Ο συνδικαλιστής ξενοδοχοϋπάλληλος, με προϋπηρεσία 32 ετών, εργαζόταν σε ξενοδοχειακή μονάδα με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου ως ταμπλίστας. Δηλαδή χρέωνε τα εδέσματα που εξέρχονταν από την κουζίνα του ξενοδοχείου προς κατανάλωση στο εστιατόριο του ξενοδοχείου.
Η διεύθυνση του ξενοδοχείου, προέβη σε μειώσεις των αποδοχών των εργαζομένων με συνέπεια να αρχίσει η έντονη συνδικαλιστική δραστηριότητα του ξενοδοχοϋπαλλήλου. Στη συνέχεια ζητήθηκε από τον ξενοδοχοϋπάλληλο να μην εργάζεται ως ταμπλίστας αλλά ως υπάλληλος υποδοχής στην είσοδο του ξενοδοχείου και να μεταφέρει τις βαλίτσες των πελατών. Ο υπάλληλος αρνήθηκε τα υποδεέστερα αυτά καθήκοντα και απολύθηκε.
Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η απόλυση του ξενοδοχοϋπαλλήλου ήταν παράνομη και καταχρηστική, καθώς η εργοδότρια εταιρεία γνώριζε τη συνδικαλιστική του ιδιότητα και ορθά ο εργαζόμενος δεν δέχθηκε την υποδεέστερη θέση που του προτάθηκε.
Μάλιστα ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση ξενοδοχειακής εταιρείας που ζητούσε να αναιρεθεί απόφαση του Εφετείου Λαμίας που την υποχρέωσε να καταβάλει αποζημίωση 587 ευρώ σε συνδικαλιστή ξενοδοχοϋπάλληλό της για την ηθική βλάβη που του προκάλεσε η παράνομη απόλυσή του.