Δε φοβόταν τίποτα, δεν εξαγοραζόταν, δε… μάσαγε με τις απειλές. Αυτός ήταν ο Σωκράτης Γκιόλιας. Μια από τις λίγες πια ελεύθερες φωνές στο χώρο της ελληνικής δημοσιογραφίας. Αποκάλυπτε αυτά που πολλοί γνώριζαν ή είχαν ακούσει, αλλά κανείς δεν τολμούσε να πει. Δεν φοβόταν τους ισχυρούς. Είτε αυτοί είχαν τη δύναμη του χρήματος, είτε των όπλων…

Ο Σωκράτης δεν θα έκανε τα πάντα για το χρήμα. Δεν τον ενδιέφερε το χρήμα. Ζούσε με τη γυναίκα του και το τρίχρονο αγοράκι τους στην Ηλιούπολη. Σιχαινόταν τα χαϊλίκια και τους δήθεν.

Ο Σωκράτης έλεγε ελεύθερα την άποψή του αλλά φιλοξενούσε και χωρίς λογοκρισία τις απόψεις των χειρότερων εχθρών του.

Συχνά διαβάζοντας τα όσα έγραφε αναρωτιόμουν «Το μπαγάσα, δε φοβάται τίποτα;» Όχι δε φοβόταν. Δε φοβόταν ούτε τους τρομοκράτες. Τα όσα υποστήριξε για τα πρόσφατα αθώα θύματα της τρομοκρατίας πρέπει να εξόργισαν τους δολοφόνους. Και του έκλεισαν το στόμα, με το γνωστό άνανδρο τρόπο τους. Του αφαίρεσαν τη ζωή γιατί τους άσκησε κριτική για τις ενέργειες τους. Ακραία φασιστική συμπεριφορά. Δημοσιογράφοι δολοφονούνται για τις απόψεις τους μόνο σε σκληρά απολυταρχικά καθεστώτα. Μπροστά στα μάτια των γυναικών και των παιδιών τους!!!

Όταν πληροφορήθηκα την είδηση της δολοφονίας έπαθα αρχικά ένα μεγάλο σοκ. Μια ανατριχίλα διαπέρασε το κορμί μου και σφίχτηκε το στομάχι μου. Δε μπορούσα να συνειδητοποιήσω εύκολα τη βαρβαρότητα, τη σκληρότητα της πράξης. Έκοψαν το νήμα της ζωής ενός νέου μαχόμενου δημοσιογράφου και πατέρα γιατί έλεγε την άποψή του ελεύθερα, χωρίς φόβο.

Το πρώτο σοκ όμως διαδέχεται η οργή. Στη μαστιζόμενη από την οικονομική κρίση Ελλάδα, σε μια χώρα που με μεγάλη δυσκολία προσπαθεί να σταθεί όρθια, έρχεται να προστεθεί ο τρόμος.
Η νέα τρομοκρατία δείχνει το στίγμα της με ολοένα και πιο σκληρό και άδικο τρόπο. Πριν από λίγο καιρό με το θάνατο του αστυνομικού στο γραφείο του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και τώρα με την άγρια δολοφονία του Σωκράτη Γκιόλια.

Τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένεια.

Τατιάνα