Στο Φύλλο της Κυβερνήσεως δημοσιεύτηκε η απόφαση των υπουργείων Οικονομικών και Οικονομίας, η οποία ρυθμίζει όλες τις λεπτομέρειες για τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια και την πληρωμή της δόσης από το Δημόσιο.
Σκοπός της απόφασης είναι η εξειδίκευση των διατάξεων για τα κριτήρια και το ύψος της συμμετοχής του Δημοσίου στην αποπληρωμή του σχεδίου διευθέτησης οφειλών των δανειοληπτών με μη εξυπηρετούμενο στεγαστικό δάνειο που ανήκουν στις «ευπαθείς» ομάδες, καθώς και τα κριτήρια προσδιορισμού της ελάχιστης συνεισφοράς του οφειλέτη.
Από την απόφαση προκαλείται συνολική δαπάνη, ύψους έως 100 εκατ. ευρώ σε βάρος του προϋπολογισμού του υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, η οποία θα αντιμετωπιστεί με μεταφορά πιστώσεων από το αποθεματικό.
Ποιους οφειλέτες αφορά
Δικαιούχος της συμμετοχής του Δημοσίου είναι ο οφειλέτης στο πρόσωπο του οποίου έχει εκδοθείς οριστική δικαστική απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου, η οποία καθορίζει σχέδιο διευθέτησης οφειλών και η οποία κρίνει οριστικά ότι στο πρόσωπο του οφειλέτη πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του,
β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης
γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά 20.000 ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα,
δ) είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται και
ε) βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών.
Ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη
Ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και σε κάθε περίπτωση υποχρεούται στην καταβολή ελάχιστης συνεισφοράς, η οποία καθορίζεται ως εξής:
α) αν το διαθέσιμο εισόδημα είναι μικρότερο ή ίσο των 8.000 ευρώ η ετήσια ελάχιστη συνεισφορά υπολογίζεται σε 5% επί του διαθέσιμου εισοδήματος,
β) αν το διαθέσιμο εισόδημα είναι άνω των 8.000 ευρώ επί του υπερβάλλοντος ποσού υπολογίζεται επιπλέον συνεισφορά 10%.
Η ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη επανεξετάζεται στο τέλος κάθε έτους, για τυχόν μεταβολή του διαθέσιμου εισοδήματος του.
Ο οφειλέτης ενημερώνεται σχετικά με το ποσό στο οποίο αντιστοιχεί η ελάχιστη συνεισφορά του για το επόμενο οικονομικό έτος, μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων.
Διάρκεια και τρόπος καταβολής της συμμετοχής του Δημοσίου
Η συμμετοχή του Δημοσίου περιορίζεται στις οφειλές που προκύπτουν από στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας. Συνίσταται δε στην καταβολή του ποσού που προκύπτει ύστερα από την αφαίρεση του ποσού το οποίο κατέβαλε ο οφειλέτης από το ποσό της μηνιαίας δόσης αποπληρωμής της οφειλής από στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας, όπως αυτή αποτυπώνεται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών, όπως προσδιορίζεται στη δικαστική απόφαση.
Η καταβολή της συμμετοχής, εκτελείται μετά την καταβολή εκ μέρους του οφειλέτη, ορίζεται μηνιαία και πραγματοποιείται απευθείας προς τους πιστωτές, με πίστωση του σχετικού τραπεζικού λογαριασμού/κωδικού δανείου.
Με την έκδοση της εγκριτικής απόφασης, ο οφειλέτης απαλλάσσεται κατά το ισόποσο της συμμετοχής του Δημοσίου έναντι του πιστωτή.
Η διάρκεια της συμμετοχής του Δημοσίου ορίζεται σε τρία έτη.
Η συμμετοχή του Δημοσίου διακόπτεται σε περίπτωση μη καταβολής εκ μέρους του οφειλέτη της ελάχιστης συνεισφοράς.
