Διαβάστε απόσπασμα από την απάντηση του Άρη Δαβαράκη στη Ρίκα Βαγιάνη για τα όσα χθες, πριν την κηδεία του Σωκράτη Γκιόλια εκείνη έγραψε:
«ο τρόπος με τον οποίον ξεκινάς το κείμενό σου «Ένας από μας» προδιαθέτει πολύ αρνητικά τον αναγνώστη – εμένα προσωπικά κυριολεκτικά με τρόμαξε. Χρειάστηκε να διαβάσω πολλές φορές αυτό που γράφεις για να “καθαρίσει” κάπως η εικόνα και να κατακάτσουν οι λέξεις “Θα ξεράσω με την αγιοποίηση”, την ώρα που δεν είχε προλάβει καν να γίνει η κηδεία του δολοφονημένου συνανθρώπου. Ενός ανθρώπου που δεν είναι σαφές από την αρχή, ότι όπως πολύ σωστά λες στο τέλος του κειμένου σου, ήταν “ένας από μας” – τελεία.
Καταλαβαίνω τι σε ενοχλεί τόσο πολύ σε κάποια μπλoγκ, τα παιχνίδια που παίζονται και η “ανωνυμία”. Στήλες όμως “έγκυρες” και κλασικές της “παλιάς δημοσιογραφίας” (ναι, της “σοβαρής”, ο Θεός να την κάνει) που αποφεύγω να τις κατονομάσω αλλά όλοι τις ξέρουμε, δεν κάνανε μήπως τεράστια σουξέ με υπογραφές σαν «Μέδουσα» ή «Επίορκος» ή «Κάπου έκατσα και είδα κι έχω να σας διηγηθώ», χωρίς υπογραφές; Τόσα και τόσα δεν γράφονται στις εφημερίδες και τα περιοδικά χωρίς υπογραφή ή με ψευδώνυμα; Μπορεί εσύ και εγώ να μην το κάναμε ποτέ, άνθρωποι όμως για τους οποίους σήμερα θα “πενθούσε σύμπασα η δημοσιογραφική οικογένεια” αν ήταν στη θέση του Σωκράτη Γκιόλια, έχουν στηρίξει τις καριέρες τους στην έντυπη (και την τηλεοπτική- ραδιοφωνική “δημοσιογραφία”), σε εκβιασμούς, “κασέτες” και απειλές, σε πάρε-δώσε, διαπλοκές και καταγγελίες ανώνυμες.
Δεν εμφανίστηκε το φαινόμενο της ανωνυμίας με τα μπλογκ, υπήρχε και στα «καλά μαγαζιά»… Γιατί ξαφνικά “ξερνάμε” με τα μπλογκ και δεν ξερνάγαμε με όλα αυτά τα παιχνίδια που, δεκαετίες τώρα, παιζόντουσαν – και παίζονται – στο γνωστό, αναντάμ-παπαντάμ, «δικό μας», και, δυστυχώς, κοινό γήπεδο των ΜΜΕ;
Στεναχωρέθηκα πάρα πολύ με αυτή την δολοφονία και, 40 με 50 ώρες μετά, συνεχίζω να είμαι σοκαρισμένος και πολύ προβληματισμένος. Έχω ένα πραγματικό πάθος για την ανθρώπινη ζωή και η αφαίρεσή της, εν καιρώ ειρήνης, για οποιονδήποτε λόγο με παγώνει και με γεμίζει εχθρότητα απέναντι στους δολοφόνους και, φυσικά, πολύ θετικά αισθήματα για τα θύματα και τούς αγαπημένους τους. Και σκέφτομαι για τον Σωκράτη που γεννήθηκε 20 χρόνια μετά από μένα, το 1973, ότι αγωνιζόταν να επιβιώσει μέσα σ΄αυτό το άγριο σκηνικό που διαμορφώθηκε στα media απο κάποια στιγμή και μετά – προσπαθώντας να είναι όσο γινόταν πιο «σωστός» μέσα στις μεγάλες δυσκολίες.
Δεν είναι, Ρίκα μου αγαπημένη, όλα τα παιδιά της δημοσιογραφίας τόσο τυχερά και «καλομαθημένα» όσο εγώ και εσύ – που μας ανοίχτηκαν όλες οι πόρτες εύκολα μόλις φάνηκε το ταλεντάκι μας. Παιδιά σαν τον Σωκράτη έπρεπε να μπούνε «πιο βαθιά» και να τολμήσουνε, να ρισκάρουνε και τη ζωή τους ακόμα, για να «δικαιωθούν» και να γίνουν «καλοί στη δουλειά τους» και, γιατί όχι, «πετυχημένοι» όπως τα αφεντικά τους».