Ζήτω η λευτεριά!
Λίγο αργότερα, οι πυροβολισμοί κατά ριπάς έσπαγαν βίαια τη μιλημένη σιωπή. Διότι όλοι γνώριζαν τι επρόκειτο να συμβεί.
Οι εκτελέσεις γίνονταν ανά είκοσι άτομα. Άνθρωποι που έζησαν από κοντά εκείνες τις στιγμές, θυμούνται ότι «το χώμα δεν προλάβαινε να ρουφήξει το αίμα». Κι η ελπίδα ζώσα… Πλήθος κόσμου έτρεχε να δει εάν βρισκόταν κάποιος δικός τους στα φορτηγά που επέστρεφαν γεμάτα πτώματα. Κάποιος που θα την είχε γλιτώσει… Μα πώς;
Είχε περάσει 10:00 και οι εκτελέσεις είχαν ολοκληρωθεί. Τα πτώματα μεταφέρθηκαν στο Γ’ νεκροταφείο. Η αναγνώριση των 200 έγινε όταν συμπληρώθηκε χρόνος για την εκταφή τους. Αναγνωρίστηκαν οι περισσότεροι.
Την ημέρα εκείνη γράφτηκε μία από τις πλέον αιματοβαμμένες σελίδες της αντίστασης κατά του κατακτητή στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά τη συνθηκολόγηση της Ελλάδας τον Απρίλιο του 1941, άλλοι 200 στα στρατόπεδα Κατούνας, Βόνιτσας, Λαζαρέτο και Κέρκυρας.
Οι 200 της Καισαριανής προέρχονταν από τους 300 που είχαν μεταφερθεί από Γερμανούς και Ιταλούς στο στρατόπεδο Λάρισας- Τρικάλων. Εκεί εκτελέστηκαν 54 άτομα, για αντίποινα στο Κούρνοβο στις 6 Ιουνίου του 1943.
Με την συνθηκολόγηση των Ιταλών στις 8 Σεπτέμβρη 1943, οι Γερμανοί μετέφεραν τους υπόλοιπους Ακροναυπλιώτες της Λάρισας στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου για να μείνουν τελικά 200 οι οποίοι εκτελέστηκαν την αποφράδα 1η Μαΐου 1944.