Για τη διακοπή της συμμετοχής απαιτείται το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών μηνιαίων ελάχιστων συνεισφορών.
Η διακοπή γνωστοποιείται στον οφειλέτη μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων που θα εμφανίζονται στην ηλεκτρονική του αίτηση.
Σε περίπτωση διακοπής, ο οφειλέτης δικαιούται να υποβάλλει αίτημα επανεξέτασης, κατ’ αναλογική εφαρμογή.
Ποια είναι η διαδικασία υποβολής αιτήσεων και ποια τα δικαιολογητικά
Η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά και είναι προσβάσιμη από ηλεκτρονική εφαρμογή στη ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή. Η πρόσβαση στην ηλεκτρονική αίτηση γίνεται με τη χρήση των κωδικών του δικαιούχου στο σύστημα TAXISnet του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο αιτών πρέπει να έχει υποβάλει Δήλωση Φορολογίας Εισοδήματος (Ε1) καθώς και Ε2 εφόσον είχε υποχρέωση.
Στην ηλεκτρονική αίτηση θα συμπληρώνονται από τον δικαιούχο:
α. Υποχρεωτικά όλα τα πεδία που αφορούν τα στοιχεία επικοινωνίας του αιτούντος ή αντικλήτου προσώπου που δέχεται να λαμβάνει ενημέρωση και σημαντικά έγ− γραφα για λογαριασμό του αιτούντος.
β. Υποχρεωτικά όλα τα πεδία που αφορούν τη δικαστική απόφαση η οποία ορίζει το σχέδιο διευθέτησης οφειλών (αριθμός και έτος απόφασης, δικαστήριο έκδοσης απόφασης, οριζόμενο ποσό μηνιαίας δόσης).
γ. Σε περίπτωση μεταβολής οποιοδήποτε στοιχείου που δηλώνεται στην αίτηση, αυτή μπορεί να μεταβληθεί με ευθύνη και ενέργεια του δικαιούχου.
δ. Δήλωση ότι ο αιτών συναινεί στην καταβολή της ελάχιστης συνεισφοράς, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 5 της παρούσας.
ε. Τα στοιχεία της δανειακής σύμβασης.
στ. Δήλωση ότι τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην αίτηση είναι απολύτως ακριβή και ότι γνωρίζει πως η δήλωση ψευδών στοιχείων επιφέρει ποινικές κυρώσεις σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και ότι η δήλωση ελλιπών ή ψευδών στοιχείων επιφέρει αποκλεισμό από τις παροχές της παρούσας απόφασης.
Υποχρεωτικά κατατίθεται ή αποστέλλεται με συστημένη επιστολή στην Γενική Γραμματεία Εμπορίου, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ηλεκτρονικής αίτησης, αντίγραφο της δικαστικής απόφασης στην οποία αναφέρεται το σχέδιο διευθέτησης οφειλών.
Η αρμόδια Διεύθυνση μπορεί να ζητήσει απευθείας από τον αιτούντα, εντός 10 ημερών τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία.
Ο αιτών θα μπορεί να παρακολουθεί ηλεκτρονικά την πορεία της αίτησής του. Ο αιτών ενημερώνεται, εντός προθεσμίας 60 ημερών από την υποβολή της αίτησης, για την αποδοχή ή απόρριψη της αίτησής του, με γνωστοποίηση της αιτίας απόρριψης, μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων που θα εμφανίζονται στην ηλεκτρονική του αίτηση και θα αποστέλλονται συγχρόνως στην ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας που έχει δηλώσει.
Σε περίπτωση αποδοχής του αιτήματος, ενημερώνεται αυτόματα για το ποσό της ελάχιστης συνεισφοράς του και για το ποσό το οποίο θα καταβάλλεται μηνιαίως από το Δημόσιο σε κάθε πιστωτή. Σε περίπτωση απορριπτικής απόφασης, ο απορριφθείς μπορεί να υποβάλει αίτημα επανεξέτασης.